Το dvd της Τζούλιας στην ερημιά του σχετικισμού


“ton epaixa kai ego gia tin joulia!!!!!”

(όνομα ομάδας που δημιουργήθηκε στο facebook για το διαβόητο βίντεο της Τζούλιας Αλεξανδράτου)

Η υπόθεση του πορνό βίντεο της Τζούλιας Αλεξανδράτου που καταναλώθηκε μαζικά ανακινεί εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα που αφορούν όλους.

Αρνούμαι να πιστέψω ότι η Τζούλια αντιπροσωπεύει την κατασκευασμένη εικόνα μίας ακόμα «χαζής ξανθιάς» που την παρέσυραν κάποιοι επιτήδειοι. Αρνούμαι να πιστέψω παράλληλα ότι η Τζούλια είναι απλά μία καλή επιχειρηματίας που κυνικά πούλησε τον εαυτό της, ρισκάροντας και πετυχαίνοντας μία γερή κονόμα. Όσο κι αν η δεύτερη εκδοχή είναι πειστικότερη, δεν μας λέει τίποτα ουσιαστικό που θα καταδείκνυε την ιδιαιτερότητα του φαινομένου αυτού. Θα αναδείκνυε μονάχα τη γενικότητα και το υπόβαθρό του.

Η Τζούλια, κατά την άποψή μου, είναι η έκφραση ενός κόσμου που αμφισβητεί τον εαυτό του, μονάχα μέχρις ενός σημείου, ώστε να τον καταστήσει απολύτως εξασθενημένο και πρόσφορο για εκμετάλλευση. Υπόθεσή μου είναι ότι μπορούμε να θεωρήσουμε την Τζούλια ικανή να εκφράσει την εποχή που τη γέννησε, και μία πιθανή συζήτηση μαζί της ίσως να έφερνε σε αμηχανία ακόμα και τους πιο οξυδερκείς ακαδημαϊκούς μας. Οι περισσότεροι θα ντρεπόντουσαν να κάνουν ό,τι έκανε. «Καλά, δεν έχεις καμία αξία; Δεν ντρέπεσαι;». Η Τζούλια θα μπορούσε κάλλιστα να απαντήσει: «Γιατί να ντραπώ; Γιατί να σεβαστώ τις αξίες που εσείς θεωρείτε δεδομένες, απλά και μόνο επειδή αυτές σας επιβλήθηκαν από τις οικογένειές σας και την κατεστημένη κοινωνία; Γιατί να μην κοιτάξω κι εγώ το συμφέρον μου όπως όλοι;». «Μα καλά, υπάρχουν και όρια!» θα διαμαρτύρονταν πολλοί εναντίον της. «Και ποιος τα καθορίζει αυτά τα όρια; Γιατί να τα σεβαστώ;». Στο σημείο αυτό της φανταστικής συζήτησης δεν νομίζω ότι θα είχαν οι περισσότεροι να αντιτείνουν κάτι περισσότερο από μασημένα μισόλογα και απεγνωσμένα «ναι μεν, αλλά». Είναι πολύ εύκολο σήμερα να αναπαράγει κανείς σχετικιστική επιχειρηματολογία με (λιγότερη ή περισσότερη) ευφράδεια, παρά να προσπαθήσει να επιχειρηματολογήσει υπέρ μίας ηθικής στάσης. Οι περισσότεροι κομπιάζουν αν επιχειρήσουν το τελευταίο, ιδιαίτερα αν έχουν (ως συνήθως) έναν σχετικιστή απέναντί τους.

Μία διευκρινιστική παρέκβαση εδώ: δεν θέλει να στιγματίσει αυτό το κείμενο καμία σεξουαλική επιλογή. Ο καθένας πρέπει ελεύθερα να εκφράζεται σεξουαλικά όπως νομίζει (εξαίρεση αποτελεί η παιδεραστία και, εξ’ ορισμού, ο βιασμός), ασχέτως του γεγονότος ότι κάποιες σεξουαλικές συμπεριφορές είναι καθαρά προϊόντα καταπίεσης. Στιγματίζει αυτό το κείμενο την ανοιχτή εμπορευματοποίηση του έρωτα (οποιασδήποτε μορφής) με αφορμή τη μαζική κατανάλωση του συγκεκριμένου dvd, εντάσσοντας την στον σχετικιστικό κυκεώνα που κατά την άποψή μου μαστίζει την κοινωνία. Βεβαίως, οι υποθέσεις καταναγκαστικού trafficking ή παιδικής πορνείας είναι πολύ σοβαρότερες. Απλά αυτές καταδικάζονται άμεσα και απόλυτα από τη μεγάλη πλειοψηφία, χωρίς να οδηγούν στην αμφισημία που γέννησε η κατανάλωση αυτού του dvd, άρα και στη δυνατότητα ενός ασυνήθιστου προβληματισμού. Εδώ είχαμε τη μαζική παρακολούθηση ενός dvd που προκαλούσε ευχαρίστηση (ερωτική ή χιουμοριστική ή κουτσομπολίστικη) και συγχρόνως πολλοί καταδίκαζαν αυτό με το οποίο χαιρόντουσαν. Εδώ φαίνεται ανάγλυφος ο σχετικισμός: μοιάζουμε ανίκανοι να αποφασίσουμε αν μας αρέσει κάτι ή αν το καταδικάζουμε. Περαιτέρω μοιάζουμε ανίκανοι να επιχειρηματολογήσουμε λογικά εναντίον της πράξεων της Τζούλιας, ακόμα κι αν μας φαίνονται άσχημα αυτά που έκανε. Ενώ μοιάζει πολύ εύκολο να πούμε κυνικά: «μην κρίνετε, μην είστε ηθικολόγοι, όλα είναι σχετικά, έτσι είναι ο κόσμος» κλπ., η Τζούλια έφτασε να κάνει όσα έκανε έχοντας ενσωματώσει πλήρως αυτήν την κατάσταση.

Ισχυρίζομαι λοιπόν ότι η Τζούλια είναι μία προχωρημένη έκφραση του σχετικισμού που έχει διαποτίσει σε βάθος το σύνολο της κοινωνίας. Ό,τι είναι καλό για μένα, είναι καλό για μένα, και ό,τι είναι καλό για σένα, είναι καλό για σένα. Δεν υπάρχει ούτε «κοινό καλό», ούτε αλήθεια, ούτε ηθική, ούτε τίποτα παρόμοιο. Μονάχα «απόψεις» χωρίς κανένα ιδιαίτερο βάρος η κάθε μία. Τα υπόλοιπα θεωρούνται, στην καλύτερη περίπτωση, δογματισμός και, στη χειρότερη, ολοκληρωτισμός. Αυτός ο σχετικισμός μας καταστρέφει, γιατί μας οδηγεί στην ανοχή των πιο φρικτών πραγμάτων που συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας. Μας στερεί και τη δυνατότητα διεκδίκησης μίας κοινωνίας στην οποία προϋπόθεση για την ανάπτυξη του ατόμου είναι η ανάπτυξη όλων των υπολοίπων. Αλλά, συγχρόνως, μας ανακουφίζει γιατί μας επιβεβαιώνει ως υποτιθέμενα «αυτόνομες» προσωπικότητες, ως αποκομμένα άτομα που μπορούν να αποσυρθούν στην ηρεμία και την ασφάλεια της ζωούλας τους, ασφάλεια παρόμοια μ’ αυτήν του τάφου. Ο σχετικισμός είναι παραίτηση της σκέψης στο πιο κρίσιμο σημείο, εγκατάλειψη της κριτικής όταν αυτή τείνει να υπερβεί τον εαυτό της και να γίνει πράξη.

Ο σχετικισμός είναι κάτι σαν ενόρμηση θανάτου. Θέλγει σ’ αυτόν η απόλυτη παραίτηση, κατά συνέπεια η απόλυτη ξεγνοιασιά και ηρεμία, το τέλος των ερεθισμών που γεννούν προκλήσεις, δηλαδή όσα αποτελούν και «θέλγητρα» του θανάτου για τον οργανισμό. Άλλη μία φορά, όμως, το ένστικτο της καταστροφής δεν γίνεται δύναμη δημιουργίας (όπως, στο παράδειγμα που έδινε ο Φρόιντ, η δυνατότητα της καταστροφής γίνεται στα χέρια του χειρούργου πράξη υπέρ της ζωής). Η απολύτως έγκυρη και ωφέλιμη αμφισβήτηση των επιβεβλημένων αληθειών δεν οδηγεί στην άρση τους σε αλήθειες που θα ήταν πια αποτέλεσμα αυτοστοχαστικότητας και της ίδιας της Ιστορίας. Προϊόντα του πολιτισμού στην πιο προωθημένη απελευθερωτική δυναμική του, πέρα από τον διαχωρισμό κοινωνίας και ατόμου. Η μαζική κατανάλωση του dvd ήταν μια πανηγυρική πράξη επιβεβαίωσης της βολικότητας του θανάτου έναντι της ζωής.

Ο  Χορκχάιμερ τόνιζε ότι οφείλουμε να αντιπαραθέτουμε το υποκειμενικό στο αντικειμενικό και το αντικειμενικό στο υποκειμενικό, μέχρι την τελική συμφιλίωσή τους από την πράξη. Σε μία εποχή ριζικού ατομικισμού και υποκειμενισμού, όπου η ίδια αυτή εποχή αντιπαραθέτει μονάχα το ψευτουποκειμενικό στο αντικειμενικό, δεν βλέπω από καμία πνευματική δύναμη του τόπου αυτού (ή μάλλον, από πάρα πολύ λίγες ώστε να έχει κάποιο αντίκρισμα) να δίνει έμφαση, όπως θα όφειλε, στο αντίθετο, την αντιπαράθεση του αντικειμενικού στο υποκειμενικό και, μόνο έτσι, στην υπόδειξη ότι τα δύο αυτά δεν είναι ριζικά διαχωρισμένα. Γιατί η συνεχής υπενθύμιση, «όλα είναι σχετικά», έχει χάσει σήμερα σε μεγάλο βαθμό το ριζοσπαστικό της νόημα, το οποίο ίσως είχε σε άλλες εποχές. Δεν θίγει πια τους κυρίαρχους.

Δυστυχώς η στάση απέναντι σε φαινόμενα σήψης όπως το βίντεο της Τζούλιας, είναι η ελαφρά τη καρδία στάση που είχαν κάποιοι θετικιστές απέναντι στο φαινόμενο της θρησκείας. Εκ των προτέρων την απέρριπταν απλά ως μεταφυσική. Ναι, αλλά τότε που οφείλεται η πολύ πραγματική επιτυχία της, δηλαδή η πραγματικότητά της; Τείνουμε να θεωρούμε δεδομένο ότι έχει ήδη δοθεί η μάχη εναντίον του σχετικισμού, κι ότι η απλή επισήμανση του ανορθολογικού ως τέτοιου είναι κάτι αυτονόητα αποδεκτό και επαρκές για την ανύψωση της πραγματικότητας στο ύψος του Λόγου. Έτσι στρεφόμαστε σε άλλα διανοητικά ενδιαφέροντα, όταν, όχι μόνο η μάχη δεν έχει δοθεί, αλλά η ίδια η διάκριση ορθολογικού – ανορθολογικού, στο περιεχόμενό της, είναι πια άνευ νοήματος για την πλειοψηφία. Έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι, για τον Μαρξ, η θρησκεία δεν ήταν απλά «το όπιο του λαού» αλλά και η «καρδιά ενός άκαρδου κόσμου». Το να σταματήσει μία άρρωστη καρδιά να χτυπάει δεν σημαίνει ότι αντικαταστάθηκε από μία υγιή. Μπορεί ο ασθενής να κρατείται μηχανικά στη ζωή, εξαρτημένος, χειραγωγημένος και εγκλωβισμένος.

Δεν έχει νόημα ο απλός στιγματισμός του εμπορεύματος ως ιδεολογίας, και το βαρετό αναμάσημα περί του φετιχιστικού χαρακτήρα του. Γιατί το φετίχ είναι πραγματικότερο από οποιαδήποτε «απτή» πραγματικότητα έχουν να παρουσιάσουν οι επιδερμικοί κοινωνιολόγοι επικριτές του. Και το διαβόητο dvd είχε όλα τα χαρακτηριστικά φετίχ του σύγχρονου εμπορεύματος.

Δεν μένει παρά να καταδειχθεί η συνάφεια αυτού του φετίχ με την τρέχουσα απομόνωση του ατόμου που υφέρπει στον κυρίαρχο σχετικισμό. Αλλά και η συσχέτισή του με την αναπαραγωγή του συστήματος και, κατά συνέπεια, η ίδια η πραγματικότητά του. Συγχρόνως, πρέπει οι διανοούμενοι αυτού του τόπου να ξεστομίσουν κάτι παραπάνω από τις συνήθεις εύκολες αρνήσεις που κατάντησαν φλυαρίες άνευ αντικρίσματος, στις κουραστικές επαναλήψεις και παραλλαγές τους (ας θυμηθούμε επιτέλους και την «άρνηση της άρνησης»). Να δείξουν τι είναι το όμορφο απέναντί στην ασχήμια του κόσμου αυτού, να δείξουν γιατί είναι αλήθεια ότι ο καπιταλιστικός κόσμος είναι σάπιος κι ότι, στ’ αλήθεια, προτιμότερη απ’ αυτόν είναι μία ζωή στα μέτρα των υποσχέσεων της ελευθερίας, όπως αυτή εκδηλώθηκε στους ιστορικούς αγώνες του ελευθεριακού σοσιαλισμού, και πέρα απ’ αυτούς. Αυτή είναι μία πρόκληση για τον σύγχρονο διανοούμενο. Η επιμονή στην ύπαρξη της αλήθειας – στην ιστορικότητά της – και η κατάδειξή της.

Χαίρομαι που πρόσφατα στο περιοδικό «Σημειώσεις» είδα ένα κείμενο του εκλιπόντος Μανόλη Λαμπρίδη, σ’ αυτήν την κατεύθυνση.[1] Στην ίδια κατεύθυνση προσανατολίζεται και η κοινωνική οικολογία, όπως είδαμε σε προηγούμενη ανάρτηση (και κυρίως το φιλοσοφικό «σκέλος» της, ο διαλεκτικός νατουραλισμός). Πολλά ακόμα μένουν να ειπωθούν φυσικά και, κυρίως, να γίνουν.

Θοδωρής Βελισσάρης

[1] «Για την αμφισβήτηση του Διαφωτισμού», Δεκέμβριος 2009.