Ο Καστοριάδης και το σκιάχτρο τού Μαρξ στο οποίο επιτίθεται (σε μια υποσημείωση).



«Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, για παράδειγμα, παραβλέπει την εμμενή φύση της κριτικής όπως την εννοεί ο Μαρξ, όταν υποθέτει ότι είναι μεταφυσική και περιλαμβάνει την οντολογικοποίηση της εργασίας: βλ. ‘Από τον Μαρξ στον Αριστοτέλη’, Social Research 45, ν. 4, (Χειμώνας 1978), κυρίως σσ. 669-684. Ο Καστοριάδης διαβάζει υπόρρητα την κατά Μαρξ αρνητική κριτική ως θετική επιστήμη και μετά της ασκεί κριτική επ’ αυτής της βάσης∙ δεν λαμβάνει υπόψη τη σχέση της κατηγοριακής ανάλυσης του Μαρξ με την έννοιά του τού εμπορεύματος ως φετίχ, αποδίδοντας έτσι στον Μαρξ έναν παράλογο βαθμό ασυνέπειας. Υποδηλώνει ότι, στο ίδιο τμήμα του Κεφαλαίου, ο Μαρξ κρατά την ίδια ημι-φυσική, ανιστορική στάση την οποία αναλύει κριτικά όταν διερευνά το φετίχ».

Moishe Postone, ‘Time, Labor, and Social Domination: A reinterpretation of Marx’s critical theory’, Cambridge University Press, 2003, σελ.171, υπ.110.

(Μετάφραση: Θοδωρής Βελισσάρης)

51 σκέψεις στο “Ο Καστοριάδης και το σκιάχτρο τού Μαρξ στο οποίο επιτίθεται (σε μια υποσημείωση).”

  1. Ο καστοριάδης αναγνωρίζει το φαντασιακό στοιχείο στον Μάρξ,όταν ο τελευταίος μιλάει για τον φετιχισμό του εμπορεύματος,παρόλο που κατ΄αυτόν κρέμεται από το οικονομικό/υλικό στοιχείο.Και δεν το αναγνωρίζει μόνο σε αυτό το σημείο ασφαλώς.Ως εκ τούτου σε ποιο σημείο λες πως ο κ.κ το θεωρεί θετική επιστήμη?

    Αν μπορείς εξήγησε μου που άπτεται η υποσημείωση αυτή.

    Υ.Γ-Τέτοια μανία με τον Κάστορα ρε παιδιά?Αριστεροί (κάθε λογής),αναρχο-χαρούμενοι και ελευθεριακοί, όλοι χτύπους(σπάνια κριτική).Και αν βάλουμε και τους εθνικισταράδες που διαβάζουν από αυτόν μόνο την Ελληνική Ιδιαιτερότητα.. τι να πω κρίμα.

  2. Άγνωστε φίλε Paul (αρχίζω να μην πολυκαταλαβαίνω την ανωνυμία στο ίντερνετ, λες και ζούμε στη Ρωσία επί τσάρου και πρέπει να έχουμε ψευδώνυμα),

    θα ήθελα πολύ να με διαφωτίσεις σε ποιο σημείο αναγνωρίζει ο Καστοριάδης το φαντασιακό στοιχείο στον Μαρξ. Εγώ αν βλέπω να διακρίνεται κάτι στο έργο του είναι ότι ο Μαρξ είναι (υποτίθεται) εγκλωβισμένος στο καπιταλιστικό φαντασιακό (ενώ ο Καστοριάδης όχι — μήπως το δηλητηριώδες σχόλιο για τον Σαρτρ περί εξωγήινου ταιριάζει εδώ σ’ αυτόν που το εκτόξευσε;).

    Αναγνωρίζει ένα επαναστατικό στοιχείο (τί αυτοπεποίθηση!), την περιβόητη 11η θέση, δλδ μια γενική πρόταση που δεν έχει κανένα ιδιαίτερο νόημα έξω από το σύνολο του μαρξιστικού έργου, και όλα τ’ άλλα άσ’τα… Θεωρεί ο Καστοριάδης τον Μαρξ έναν ενδιαφέροντα συγγραφέα από τον οποίο μπορούμε να μάθουμε πολλά αλλά, πέρα από τις γενικότητες, τον βάζει στην ίδια σειρά με Πλάτωνα, Χέγκελ κλπ κλπ.

    Σε όλο το πρώτο μέρος της Φαντασιακής για παράδειγμα, ο Καστοριάδης επιτίθεται σ’ έναν υποτιθέμενο μαρξιστικό θετικισμό σύμφωνα με τον οποίο οι άνθρωποι είναι πιόνια στα στιβαρά χέρια των φυσικών νόμων του κεφαλαίου κλπ κλπ.

    Προσωπικά, όσο κι αν αναγνωρίζω ότι ο Καστοριάδης είναι στοχαστής μεγάλου βεληνεκούς, δεν μπορώ πια να κάθομαι άπραγος απέναντι σε τέτοιες διαστρεβλώσεις. Η υποσημείωση αυτή που μετέφρασα ας είναι μια υπενθύμιση, μια υποψία, για όποιον “μαθαίνει” τον Μαρξ μέσω του Καστοριάδη.

    Ο ίδιος ο Μαρξ στην αρχή του Κεφαλαίου στιγματίζει τον φετιχισμό και την πραγμοποίηση, ενώ γενικά στο έργο αυτό ασκεί αμείλικτη κριτική σε όσους θεωρούν ότι η ιστορία έχει τελειώσει. Στο υπόλοιπο έργο του δεν έχει αλλάξει γνώμη, όσο κι αν προσπαθεί να μας πείσει γι’ αυτό ο κάθε Καστοριάδης.

    Πρέπει να ψάξει κανείς τί εννοεί η γερμανική φιλοσοφία με τις έννοιες “φυσικός” και “νόμος”, προτού πιαστεί από το νόημα που έχουν αυτά για μας σήμερα για να κάνει το κομμάτι του.

    Στην Ελλάδα “μεγαλώνει μεγαλώνει γερά παιδιά” γενιές τώρα ο Καστοριάδης με αντι-μαρξιστικό προσανατολισμό. Χάνουμε έτσι τον επαναστατικό πλούτο ενός σημαντικού έργου — στον ορίζοντα του οποίου ακόμα πιστεύω ότι βρισκόμαστε. Δες εδώ για μια πιο ήπια προσέγγιση στον Μαρξ (το βιβλίο είναι πολύ καλό, πέρα από μερικές μεταφραστικές επιλογές και το κακό επίμετρο):

    http://dimotismos.gr/2010/10/04/%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%8D%CE%BA%CF%84%CF%83%CE%B9%CE%BD-%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%BE%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CE%BA/

    Και ψυχραιμία! Από πότε επειδή ασκούμε κριτική πρέπει να νιώσουμε άσχημα; Μια σοβαρή διαφωνία αξίζει παραπάνω από χίλιες προγραμματικές συμφωνίες.

  3. Θοδωρή, νομίζω ότι η κριτική σου έχει πιο πολύ το χαρακτήρα πρόκλησης, με σκοπό να αντισταθεί στην αντιμαρξιστική ανατροφή των “πολλών γενεών” για την οποία υπεύθυνος είναι ο Καστοριάδης, όπως λες. Εγώ προσωπικά θεωρώ ότι αυτό είναι υπερβολικό ως διατύπωση, αλλά νομίζω ότι, δεδομένου πως εσύ το πιστεύεις, εξηγεί το ύφος αυτού σου του ποστ. Κι ίσως να εξηγεί και το γεγονός ότι παραβλέπεις βασικές πτυχές της στάσης του Καστοριάδη απέναντι στο Μαρξ.

    Αναφέρω ενδεικτικά, για να μη διαστρεβλώνουμε κι εμείς τα πράγματα, στην προσπάθεια να καταγγείλουμε αυτό που θεωρούμε προσπάθεια διαστρέβλωσης στο έργο κάποιου άλλου (εν προκειμένω του Καστοριάδη):

    1) Ο Paul έχει δίκιο. Ο Καστοριάδης αναγνωρίζει το φαντασιακό στοιχείο στο Μαρξ. Στη Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας αναφέρει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα σύλληψης του τι είναι το φαντασιακό την ανάλυση του Κεφαλαίου για το φετιχιστικό χαρακτήρα του εμπορεύματος (σ. 494 κ. ε.). Βέβαια, αν προχωρήσουμε την εξέταση αυτής της ιδέας του Μαρξ, θα δούμε ότι, εν προκειμένω, για το Μαρξ το φαντασιακό είναι προϊόν της ετερονομίας (φετιχισμού του εμπορεύματος) το οποίο θα πάψει να υπάρχει όταν καταργηθεί η αλλοτρίωση. Οπότε δίκιο έχει ο Καστοριάδης που τον εγκαλεί για απόκρυψη και για αφελή υλισμό. Αυτή η αντίληψη φτάνει στα άκρα ακόμα και σε «εγελιανούς» και «πολιτιστικούς» μαρξιστές όπως οι Καταστασιακοί, οι οποίοι οδηγούνται στο να θεωρούν το «φαντασιακό» και τους «θεσμούς» κάθε είδους ως ετερόνομες διαμεσολαβήσεις που πρέπει να καταργηθούν για να απελευθερώσουν τη μη αλλοτριωμένη ζωή που θα έχει καταργήσει όλους τους διαχωρισμούς. Ο Καστοριάδης, αντίθετα, δε θεωρεί ότι ο καπιταλισμός δημιουργεί ένα «πλεόνασμα» φαντασιακού που μας κρύβει την «υλική» πραγματικότητα, αλλά ότι, μάλλον, τείνει στην καταστροφή των σημασιών (βλ. την ανάλυση για την άνοδο της ασημαντότητας και την ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού).

    2) Ο Καστοριάδης, όπως το έχει ξεκαθαρίσει ήδη από το 1959 (σε μια μακροσκελή υποσημείωση του θεμελιώδους κειμένου του “Το επαναστατικό κίνημα στο σύγχρονο καπιταλισμό”), δεν ασκεί κριτική τόσο στον ίδιο το Μαρξ, όσο σε αυτό που υπήρξε ο “έμπρακτος” μαρξισμός μέσα στην ιστορία, ο μαρξισμός δηλαδή με τον οποίο γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές μέσα από τα εκλαϊκευτικά εγχειρίδια των Έγκελς, Κάουτσκι, Λένιν, Μπουχάριν και Πρεομπραζίνσκι κ.λπ. (βλ. σχετικά Σύγχρονος καπιταλισμός και επανάσταση, σσ. 284-285, υπ. 13). Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι ο Καστοριάδης εξέταζε τις ιδέες πάντοτε σε σχέση με την πραγματική και «ενεργή» κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα και δεν έκανε «αφηρημένη» φιλοσοφία. Και γι’ αυτό, ήδη από τότε, ενώ διακρίνει σαφώς το έργο του ίδιου του Μαρξ από το σώμα του μαρξισμού, αναρωτιέται για τη σχέση μεταξύ των δύο. Κι έτσι στη συνέχεια καταλήγει στην ανάλυσή του για τη θεμελιώδη αντίφαση που υπάρχει στο Μαρξ, ανάμεσα στο επαναστατικό του στοιχείο, από τη μια μεριά, και στην επιρροή που υπέστη, από την άλλη, από το καπιταλιστικό φαντασιακό.

    3) Ρητά ο Καστοριάδης έχει μιλήσει, επανειλημμένως, για την τεράστια σημασία του Μαρξ ως στοχαστή. Θεωρεί πως το Κεφάλαιο είναι η μόνη σοβαρή προσπάθεια που έχει γίνει για την ανάλυση, σε βάθος, της λειτουργίας του καπιταλισμού («Η πολιτική σήμερα…», Ο θρυμματισμένος κόσμος, σσ. 159-160), ενώ ρητά τονίζει –σε αντίθεση με αυτό που λες στο σχόλιό σου, Θοδωρή-, ότι ο Μαρξ δεν είναι σε καμία περίπτωση απλώς ένας ακόμα από τη σειρά των κλασικών πολιτικών φιλοσόφων («Μαρξισμός-λενινισμός: η κονιορτοποίηση» στην Άνοδο της ασημαντότητας). Νομίζω ότι γίνεται εδώ μια προσπάθεια να δαιμονοποιηθεί ο Καστοριάδης ως «αντιμαρξιστής», πράγμα που είναι λάθος. Το ίδιο επιχείρημα βρίσκουμε και στον εν Ελλάδι τοποτηρητή του Φωτόπουλου, τον Κουμεντάκη (βλ. σχετικά σε αυτό το κείμενο http://protagma.files.wordpress.com/2010/10/cf80ceb5cf81ceb9ceb5cebacf84ceb9cebaceae-ceb4ceb7cebccebfcebacf81ceb1cf84ceafceb1-cebaceb1cf83cf84cebfcf81ceb9ceacceb4ceb7cf82.pdf, σσ. 48-49).

    4) Ο Καστοριάδης δεν είναι κανένας μπαμπούλας που αποφάσισε ξαφνικά να κάνει κριτική στο Μαρξ περί της ύπαρξης, σε αυτόν, ενός στοιχείου καθαρά ετερόνομου (ντετερμινισμός, τεχνοφιλία, μεσσιανισμός κ.λπ.). Οι αναλύσεις του Κ. Παπαϊωάννου, για παράδειγμα, είναι εξαιρετικές εν προκειμένω, ενώ μπορούμε να αναφέρουμε και πολλούς ακόμα συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο μελετητής του Μαρξ και επιμελητής της γαλλικής έκδοσης των έργων του, Maximilien Rubel, με τα σχόλιά του στο Μανιφέστο, στο Κεφάλαιο και αλλού.

    5) Ο Paul έχει επίσης δίκιο όταν παρατηρεί ότι δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλος στοχαστής της επαναστατικής παράδοσης που να έχει φάει τόσες επιθέσεις (πολύ συχνά ποταπού επιπέδου: βλ. Βήχος, Φωτόπουλος, Τερζάκης κ.λπ.) όσες ο Καστοριάδης. Άρα είναι λογικό να σχολιάζεται η εμφάνιση ακόμα μιας κριτικής, η οποία μάλιστα είναι τόσο σίγουρη για τον εαυτό της, που περιορίζεται σε ορισμένες σειρές.

    Τοποθετούμαι απλώς και μόνο για να διευκρινίσω δύο-τρία σημεία, τα οποία νομίζω ότι παρερμηνεύθηκαν. Κατά τα άλλα δε νομίζω ότι έχει και πολύ νόημα αυτή η καθαρά «φιλοσοφική» αντιπαράθεση μεταξύ Μπούκτσιν-Καστοριάδη και τώρα Μαρξ-Καστοριάδη. Η θεωρητική επεξεργασία και η κριτική σε απόψεις προηγούμενων στοχαστών έχει νόημα όταν προκύπτει «αβίαστα», κατά την προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Τότε βλέπουμε ότι τα σχήματα που μας έχουν κληροδοτηθεί ίσως να μη μπορούν να ερμηνεύσουν τα κοινωνικά φαινόμενα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κι έτσι αναγκαζόμαστε να φτιάξουμε ένα νέο ερμηνευτικό πλαίσιο για να διαυγάσουμε την καινούργια κοινωνικο-ιστορική κατάσταση. Και υπό αυτή την έννοια, όσα καθαρά φιλοσοφικού τύπου αντεπιχειρήματα παράσχει ο μη χυδαίος μαρξισμός ενάντια στον Καστοριάδη, δε με πείθει σε καμία περίπτωση ότι μπορεί να ερμηνεύσει και να διαυγάσει το τι συμβαίνει μέσα στις σημερινές κοινωνίες. Μετά τους Καταστασιακούς δεν έχω δει κάποια σχετική ιδέα. Το αναφέρω αυτό, διότι πιστεύω πως αν η θεωρητική επεξεργασία αποκοπεί από το στοχασμό πάνω στην πραγματικότητα (δηλαδή: α) πάνω στις κοινωνικο-ιστορικές συνθήκες εντός των οποίων εκάστοτε ενεργούμε και β) πάνω στην ίδια μας την πρακτική), μετατρέπεται σε άγονο σχολαστικισμό.

    Και οι διάφοροι που έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιήει τον Καστοριάδη για «αντιμαρξιστικούς» και αντιαριστερούς λόγους, το κάνουν πάντοτε στα πλαίσια ενός τέτοιου σχολαστικισμού, επειδή δεν έχουν τίποτε αξιόλογο να πουν για τη σημερινή κατάσταση. Όλα αυτά όμως είναι εντελώς ξένα προς το πνεύμα του Καστοριάδη κατά την άποψή μου και δεν έχει νόημα να τα χρεώνουμε σε αυτόν

  4. Φίλε Θοδωρή,όπως λέει και ο Νίκος, ο Καστοριάδης ασφαλώς και αναγνωρίζει αυτά που πρέπει να αναγνωρίζει στον Μαρξ.Δεν είναι κανένας τυχαίος αντιδραστικός,όπως οι περισσότεροι αναρχικοί ή μαρξιστές.

    Στο δια ταύτα.

    Σελίδα 196 της ΦΘΚ, “O Μάρξ ήξερε ότι “ο Απόλλων των Δελφών ήταν στη ζωή των Ελλήνων μια δύναμη εξίσου πραγματική όσο και οποιαδήποτε άλλη”.Όταν μιλούσε για τον φετιχισμό του εμπορεύματος,και έδειχνε την σπουδαιότητά του για την πραγματική λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας,ξεπερνούσε ολοφάνερα την απλή οικονομική άποψη και αναγνώριζε τον ρόλο του φαντασιακού.Όταν υπογράμμιζε το γεγονός ότι η μνήμη των περασμένων γενεών βαραίνει εξαιρετικά στη συνείδηση των ζώντων,έδειχνε πάλι αυτό τον ιδιαίτερο τρόπο του φαντασιακού,στο παρελθόν βιωμένο ως παρόν,τα φαντάσματα που είναι πιο ισχυρά κι απ΄τους ανθρώπους με σάρκα και οστά …”κλπ κλπ.

    Λίγο πιο κάτω (και αφού το αναγνωρίζει ένα “φαντασιακό υπό όρους λειτουργικότητας στον Λούκατς) λέει :
    “Αυτόν όμως τον ρόλο του φαντασιακού ο Μαρξ τον έβλεπε περιορισμένο,συγκεκριμένα σαν λειτουργικό,σαν ένα “μη οικονομικό” κρίκο της οικονομικής αλυσίδας…”

    Επίσης προφανώς και λέει πως ο Μαρξ είναι εγκλωβισμένος στο καπιταλιστικό φαντασιακό.Άνθρωπος ήταν, όχι θεός και πιθανότατα αν ζούσε μπορεί να είχε ξεπεράσει τον Καστοριάδη (μαρξιστής σίγουρα δεν θα ήταν).Αλλά θα ήταν μάταιο να γίνει και συζήτηση επ αυτού.Ο μαρξ υπάρχει, το ίδιο και οι κριτικές που υπάρχουν για αυτόν.

    Επίσης κάνεις ή λάθος ή σοφιστεία όταν λες ότι απλά αναγνωρίζει μόνο την 11η θέση για τον Feuerbach.Μια γρήγορη ανάγνωση της ΦΘΚ θα σε πείσει για το αντίθετο.Όπως λέει πάλι σωστά ο Νίκος, ο Καστοριάδης είναι απότομος και είρων στους “μαρξιστές” (τους έβαζε συχνά σε εισαγωγικά).Και νομίζω πως καλά κάνει.Όποιος έχει κάτσει να συζητήσει με μαρξιστές (σίγουρα υπάρχουν και εξαιρέσεις ,που τυγχάνει να γνωρίζω) καταλαβαίνει.Μαρξισμός=/Μαρξ πλέον.Το πιο ωραίο είναι πως ποπ φιλόσοφοι της μαρξιστικής αριστεράς, και συγκεκριμένα ο Ζίζεκ (ορθόδοξος λακανικός σταλινικός δηλώνει) λέει στο Υψηλό αντικείμενο της Ιδεολογίας :

    «Το θεμελιώδες επίπεδο της ιδεολογίας, εντούτοις, δεν είναι εκείνο μιας αυταπάτης που συγκαλύπτει την πραγματική κατάσταση πραγμάτων αλλά εκείνο μιας (ασυνείδητης) φαντασίωσης που δομεί την ίδια την κοινωνική μας πραγματικότητα»

    Hmm,κάτι μου θυμίζει αυτό.

    ” Θεωρεί ο Καστοριάδης τον Μαρξ έναν ενδιαφέροντα συγγραφέα από τον οποίο μπορούμε να μάθουμε πολλά αλλά, πέρα από τις γενικότητες, τον βάζει στην ίδια σειρά με Πλάτωνα, Χέγκελ κλπ κλπ.”

    Κάτσε ρε Θοδωρή.Καταρχάς δεν τον θεωρεί σε καμία περίπτωση απλά “ενδιαφέροντα συγγραφέα”.Ίσα ίσα έλεγε πως πρέπει να τον ξαναβάλουμε στην θέση που του αρμόζει.Δηλαδή ως ένα από τους μεγαλύτερους στοχαστές της ανθρωπότητας.Δεν σου αρκεί?Θες να πούμε ότι είναι ο No1?Ορίστε ,στην συζήτησή μας ας τον θεωρούμε λοιπόν.(λες και ο Πλάτωνας, ο Χέγκελ ή ο Καντ υστερούσαν μπροστά στον Μαρξ σε φιλοσοφικό επίπεδο).

    “Προσωπικά, όσο κι αν αναγνωρίζω ότι ο Καστοριάδης είναι στοχαστής μεγάλου βεληνεκούς, δεν μπορώ πια να κάθομαι άπραγος απέναντι σε τέτοιες διαστρεβλώσεις. Η υποσημείωση αυτή που μετέφρασα ας είναι μια υπενθύμιση, μια υποψία, για όποιον «μαθαίνει» τον Μαρξ μέσω του Καστοριάδη.”

    Ναι ξέρω Θοδωρή.Όλοι αναγνωρίζουμε τον μέγα Καστοριάδη (θέλει άλλωστε γερή δόση να τον αποκαλέσουμε φασίστα όπως κάποιοι άλλοι,ή έστω κάτι ηπιότερο) αλλά δεν χάνουμε την ευκαιρία να τον βγάλουμε off.Είδαμε και τον “σύντροφο” Τερζάκη, να λέει την μια πόσο μεγάλος είναι,και από την άλλη να του ασκεί “””κριτική””” .Το αποτέλεσμα ήταν να βρίζει στα σχόλια τον Νίκο ,το οποίο βέβαια προκάλεσε αστείρευτο γέλωτα.

    Και σιγά τις γενεές που έχει μεγαλώσει ο Καστοριάδης.Δυστυχώς αυτό που έχω προσέξει είναι πως η όλη κινηματικότητα των μαρξιστικών σεχτών οφείλεται στο γεγονός ότι σε μια “αγνή” σχετικά ηλικία,αντί να παίξουν λίγο μπάλα (που δεν χρειάζεται κριτική σκέψη), έκατσαν και έπιασαν το “Κράτος και Επανάσταση”.Είναι από την επαφή μου κυρίως με μαρξιστές ή μαρξίζοντες και όχι τόσο από την θεωρία του μαρξισμού (αν και αυτή) που με κάνει να συμφωνώ με τον Κ.Κ στο “ή μαρξιστές ή επαναστάτες”.Και αυτό που βλέπω είναι πως η αριστερά θα τον βρει μπροστά της εν καιρώ..

    Και κάτι τελευταίο προς τον Θοδωρή,που μιλάει για κριτική.Προφανώς θέλουμε την κριτική.Ο καστοριάδης (για εμένα ,και πιστεύω και για όσους ασχολούνται με την σκέψη του) δεν είναι κάποιος Θεός που είναι υπεράνω κριτικής, και δεν μπορεί να είναι.Άλλο όμως κριτική, και άλλο η λάσπη που έχουν πετάξει κατά καιρούς διάφοροι “του χώρου” (και δεν βάζω μέσα τους μαρξιστές).Η προηγούμενη κριτική στον Κ.Κ από την πλευρά του διαλεκτικού Νατουραλισμού πχ. ήταν κόσμια και μπορούσες να κάνεις συζήτηση.Αυτό πάλι το δημοσίευμα, μάλλον προβοκατόρικο το βρίσκω.(σαν να ψάχνουμε αφορμή να μειώσουμε τον κάστορα).

  5. Χαίρομαι που μια μικρή υποσημείωση μοιάζει ήδη να οδηγεί σε μια προσπάθεια ισορροπημένης πρόσληψης του Μαρξ και όχι στις υπερβολές διαφόρων που κι εσύ αναγνωρίζεις Νίκο ως τέτοιες (και όπως δείχνεις, ακόμα και, περιθωριακά, ο Καστοριάδης).

    Είναι χαρακτηριστικό ότι «βασικές πτυχές» της στάσης του Καστοριάδη απέναντι στον Μαρξ που προβάλλονται απέναντι στη «διαστρέβλωσή» μου, είναι ένα σημείο στη Φαντασιακή απέναντι σε ένα ολόκληρο πρώτο μέρος του βιβλίου (το οποίο είναι ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον Μαρξισμό και περιμένει κανείς εκεί μια σοβαρή και πλήρη αντιμετώπιση – εις μάτην).

    Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η πρόκληση που θέτει η υποσημείωση δεν απαντήθηκε ούτε από τον Paul ούτε από σένα.

    Γράφεις:
    «Βέβαια, αν προχωρήσουμε την εξέταση αυτής της ιδέας του Μαρξ, θα δούμε ότι, εν προκειμένω, για το Μαρξ το φαντασιακό είναι προϊόν της ετερονομίας (φετιχισμού του εμπορεύματος) το οποίο θα πάψει να υπάρχει όταν καταργηθεί η αλλοτρίωση. Οπότε δίκιο έχει ο Καστοριάδης που τον εγκαλεί για απόκρυψη και για αφελή υλισμό.»

    Το απόσπασμά σου αυτό, αν και πολύ πιο κατατοπιστικό απ’ ό,τι συνήθως ακούμε και διαβάζουμε, συμπυκνώνει αρκετά απ’ όσα ήθελα να στιγματίσω με την ανάρτηση αυτή. Το ότι ο Μαρξ θεωρεί τις παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις ως βάση και το δίκαιο, τη φιλοσοφία, τις «φαντασιακές σημασίες» κ.λπ. εποικοδόμημα, δεν σημαίνει ότι εγκαθιδρύει μια αιτιακή σχέση μεταξύ τους, έτσι ώστε να μιλάμε για αφελή υλισμό. Ο Μαρξ έλεγε ότι ακόμα και μετά την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών εξακολουθεί να υφίσταται το «αστικό δίκαιο». Φυσικά ακόμα και το «αστικό δίκαιο» θα καταργηθεί με την τελική (αν επιτευχθεί) νίκη της επανάστασης, μαζί με την κατάργηση της αλλοτρίωσης. Η αλλοτρίωση στον καπιταλισμό δεν είναι οι θεσμοί και νέτα-σκέτα οι διαχωρισμοί. Είναι ο διαχωρισμός μεταξύ της αίσθησης προσωπικής ανεξαρτησίας και αντικειμενική εξάρτησης από τη δυναμική του κεφαλαίου (για εργάτες και καπιταλιστές). Οι διαχωρισμοί δεν θα πάψουν ποτέ να υπάρχουν. Σήμερα συντριβόμαστε υπηρετώντας αυτούς τους διαχωρισμούς. Στο χειραφετημένο μέλλον οι όποιοι διαχωρισμοί θα υπηρετούν τον άνθρωπο γιατί δεν θα υπάρχει η αστική κοινωνία. Τι θα υπάρχει; Ο Μαρξ καλώς δεν έδωσε λεπτομέρειες γιατί δεν ήταν ανιστορικός.

    Επίσης γράφεις: ‘Ο Καστοριάδης, αντίθετα, δε θεωρεί ότι ο καπιταλισμός δημιουργεί ένα «πλεόνασμα» φαντασιακού που μας κρύβει την «υλική» πραγματικότητα, αλλά ότι, μάλλον, τείνει στην καταστροφή των σημασιών (βλ. την ανάλυση για την άνοδο της ασημαντότητας και την ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού).’

    Ο Μαρξ δεν έλεγε ότι ο φετιχισμός είναι ένα καπιταλιστικό μαγικό κόλπο για να κρύβεται η αληθινή εκμετάλλευση. Τα φαντασιακά και η υλική πραγματικότητα είναι συμφυή στην ανάπτυξη της αστικής κοινωνίας, στην ιδιαιτερότητά της βέβαια. Εξίσου αληθινή είναι η θρησκεία και η εκμετάλλευση για τον Μαρξ! Γι’ αυτό έλεγε στο Κεφάλαιο ότι «στην πραγματικότητα είναι πολύ ευκολότερο να αποκαλύψεις με την ανάλυση τον επίγειο πυρήνα των νεφελωδών συλλήψεων της θρησκείας απ’ όσο το να δείξεις κατ’ αντίστροφη φορά με ποιον τρόπο οι πραγματικοί όροι της ζωής παίρνουν λίγο-λίγο το ουράνιο σχήμα. Το τελευταίο είναι η μόνη υλιστική και συνεπώς επιστημονική μέθοδος». Και η ίδια η υλική βάση στη μερικότητά της μπορεί να είναι εξίσου ψευδής, όπως έδειξε και η κριτική στον παραδοσιακό μαρξισμό και στον «υπαρκτό» σοσιαλισμό. [Ας μην ανοίξω τώρα τη συζήτηση για το θετικό κομμάτι του Καστοριάδη, το οποίο μας αφήνει με την απορία, τι διαφοροποιεί τον καπιταλισμό από τις προηγούμενες κοινωνίες, όχι μόνο όσον αφορά την καταστροφή αλλά και τις δυνατότητες].

    Επίσης, η καταγγελία εκ μέρους μου της αντιφατικής επίκρισης του Μαρξ λόγω της αναφοράς σε φυσικούς νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής έμεινε κι αυτή ανέπαφη.

    Σε σχέση με τα υπόλοιπα: επικροτώ τη διάθεση του Καστοριάδη ενάντια στα εγχειρίδια. Είναι όμως ήδη ισοπεδωτικό να βάζει κανείς στο ίδιο τσουβάλι Ένγκελς και Πρεομπραζίνσκι, όπως και θανάσιμους εχθρούς όπως οι Λένιν και Κάουτσκυ.
    Το θέμα είναι ότι δεν κάνει μια μαρξιστική κριτική του μαρξισμού αλλά ζητάει να εγκαταλείψουμε τον μαρξισμό. Άρα η κριτική στα εγχειρίδια πατάει και στην εγκατάλειψη της μαρξιστικής μεθόδου γενικά: η οποία έχει από άλλους στραφεί κριτικά εναντίον του Μαρξ, αλλά εμπλουτίζοντάς τον παράλληλα, εντός του μαρξιστικού στρατοπέδου, από στοχαστές όπως οι Κορς, Λούκατς, Αντόρνο (η οποία μαρξιστική μέθοδος επίσης υπόκειται σοβαρή κακομεταχείριση στη Φαντασιακή: στιγματίζεται η μέθοδος, που θέλει να διασώσει ο Λούκατς του ’23 στον ορθόδοξο μαρξισμό του, δήθεν ως διαχωρισμένη από το περιεχόμενο, λες και για τον μαρξισμό η μέθοδος ισούται με τη μορφή μιας θεωρίας!).

    Το να εξετάζουμε ‘τις ιδέες πάντοτε σε σχέση με την πραγματική και «ενεργή» κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα’ σημαίνει να συλλάβουμε ενεργά την πραγματικότητα αυτή στην ιδιαιτερότητά της. Κι ο Μαρξ αναφέρεται στην ολότητα της αστικής κοινωνίας, όχι στην υλική βάση, η οποία ολότητα δεν διαλύει βέβαια τα στοιχεία της αστικής κοινωνίας σε μια ταυτότητα. Ποια είναι η ιδιαιτερότητα της καπιταλιστικής κοινωνίας δεν νομίζω ότι ο Καστοριάδης το απάντησε αποτελεσματικότερα από τον Μαρξ. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα με το οποίο δεν θα ασχοληθώ τώρα.

    Βλέπω πάντως ότι όταν δεν συμφωνούμε με έναν στοχαστή υπάρχει η τάση να θεωρούμε ότι έχει υποστεί επιρροή από το καπιταλιστικό φαντασιακό. Απορώ πώς κάποιοι γλιτώνουν της επιρροής αυτής (βλ. Καστοριάδη, και το σχόλιό μου πριν περί εξωγήινου).

    Ο Μαρξ, όχι μόνο είχε επίγνωση αυτής της επιρροής, αλλά έβλεπε την επανάσταση κατά της αστικής κοινωνίας ως πραγμάτωση της αστικής κοινωνίας. Οι επαναστάσεις του ’17 θεωρήθηκαν από εξέχοντες μαρξιστές όχι ξεπέρασμα αλλά κορύφωση της κρίσης της αστικής κοινωνίας. Ο Μαρξ είδε το ξεπέρασμα του καπιταλισμού από τα μέσα (όχι από τους νόμους πτώσης του ποσοστού κέρδους, όπως και πάλι παρερμηνεύει ο Καστοριάδης, βλ. επ’ αυτού Λούκατς, Ιστορία και ταξική συνείδηση, εκδ. Οδυσσέας, σελ.104) και όχι απ’ έξω.

    Απόδειξη όσων έγραψα είναι Νίκο το τσουβάλιασμα από τον Καστοριάδη του Μαρξ στην κληρονομημένη σκέψη μαζί με τους Χέγκελ, Πλάτωνα κλπ. Εννοείται ότι δεν τους θεωρεί το ίδιο αλλά «σε τελική ανάλυση» ο Μαρξ δεν έχει να μας πει πολλά για την ουσία του καπιταλισμού κατά Καστοριάδη, όσο κι αν έχει κάνει την καλύτερη προσπάθεια στο Κεφάλαιο και τα τοιαύτα.

    Ο Κουμεντάκης είναι λιγότερο ενδιαφέρων αντι-μαρξιστής από τον Καστοριάδη νομίζω, και συνεπώς κρίνω ως ιδιαίτερα ατυχή την αναφορά, η οποία δείχνει αδυναμία διάκρισης κριτικής από κριτική – όπως και ο άγνωστος φίλος Paul έφτασε να αναφέρει στο σχόλιό του μέχρι και τους εθνικισταράδες!

    Βεβαίως η υποσημείωση αυτή δεν ξεμπερδεύει με τον Καστοριάδη, ούτε νομίζω έχει κάτι τέτοιο νόημα, ούτε το επιθυμώ (ενώ δυστυχώς πολλοί ‘καστοριαδικοί’ έχουν ξεμπερδέψει –νομίζουν– με τον Μαρξ). Είναι μια υπενθύμιση κριτικής εγρήγορσης επειδή ο Καστοριάδης έχει ένα μεγάλο κοινό στην Ελλάδα. Είναι επίσης πολύ ευγενικά διατυπωμένη και δεν καταλαβαίνω τη διαμαρτυρία του Paul ούτε τη δική σου επικρότησή της. Βεβαίως, ενώ διαθέτει βαθύτητα δεν είναι καθόλου αναπτυγμένη: αυτό ας το κάνουν οι αναγνώστες. Το μόνο που ελπίζω είναι να το σκεφτεί λίγο παραπάνω την επόμενη φορά ένας καστοριαδικός (δεν λέω ότι θα το έλεγαν όλοι) πριν πει την επόμενη φορά ότι ο Μαρξ ήταν ένας θετικιστής που υιοθέτησε το καπιταλιστικό δόγμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και θεώρησε ασήμαντες όλες τις άλλες σφαίρες κοινωνικής ζωής, ενώ είδε την κοινωνία σα μηχανή ή σα φυσική διαδικασία που ακολουθεί κάποιους σιδερένιους νόμους. Το ότι το κάνουμε τόσο θέμα πάντως (βασικά ο Paul, γιατί εσύ Νίκο απαντάς όχι τόσο στην υποσημείωση αλλά στα σχόλιά μου) μου θυμίζει την παροιμία με τη μύγα κι αυτόν που μυγιάζεται.

    Τον Rubel δεν τον έχω διαβάσει, κρίνω όμως τις αναλύσεις του Παπαϊωάννου εξίσου προβληματικές και μέρος της κληρονομιάς που δυσχεραίνει στην Ελλάδα τη σοβαρή ενασχόληση με τον Μαρξ – φυσικά το έργο του Καστοριάδη παίζει δυστυχώς τον σημαντικότερο ρόλο επ’ αυτού (δεν στιγματίζω όλο το έργο του ως αρνητικό, μιλάω για την προδιάθεση που καλλιεργεί εναντίον του Μαρξ).

    Κατά την άποψή μου, αμιγώς φιλοσοφικά θέματα έχουν μεγάλη σημασία. Για να δανειστώ μια έκφραση του Κορς, το γεγονός ότι έχει σπάσει ο «ομφάλιος λώρος» της επανάστασης που ενοποιούσε κριτικά θεωρία και πράξη, δεν σημαίνει ότι η θεωρία των επαναστατικών ζητημάτων στην αναπόφευκτη μορφή της σήμερα (τη μορφή των σαλονιών) έχει χάσει κάθε σχέση με την πράξη.

    Εγώ θα έλεγα ότι μετά τον Αντόρνο πράγματι δεν έχουμε δει τίποτα (δεν εκτιμώ τους καταστασιακούς ως μαρξιστές). Το μαρξιστικό βιβλίο όμως για παράδειγμα του Postone από το οποίο άντλησα την υποσημείωση, κατά τη γνώμη μου «διαυγάζει» πολύ σημαντικά από μαρξιστική σκοπιά τη σημερινή κατάσταση και θα ενδιέφερε νομίζω ακόμα και καστοριαδικούς. Όχι ότι δεν είναι σημαντική η συνεισφορά του Καστοριάδη.

    Κλείνοντας, μια παρατήρηση/προβληματισμό: όποτε βλέπω, π.χ. στο ιντυμίντια, «συγκρούσεις» για τον Μαρξ, βλέπω σχόλια καστοριαδικής απόχρωσης και επιχειρηματολογίας να δαιμονοποιούν τον Μαρξ και να τον απορρίπτουν σχεδόν συλλήβδην ως επαναστάτη (θεωρώντας τον με έναν αναρχικό τρόπο κάπως σαν εξουσιαστή με καπιταλιστικό φαντασιακό). Σίγουρα κατά καιρούς αναγνωρίζουν ότι έγραψε και μερικά καλά πράγματα – αλλά βασικά “μεσσιανισμούς, τεχνοφιλίες και ντετερμινισμούς”. Δηλαδή η δαιμονοποίηση, δαιμονοποίηση. Αυτό είναι άραγε τυχαίο ή σχετίζεται με τον τρόπο που αντιμετώπισε ο ίδιος ο Καστοριάδης τον Μαρξ; Κατά τη γνώμη μου σχετίζεται. Η αντιμετώπιση του Μαρξ από τον Καστοριάδη σίγουρα δεν είναι η αντιμετώπιση του Χέγκελ απ’ τον Μαρξ. Παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο, τόσο ο Καστοριάδης, όσο και η Άρεντ, αντιμετωπίζουν τον Μαρξ ως «ψόφιο σκυλί».

    Ο Μπούκτσιν προς το τέλος της ζωής του άλλαξε ριζικά στάση – γι’ αυτό παρέπεμψα στο βιβλιαράκι των εκδόσεων Ισνάφι στο προηγούμενο σχόλιό μου.

  6. Τώρα είδα και το σχόλιο του Paul:

    Νομίζω τα περισσότερα που έγραψα πάνω σχετίζονται με τα θέματα που θέτεις.

    Και τα δικά σου σχόλια και παραθέματα δείχνουν ξανά τη βασική παρανόηση που ταυτίζει τη διάκριση βάσης και εποικοδομήματος με τη ντετερμινιστική εξάρτηση από την οικονομία.

    Να ρωτήσω, τελικά ο Καστοριάδης ήταν εγκλωβισμένος στο καπιταλιστικό φαντασιακό; Κι αν ναι, το βλέπεις με όρους λιγότερο ή περισσότερο εγκλωβισμένου από τον Μαρξ; Ή δεν κάνεις καμία σύγκριση; Για να καταλάβω — (στο προηγούμενο σχόλιο προσπάθησα εν τάχει να δείξω γιατί ο Μαρξ εντός αυτού το εγκλωβισμού προσπάθησε να είναι επαναστάτης).

    Όχι ότι έχω ανοσία στα λάθη και στις σοφιστείες, όμως η αναφορά στην 11η θέση ήταν ότι μόνο σ’ αυτήν ο Καστοριάδης (συνοπτικά) αναγνωρίζει το επαναστατικό στοιχείο στον Μαρξ. Αυτό είναι λάθος ή σοφιστεία; Πάντως η θέση αυτή είναι κούφια, ένα σύνθημα, χωρίς την υποστήριξη των βασικών ιδεών του Μαρξ που απορρίπτει ο Καστοριάδης.

    Επίσης, δεν θέλω να είναι ο Μαρξ νο 1. Ούτε να πω ότι ήταν καλύτερος από Καντ και Χέγκελ: αυτό δεν μ’ ενδιαφέρει (μ’ ενδιαφέρει βεβαίως πάρα πολύ η σχέση των ιδεών τους). Θέλω να πω ότι σχετίζεται άμεσα το έργο του με τις απελευθερωτικές μας βλέψεις (σε αντίθεση με τον Πλάτωνα έγραψε στην και για την αστική κοινωνία από επαναστατική σκοπιά) – η ενασχόληση μαζί του δεν είναι φιλολογικό θέμα (έτσι τείνει να τον βάλει η καστοριαδική σκέψη «στη θέση που του αρμόζει»). Και δεν μπορούμε να το παρακάμψουμε ασχολούμενοι μόνο με τον Καστοριάδη ή τον Μπούκτσιν.

    Δεν λέω να γίνουμε σώνει και καλά μαρξιστές: στιγματίζω όμως τον αστόχαστο αντιμαρξισμό, όπως αποκαλύφθηκε πλέον στο σχόλιό σου. Αποκαλυπτικό όχι μόνο για σένα αλλά και για την επιρροή του Καστοριάδη: «Ή μαρξιστές ή επαναστάτες».

    Τέλος, επειδή αρχίζει να γίνεται μεγάλη η παρεξήγηση: η ανάρτηση είναι πολύ κόσμια, πολύ πιο κόσμια από τους χαρακτηρισμούς που βρίσκεις στο έργο του Καστοριάδη για τον Μαρξ και τον μαρξισμό.

    Πουθενά η ανάρτηση δεν ασχολείται με τις βασικές ιδέες του Καστοριάδη, προειδοποιεί όμως για τον τρόπο που ο Καστοριάδης προσλαμβάνει τον Μαρξ. Σκεφτείτε το καλύτερα, λέει στους αναγνώστες, πριν θεωρήσετε τον Μαρξ ξεπερασμένο επαναστατικά όταν θα διαβάσετε την κριτική του Καστοριάδη.

    Το ότι διαβλέπεις σ’ αυτήν την κριτική μέχρι και λανθάνουσα διάθεση να βγάλουμε τον Καστοριάδη φασίστα ή κάτι ηπιότερο, είναι αρκετά ανησυχητικό και πρέπει νομίζω να το ξανασκεφτείς.

  7. Να ξεκαθαρίσω πως όταν είπα πως είναι προβοκατόρικο το συγκεκριμένο άρθρο (δεν το λες και άρθρο) ,δεν εννοούσα πως δεν είναι κόσμιο.Προβοκατόρικος είναι ο τρόπος που σερβίρεται,σε αντίθεση πχ με την κριτική του κ.Δεσποινιάδη.Από την στιγμή που βρίσκεις κάτι σωστό στην υποσημείωση (το γνώριζες και πριν την διαβάσεις?), γιατί δεν έκατσες να αφιερώσεις ένα ολοκληρωμένο άρθρο-κριτική για τις “απαράδεκτες” θέσεις του καστοριάδη στην ΦΘΚ?Γιατί δεν πρόκειται να κάτσω να παραθέτω χωρία που και ασκεί κριτική και εκθειάζει τον Μαρξ ως στοχαστή,αλλά και την συνεισφορά του μαρξισμού γενικότερα(με τα καλά του και τα κακά του).Να ξέρουμε και τι να πρωτο-σχολιάσουμε.Παρόλα αυτά,η εν λόγω υποσημείωση αποτελεί σίγουρα τροφή για σκέψη.

    “Να ρωτήσω, τελικά ο Καστοριάδης ήταν εγκλωβισμένος στο καπιταλιστικό φαντασιακό; Κι αν ναι, το βλέπεις με όρους λιγότερο ή περισσότερο εγκλωβισμένου από τον Μαρξ; Ή δεν κάνεις καμία σύγκριση; Για να καταλάβω — (στο προηγούμενο σχόλιο προσπάθησα εν τάχει να δείξω γιατί ο Μαρξ εντός αυτού το εγκλωβισμού προσπάθησε να είναι επαναστάτης).”

    Λόγω εποχής, σίγουρα ο Καστοριάδης ήταν λιγότερο εγκλωβισμένος (αν και εγώ νομίζω πως δεν ήταν καθόλου).Δεν μπορείς να εξισώνεις τον Καστοριάδη με τον Μαρξ.Είναι άδικο και για τους 2.Ο Καστοριάδης για να κάνει αυτά που έκανε, εκτός των άλλων, είχε “φάει” και όλο τον Μαρξ&Ένγκελς (δλδ είχε διαβάσει τα έργα τους,για να μην παρεξηγηθώ).Και δεν είναι μόνο αυτό (υπάρχουν και τα κινήματα που μεσολάβησαν,η επιρροή της ψυχανάλυσης κλπ).Δεν νομίζω πάντως τις κοινωνικές σχέσεις ,δομές και θεσμούς ο Μαρξ να τις αντιλαμβανόταν όπως ο Καστοριάδης.Ωστόσο ο Μαρξ ήταν επαναστάτης, όπως και ο Καστοριάδης άλλωστε.(φίλε θοδωρή, στην συνάρτηση σου, μην ξεχνάς να βάλεις και την περίοδο που έγραφαν και ο,τι αυτό συνεπάγεται)

    Και ναι νομίζω είναι λάθος να λες πως ο Καστοριάδης αναγνωρίζει μόνο την 11η θέση ως επαναστατικό στοιχείο στον Μαρξ.Καταρχάς δεν βλέπεις πως αυτή και μόνο η θέση του Μαρξ, είναι σημαίνει πολλά περισσότερα από την θέση αυτή καθ΄εαυτή.Και το έδειξε και η ιστορία και η επιρροή του ίδιου σε αυτήν.

    Επίσης, όσο και αν μπορούμε να το τραβήξουμε με το “Ή μαρξιστές ή επαναστάτες”, εγώ επιμένω πως συμφωνώ με αυτήν την ρήση.Και το λέω όχι ως ένας που έχει διαβάσει τα πάντα από Μαρξισμό και Καστοριάδη, αλλά ως ένας που έχοντας διαβάσει κάποια και από τις 2 πλευρές, έκρινε με βάση αυτό και την συναναστροφή του με άλλους και το πως αυτοί αντιλαμβάνονται τα πράγματα.(δεν δηλώνω καστοριαδικός, με την έννοια ότι δεν έχω ως πατέρα τον Κάστορα, αν και θα ήθελα να δω επιτέλους μια σοβαρή κριτική επί πολιτικού για αυτόν,πέραν τα γνωστά του “ρεφορμιστή” και “πράκτορα”).Εξάλλου, όπως πολύ σωστά έλεγε και ο ίδιος ο Κ.Κ, μπορείς να πεις πως οι λέξεις Στάλιν,Μάο,Λένιν,Πολ Ποτ και κάτι εκατομμύρια ζωές δεν έχουν σχέση με τον μαρξισμό ως θεωρία?Ή μήπως όταν κρίνουμε τον Χριστιανισμό ,θα πρέπει να το κάνουμε ,μόνο διαβάζοντας την Βίβλο και τα λόγια του Χριστού?

    “Το ότι διαβλέπεις σ’ αυτήν την κριτική μέχρι και λανθάνουσα διάθεση να βγάλουμε τον Καστοριάδη φασίστα ή κάτι ηπιότερο, είναι αρκετά ανησυχητικό και πρέπει νομίζω να το ξανασκεφτείς.”

    Που υπονόησα κάτι τέτοιο?Είπα απλά πως μέχρι στιγμής κριτική για τον Καστοριάδη και το έργο του δεν έχω διαβάσει.Αυτά που έχω διαβάσει δεν είναι κριτικές.(με εξαίρεση αυτή του κ.Δεσποινιάδη)

    Επειδή άφησα και πολλά ασχολίαστα, ας περιμένουμε και την Νίκο,γιατί αυτός θα έχει σίγουρα πολλά περισσότερα να πει από εμένα.

  8. Και να τονίσω και το συγκεκριμένο (που τώρα μου ήρθε και εφάπτεται στο “debate” που έθεσες “ποιος μετέχει περισσότερο του καπιταλιστικού φαντασιακού”).

    Ο Μάρξ λέει πως η βάση της δημοκρατίας (αν θυμάμαι καλά) στην Αρχαία Ελλάδα είναι η μικρή ανεξάρτητη παραγωγή ,και όχι ετσιθελικά και αόριστα “η σκλαβιά” και “οι δούλοι” που λένε το 98% των “μαρξιστών” σήμερα ,και που βιβλιαράκια 90 σελίδων “Εισαγωγή στον Μαρξισμό” αναμασούν.Βλέπουμε ήδη μια αντιδραστική θέση των μαρξιστών που ο ίδιος ο Μαρξ, ως πραγματικός φιλόσοφος δεν συμμερίζεται και στέκεται κριτικά και με τα εργαλεία που έχει στην διάθεσή του βγάζει το συμπέρασμά του.Αυτό το συμπέρασμα όμως είναι ή δεν είναι “οικονομίστικό”?Δεν νομίζω ο Μαρξ να αδιαφορούσε πλήρως για όλες τις άλλες σφαίρες της κοινωνικής ζωής, αλλά σίγουρα αλλιώς αναλύει ο Καστοριάδης την γέννεση της Αρχαιοελληνικής Δημοκρατίας στην Αθήνα και αλλιώς ο Μαρξ.

  9. Paul, Paul, Paul. Θα κάνουμε ό,τι αναρτήσεις θέλουμε και όπως θέλουμε. Αν εσύ τις βρίσκεις στον τρόπο προβοκατόρικες, πρόβλημά σου. Δεν σου ζήτησε κανείς να κάνεις οτιδήποτε, μόνος σου ασχολήθηκες.

    Φυσικά και άλλες φορές δημόσια έχω τοποθετηθεί γι’ αυτό το θέμα, και όχι μόνο γι’ αυτό αλλά και για τη στάση του Καστοριάδη απέναντι στη διαλεκτική γενικά (φιλοσοφικά). Η υποσημείωση αυτή συνοψίζει το θέμα πάρα πολύ καλά.

    Στη φάση που είμαστε θελήσαμε να δημοσιεύσουμε αυτή την καλή σύνοψη του θέματος. Η υποσημείωση αυτή δεν αποδεικνύει τίποτα. Είναι όμως μια προειδοποίηση και μια σημαντική θέση. Όταν θελήσουμε να αποδείξουμε αναλυτικά κάτι θα το καταλάβεις.

    Σε ποια κριτική του Δεσποινιάδη αναφέρεσαι;

    Τώρα, εκπλήσσομαι με τον τρόπο σκέψης που βρίσκει τον Καστοριάδη λιγότερο εγκλωβισμένο στο καπιταλιστικό φαντασιακό, επειδή είναι πιο σύγχρονος. Υπάρχει θετικισμός και γραμμική θεωρία προόδου εδώ (δλδ όσα καταμαρτυρούνται συνήθως στον Μαρξ) ή μού φαίνεται; Γενικά βρίσκω άγονο τον προβληματισμό αυτού του τύπου, ευχαριστώ πάντως για τη διευκρίνιση.

    Για την 11η θέση δεν κατάλαβα τι έγραψες, ούτε πώς αυτό που έγραψες αποκρίνεται στο σχετικό σχόλιό μου.

    Περί μαρξισμού και καστοριαδισμού, έχε την κρίση σου σε εγρήγορση και διατήρησε τη συναναστροφή με πολλούς – όχι για να γίνει μαρξιστής ή καστοριαδικός (που δεν σ’ ενδιαφέρει όπως λες), αλλά για να μην γίνεις δογματικός. Δηλαδή μην πεις απλά: διάβασα λίγο Μαρξ, λίγο Καστοριάδη, μίλησα και με κάποια άτομα και κατέληξα. Να συνεχίσεις να ψάχνεις και να μιλάς αμείλικτα (φυσικά καλά κάνεις και διατηρείς τις απόψεις σου και τις υπερασπίζεσαι, απλά να θέτεις κι αυτές υπό αμφισβήτηση).

    Στο μπλογκ αυτό κάναμε μια πιο φιλοσοφική κριτική στον Καστοριάδη παλαιότερα. Κάποια στιγμή στο μέλλον ίσως ασχοληθούμε και με την πολιτική του, η οποία ρέπει σε ένα αναρχίζοντα φετιχισμό της πλειοψηφίας που μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο. Αλλά δεν το ανοίγω τώρα εδώ αυτό το θέμα.

    Το ότι συνδέεις παρατακτικά Στάλιν, Πολ Ποτ και Λένιν είναι για μένα σκέτη απογοήτευση! Είναι πολύ σημαντικό να δούμε τι συνέβη στη Ρωσική Επανάσταση κάποια στιγμή και να σταματήσουμε να βλέπουμε τον Λένιν σαν αιμοδιψή εξουσιαστή και πρόδρομο του Στάλιν. Ο Λένιν ήταν επιφανής επαναστάτης και μαρξιστής, ο Στάλιν ένας καιροσκόπος πρακτικιστής που είχε τους Μαρξ και Λένιν για βιτρίνα. Για τον Πολ Ποτ δεν το συζητάω καν.

    Ακόμα και για τον Χριστιανισμό πάντως, άλλο η ευαγγελική μορφή του Ιησού και άλλο η εκκλησία. Φυσικά ασκούμε κριτική και στο χριστιανικό ιδεώδες, αλλά υπό άλλες συνθήκες μπορεί να είχε οδηγήσει σε άλλη αλλοτρίωση και όχι αναγκαστικά στην Ιερά Εξέταση. Η αναλογία πάντως είναι αποτυχημένη, ο Μαρξ δεν έχει κάποιο «εξουσιαστικό» χαρακτηριστικό (σε αντίθεση με τον λόγο του Ιησού), που να σχετίζεται μάλιστα με τον Στάλιν και τον Πολ Ποτ. Με τα λάθη των μπολσεβίκων ως επαναστατών σαφώς και μπορούμε να κάνουμε σύνδεση αλλά και πάλι δεν μπορούμε να τα ανάγουμε στον Μαρξ.

    Για το 2ο σχόλιό σου:

    Είναι οικονομίστικο να διερευνά κανείς την οικονομική βάση μιας κοινωνίας; Αν βάση της οικονομίας είναι οι δούλοι ή οι μικρο-ιδιοκτήτες είναι οικονομισμός; Δεν μπορώ να καταλάβω.

    Και περί γένεσης της δημοκρατίας, δεν νομίζω ότι είναι ανάλυση να πει κανείς ότι μια μέρα οι Αθηναίοι γέννησαν τη δημοκρατία. Καλώς ο Μαρξ ή ο Μπούκτσιν έχουν άλλη ανάλυση, χωρίς να παραβλέπουν το δημιουργικό στοιχείο.

    Αλλά περιορίζομαι γιατί δεν θέλω να πάει η κουβέντα στην Αρχαία Αθήνα. Ο Μαρξ δεν είναι οικονομιστής κι αυτό φαίνεται πρωτίστως από τη στάση του απέναντι στον καπιταλισμό.

  10. Φίλε Θοδωρή, έχεις πάρει στραβά το περί “προβοκατόρικου” του άρθρου.Προφανώς και δεν θα σας πω εγώ τι θα δημοσιεύσετε (ποιος είμαι άλλωστε),αλλά σε ένα “μη-μυημένο” (όχι πως εγώ είμαι) στην σκέψη του Κ.Κ ,οι περισσότερες κριτικές που υπάρχουν στο Internet είναι εντελώς απωθητικές προς το έργο του.Από τους “μαρξιστές” μέχρι αναρχικούς και ελευθεριακούς.Κάνω λάθος?Νομίζω πως όχι.Αλλά ας μην ασχοληθούμε άλλο με αυτό.

    Και πρέπει να σου πω πως δεν με ενδιαφέρει να ασχοληθώ με την φιλοσοφία.Δεν είναι το αντικείμενό μου.Αυτό έλλειπε όποιος θέλει να ασχοληθεί με τα πολιτικά θέματα, να πρέπει να διαβάσει ότι υπάρχει από της σύγχρονη σκέψη.Εμείς θα διαβάζουμε και ο Καρατζαφέρης θα ανεβαίνει.

    “Περί μαρξισμού και καστοριαδισμού, έχε την κρίση σου σε εγρήγορση και διατήρησε τη συναναστροφή με πολλούς – όχι για να γίνει μαρξιστής ή καστοριαδικός (που δεν σ’ ενδιαφέρει όπως λες), αλλά για να μην γίνεις δογματικός. Δηλαδή μην πεις απλά: διάβασα λίγο Μαρξ, λίγο Καστοριάδη, μίλησα και με κάποια άτομα και κατέληξα. Να συνεχίσεις να ψάχνεις και να μιλάς αμείλικτα (φυσικά καλά κάνεις και διατηρείς τις απόψεις σου και τις υπερασπίζεσαι, απλά να θέτεις κι αυτές υπό αμφισβήτηση).”

    Νομίζω πως μόνο δογματικός που δεν είμαι.Αλλά ναι όταν βλέπω να βάλλονται όλοι κατά του Καστοριάδη από όλες τις πλευρές, θα τον υπερασπιστώ (δεν είναι δογματίλα αυτό νομίζω).Και στο κάτω κάτω, από αναρχοαριστερές σκέψεις που έχω διαβάσει, εε κακά τα ψέματα, την καστοριαδική δεν την φτάνουν.Και στο λέω πάλι κρίνοντας κυρίως από την πραγματικότητα.Στο indymedia αν μπεις θα καταλάβεις τι κουμάδες έχει και ο αναρχικός χώρος (δεν απέχουν και πολύ από τον φασισμό μερικοί).Ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται νομίζω να κάτσω να διαβάσω παραπάνω μαρξισμό ή παραδοσιακές θεωρίες αναρχισμού.Βλέπω αυτούς που το έχουν κάνει και σε εμένα είδα πως το ενδιαφέρον για την πολιτική αυξήθηκε μετά τον Καστοριάδη(και γιαυτό εξάλλου μια κριτική από αναρχική σκοπιά ή μαρξιστική του 1917 είναι ξοφλημένη κατά την γνώμη μου).

    “Το ότι συνδέεις παρατακτικά Στάλιν, Πολ Ποτ και Λένιν είναι για μένα σκέτη απογοήτευση! Είναι πολύ σημαντικό να δούμε τι συνέβη στη Ρωσική Επανάσταση κάποια στιγμή και να σταματήσουμε να βλέπουμε τον Λένιν σαν αιμοδιψή εξουσιαστή και πρόδρομο του Στάλιν. Ο Λένιν ήταν επιφανής επαναστάτης και μαρξιστής, ο Στάλιν ένας καιροσκόπος πρακτικιστής που είχε τους Μαρξ και Λένιν για βιτρίνα. Για τον Πολ Ποτ δεν το συζητάω καν.”

    Αυτό που λέει είναι πως η μαρξιστική θεωρία δεν μπορεί να αποκοπεί από αυτά που συνέβησαν (ούτε από τα καλά ούτε από τα κακά).Νομίζω πως είναι τουλάχιστον αστείο να κρίνουμε όπως είπα τον Χριστιανισμό μόνο από τον λόγο του jesus, λέγοντας πως το παπαδαριό φταίει για όλα.Το ίδιο ισχύει και με τα εγχειρίδια του Λένιν,Τρότσκι κλπ.

    Για το 2ό σχόλιό μου:

    Δεν είναι οικονομίστικο, με τον (άθλιο και απάνθρωπο) τρόπο που τον γνωρίζουμε από τον Λένιν.Απλά ο Μάρξ έδινε περισσότερο βάση στο υλικό στοιχείο και σε αυτά που σχετίζονταν με τις παραγωγικές σχέσεις.Όταν ο Κ. λέει πως ο Μαρξ πρόβαλλε στις ιστορικές κοινωνίες την αυτονόμηση της οικονομικής σφαίρας που ισχύει στον καπιταλισμό ,είναι συκοφάντηση?

    Κλείνοντας, να πω πως η “γεύση” που μου έχει αφήσει το συντριπτικό ποσοστό των αριστερών/αναρχικών που έχω συναντήσει (real life και internet) είναι μια ανυποχώρητη στάση στο υλικό/συστημικό στοιχείο, και ως εκ τούτου είναι λογικό ο Μπούκτσιν να είχε αποκαλέσει τον Κ.Κ μεταμοντέρνο όταν έφυγε από το Democracy&Nature , αλλά και η γενικότερη επίθεση προς το πρόσωπό του από το σύνολο της αριστεράς.(και στο ιντυμέντια ειδικά που έλεγες, η κατάσταση προσεγγίζει το γραφικό με τις επιθέσεις εναντίον του)

  11. Paul, αν το ιντερνετ είναι γεμάτο απωθητικές κριτικές του Κ. αυτό δεν το ξέρω ούτε με νοιάζει. Η δική μας δεν είναι τέτοια.

    Αν δεν θες να ασχοληθείς με τη φιλοσοφία και να ασχοληθείς μόνο με τα πολιτικά θέματα, νομίζω αυτό ούτε ο Καστοριάδης δεν θα το ενέκρινε. Η μάχη διεξάγεται σε πολλά επίπεδα. Η αντίστιξη “ή δεν θα διαβάζουμε φιλοσοφία ή αλλιώς θα ανέβει ο Καρατζαφέρης” είναι ο γνωστός αντι-διανοουμενίστικος εκβιασμός τον οποίο εμείς τουλάχιστον αναγνωρίζουμε ως μέρος του προβλήματος.

    Περί δογματισμού, το μόνο που σου είπα είναι να έχεις ανοιχτά τ’ αυτιά σου. Καταλαβαίνω ότι για σένα τον Καστοριάδη κανείς δεν τον φτάνει, αλλά μη σταματάς να δέχεσαι ερεθίσματα και να θέτεις ερωτήματα που αφορούν τα πάντα, και όχι μόνο ερωτήματα υπέρ του Καστοριάδη.

    Να μην αποκοπεί σίγουρα η μαρξιστική θεωρία απ’ ό,τι έγινε. Σοβαρή ανάλυση όμως δείχνει ότι ο Στάλιν και ο Πολ Ποτ μόνο μαρξιστές δεν μπορούν να θεωρηθούν στα σοβαρά — πρόκειται περί καιροσκόπων που χρησιμοποίησαν τη θεωρίας ως βιτρίνα για την πραγμάτωση των επιθυμιών τους.

    Κάνεις ένα μεγάλο άλμα. Ξεχνάς ότι η επανάσταση έγινε χάρη στην πρωτοβουλία ενός κόμματος μαρξιστικού — όλοι οι άλλοι κοιμόντουσαν όρθιοι και περίμεναν δεν ξέρω κι εγώ τί. Το γεγονός ότι οι νέοι καταπιεστές φόρεσαν αργότερα την προβιά του επαναστάτη δεν αναιρεί το γεγονός ότι μόνο ένα μαρξιστικό κόμμα μπόρεσε να δώσει το αποφασιστικό χτύπημα στο σύστημα και να δώσει την εξουσία στα σοβιέτ — έστω και για λίγο.

    Η συζητηση όμως είναι πραγματικά βαρετή για μένα γιατί αναμασάς τα λόγια σου και δεν απαντάς συγκεκριμένα.

    Ξαναδές τί έγραψα για τον χριστιανισμό:

    “Ακόμα και για τον Χριστιανισμό πάντως, άλλο η ευαγγελική μορφή του Ιησού και άλλο η εκκλησία. Φυσικά ασκούμε κριτική και στο χριστιανικό ιδεώδες, αλλά υπό άλλες συνθήκες μπορεί να είχε οδηγήσει σε άλλη αλλοτρίωση και όχι αναγκαστικά στην Ιερά Εξέταση. Η αναλογία πάντως είναι αποτυχημένη, ο Μαρξ δεν έχει κάποιο «εξουσιαστικό» χαρακτηριστικό (σε αντίθεση με τον λόγο του Ιησού), που να σχετίζεται μάλιστα με τον Στάλιν και τον Πολ Ποτ. Με τα λάθη των μπολσεβίκων ως επαναστατών σαφώς και μπορούμε να κάνουμε σύνδεση αλλά και πάλι δεν μπορούμε να τα ανάγουμε στον Μαρξ.”

    Εσύ, σ’ έναν διάλογο κουφών, δες τι (ξανα)γράφεις:

    “Νομίζω πως είναι τουλάχιστον αστείο να κρίνουμε όπως είπα τον Χριστιανισμό μόνο από τον λόγο του jesus, λέγοντας πως το παπαδαριό φταίει για όλα.Το ίδιο ισχύει και με τα εγχειρίδια του Λένιν,Τρότσκι κλπ.”

    Περί οικονομισμού, δεν είναι συκοφάντηση, είναι απλά λάθος. Πλέον έχουμε τα εθνολογικά τετράδια του ώριμου Μαρξ στη διάθεσή μας και ξέρουμε ότι δεν πρόβαλλε καμιά αυτονόμηση της οικονομικής σφαίρας — ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ (αναρωτιέμαι αν διαβάζεις τίποτα απ’ όσα γράφω…). Άλλο αν μελέτησε και τις συσχετίσεις ή αν έδωσε το περίγραμμα των καθορισμών της βάσης στο εποικοδόμημα.

    Αυτό όμως που κάνεις εσύ για τον Λένιν είναι συκοφάντηση.

    Κλείνοντας κι εγώ, να επισημάνω ότι δεν έχεις καταλάβει τίποτα ούτε από Μαρξ ούτε από Μπούκτσιν — ο Μπούκτσιν έδωσε εξίσου σημαντική σημασία σε ιδεολογικά ζητήματα, όπως και ο Μαρξ.

    Ο Καστοριάδης επιτέθηκε και ο ίδιος με οξύτητα στην κακώς εννοούμενη Αριστερά και καλά έκανε, και είναι λογικό να υπάρξει αντεπίθεση. Πολλές αντιπαραθέσεις πάντως είναι πολύ σοβαρές, και το να επιμένεις στις γραφικές είναι προβληματικό.

  12. Καλησπέρα σας.

    Παρακολουθώ με ιδιαίτερη προσήλωση τη συζήτηση σας και θα ήθελα να κάνω κάποια σχόλια στον Θοδωρή.

    Πρώτα απ’όλα Θοδωρή το ίδιο το άρθρο (”το όπιο του λαού” να το κάνει τέτοιο) είναι όντως προβοκατόρικο. Αυτό αν δεν θέλεις να το δεχτείς είναι πρόβλημα σου, αλλά το να συνοψίζεις την κριτική σου στον Καστοριάδη μέσα σε 5 σειρούλες που δεν εξηγούν τίποτα και βρίσκονται σε μία υποσημείωση ενός συγγράμματος, είναι ακόμα χειρότερο κι από το μαρξικό σκιάχτρο που αντικρύζουμε στο πρώτο μέρος της Φαντασιακής Θέσμισης της Κοινωνίας που όπως ισχυρίζεσαι συμβαίνει. Μια κριτική επί παραδείγματι που ξεπερνά μόνο στη ΦΘΚ (και μόνο στη ΦΘΚ) γύρω τις 100 σελίδες και φυσικά αναφέρομαι μόνο μα μόνο στην κριτική κατά του Μαρξ, δηλαδή για να είμαι επιεικής μπας και σου δώσω μιας σανίδα σωτηρίας να δικαιώσεις αυτό το καταραμένο σκιάχτρο του Μαρξ έχω εξαιρέσει όλο το κεφάλαιο ”Θεωρία και Επαναστατικό Πρόταγμα”. Και φυσικά δεν ανοίγω καν τη συζήτηση της ”αξίας χρήσης” που ενέχεται στη συνολοταυτιστική διάσταση της θέσμισης και συγκεκριμένα στο ”τεύχειν” και την οποία αναλύει ο Καστοριάδης, γιατί όταν αρχίζουμε να διαβάζουμε εκείνες τις σελίδες δεν μένει και πολύς χώρος για σκιάχτρα.

    Συνεχίζοντας και κάνοντας μια μικρή αναδρομή της ζωής του Καστοριάδη διαπιστώνω ότι επί 30 με 40 χρόνια (ή για να είμαστε ακριβείς με τους όρους από τα 15 του δηλαδή το 1937 που μπήκε στην Κομμουνιστική Νεολαία – αν και η επαφή του με τον Μαρξ έρχεται πολύ πιο πριν – μέχρι το 1964 όπου σταμάτησε να αυτοπροσδιορίζεται ως μαρξιστής) ο ενασχολούμενος με τον μαρξισμό και μαρξιστής Καστοριάδης, ο οποίος εργαζόταν ως οικονομολόγος και έκανε σεμινάρια για το Κεφάλαιο (του Μαρξ) στο Παρίσι τη δεκαετία του 1950 δεν κατανόησε τον Μαρξ, αλλά τον κατανόησαν πολύ καλύτερα σε τέτοιο σημείο ώστε να κατανοήσουν την κριτική του Καστοριάδη, άνθρωποι που δεν τον έχουν διαβάσει. Και φυσικά δεν αναφέρομαι στη ΦΘΚ, ούτε καν στα Σταυροδρόμια του Λαβυρίνθου Ι (”…Από τον Μαρξ στον Αριστοτέλη…”), αλλά στα μαρξιστικά του κείμενα. Πιθανόν και αυτοί οι κατανοητές της μη κατανόησης του Καστοριάδη δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τί συμβαίνει στον κόσμο τον 20ο και 21ο πρώτο αιώνα, παρά να σώσουν το Ευαγγέλιο και τον Ζαρατούστρα τους. Διότι διάολε ούτε μισή σελίδα κριτική δεν μπορεί να αντικρύσει κανείς στα κοινωνιολογικά κείμενα του Καστοριάδη (άλλωστε πώς να κάνεις κριτική όταν βγαίνεις έξω απ’τον κόσμο του sudoku και του σταυρόλεξου), όπως το Γραφειοκρατική Κοινωνία (2τόμοι), το Σύγχρονος Καπιταλισμός και Επανάσταση (2 τόμοι), το Πείρα του Εργατικού Κινήματος (2 τόμοι), το Περιεχόμενο του Σοσιαλισμού, έργα τα οποία σε μεγάλο βαθμό τα υποστήριζε μέχρι τη μέρα που πέθανε ο Καστοριάδης (δηλαδή εξαιρουμένης της μαρξιστικής/σοσιαλιστικής του ρητορείας). Μόνο κανά 2 αρθράκια του Μαριολή βρίσκουμε, αλλά αυτό έχει να κάνει καθαρά με τα οικονομικά κείμενα του Καστοριάδη. Κριτική τουλάχιστον συζητήσιμη μιας και ο ίδιος ο Μαριολής απορεί με την απόφανση του Καστοριάδη ”ας πάρουμε ως δεδομένο πώς η τεχνολογία αναπτύσσεται”. Δηλ. κριτική μόνο για μια σταθερή τεχνική (αν αυτό φυσικά συμβεί έστω και για 1 δευτερόλεπτο σημαίνει ή ότι οι άνθρωποι τελικά γίνανε πράγματα εξ’ολοκλήρου ή ότι η υπό εξέταση επιχείριση βρίσκεται κάπου στο κενό ή απλά μεταξύ χάρτου και πέννας του Μαριολή).

    Και αυτοί οι κατανοητές δηλαδή προσπαθούν να μας πείσουν ότι ο Καστοριάδης βλέπει εντελώς ανιστορικά τον Μαρξ, ενώ κοινωνιολογικά και ιστορικά ο 20ος αιώνας οφείλει τα μάλα στην εξέλιξη της μαρξιστικής κοινωνιολογίας από τον Καστοριάδη (όχι μόνο σ’αυτόν, αλλά επειδή για τον Καστοριάδη μιλάμε σε αυτόν αναφέρομαι. Μην βγάλουμε πάλι τις μεζούρες να μετρήσουμε αν το οφείλει κατά 1/10 στον ΚΚ, κατά 2/10 στον Παπαϊωάννου και κατά 5/10 στον Πουλαντζά). Αλλά είπαμε δεν μας νοιάζουν αυτά. Φτου κακά ο Καστοριάδης, αυτός είναι ένας μεταφυσικός και ιδεαλιστής θα μας έλεγε ένας αυθεντικός μαρξιστής.

    Επί του κειμένου όμως μας λέει ο αγαπητός Postone ότι ο Καστοριάδης υποθέτει την μεταφυσική του Μαρξ εξαιτίας της οντολογικοποίησης της εργασίας. Πρώτα απ’όλα το πόσο κάκιστη ανάγνωση έχει κάνει στον Καστοριάδη ο σύντροφος ο Postone, φαίνεται και μόνο με την λέξη ”υποθέτει”. Ο Καστοριάδης δεν υποθέτει, αλλά είναι ρητός. Το Κεφάλαιο είναι ένα βαθιά μεταφυσικό και ταυτολογικό (η Εργασία ως Υπόσταση/Ουσία) ακριβώς επειδή οντολογικοποιεί την εργασία και ανάγει την κοινωνικο-ιστορική εργασία στο σχήμα της Απλής Αφηρημένης Κοινωνικά Αναγκαίας Εργασίας. Αυτό όσον αφορά το οντολογικό κομμάτι του Καστοριάδη, κατά το οποίο αν κάποιος δεν κατανοήσει το νόημα της δημιουργίας ex nihilo, δεν μπορεί να κατανοήσει και τα σημεία της κριτικής της μαρξικής οντολογίας, η οποία είναι καθολική όχι επειδή ο Καστοριάδης είχε καμιά όρεξη απλά να έρθει σε ρήξη με τον Μαρξ, αλλά επειδή τελικά ισχυρίστηκε πώς τραπέζι ≠ ξύλο. Αυτός είναι ο παραλογισμός του Καστοριάδη!!!! Ότι το τραπέζι δεν είναι ξύλο αλλά είναι τραπέζι, ως προς το είδος του.

    Μετά από αυτή τη σύντομη αναδρομή που έκανα, εξακολουθώ να θεωρώ το συγκεκριμένο άρθρο προβοκατόρικο (όπως προβοκατόρικο θεωρώ και ένα άρθρο 5 σειρών κριτικής στον Μαρξ από καστοριαδική σκοπιά). Αυτό δεν σου αφαιρεί φυσικά το δικαίωμα Θοδωρή από το να σηκώνεις τέτοια άρθρα, αλλά με τέτοια ποιότητα περιεχομένου των αναρτήσεων να περιμένεις και αντίστοιχης ποιότητας απαντήσεις στα σχόλια. Αυτό το ”θα σηκώνουμε ό,τι θέλουμε” δεν το εκλαμβάνω προσωπικά ως απειλή εγώ για να αυτολογοκριθώ.

    (Να με συγχωρεί ο φίλος paul που διαφωνώ μαζί του, ίσως επειδή είναι ευγενικός προσπάθησε να μαζέψει την κατηγορία του, γι’αυτό ήρθα απλά για να την επαναφέρω και να μην την αφήσω να χαθεί ώστε να το δουν και οι υπόλοιποι)

    Οπότε επανέρχομαι και στο τελευταίο σχόλιο του Θοδωρή που μας λέει ”η δική μας δεν είναι απωθητική κριτική”. Κι όμως μια χαρά είναι. Μόνο απώθηση να μην ασχοληθεί σοβαρά κανείς και να εξοβελίζει χυδαίους χαρακτηρισμούς (προβοκάτσια π.χ.), προκαλεί ένα σχόλιο που προσπαθεί να παρουσιάσει μια κριτική κατά του Καστοριάδη σε 5 σειρούλες, μην λέγοντας τίποτα διότι ξεκινάει από το σφάλμα του ότι ο Καστοριάδης ”υποθέτει”. Σιγά μην έτρωγε και φύλλα δάφνης όταν έκανε κριτική στον Μαρξ.

    Πάντως είναι πάρα πολύ εποικοδομητικό να αναφερόμαστε στην κριτική του Καστοριάδη προς τον Μαρξ, τον οποίο φυσικά διαχωρίζουμε από τους υπόλοιπους μαρξιστές (ακόμα και από τον Ένγκελς), αλλά τελικά όταν θέλουμε να επικαλεστούμε την αυθεντία της ορθότητας του μαρξισμού το κάνουμε μέσω των ερμηνευτικών σχημάτων του Λούκατς ή του Κορς ή ακόμα και του Postone και όχι μέσω του Μαρξ.

    Υ.Γ. Είμαι ειλικρινής και αναφέρω ρητά πως το συγκεκριμένο σχόλιο δεν το έχω κάνει για να προάγω κάποιο διάλογο, άλλωστε οι διαθέσεις του Θοδωρή τόσο από το ίδιο το άρθρο, όσο και από τα σχόλια του φαίνονται ότι δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο, παρά μόνο να μαλώνουμε όλοι μεταξύ μας για το ποιός την έχει πιο μεγάλη (όλες οι αιτίες πολέμου κάπου εκεί οφείλονται σημασιολογικά άλλωστε!), οπότε δέχομαι κάθε επίθεση επί του προσωπικού επιπέδου άνευ όρων, χωρίς φόβο και με πάθος, αλλά διευκρινίζω πώς δεν θα ξανακάνω σχόλιο και η απάντηση (αν απαντήσω κάποια στιγμή γιατί στα άμεσα ενδιαφέροντα μου δεν είναι να συγκρίνω Καστοριάδη και Μαρξ για να δω ποιος είναι ο καλύτερος λες και μιλάμε για trademarks υποδημάτων) θα είναι επί του μαρξικού έργου με απλά και ωραία λογάκια για να κατανοήσει ο Θοδωρής λίγα και απλά πραγματάκια για τον Καστοριάδη (φυσικά Θοδωρή μπορείς να πεις το ίδιο κι εσύ για μένα και τον Μαρξ και πολύ καλά θα κάνεις. Οπότε, κάντο λοιπόν!)

  13. Με εντυπωσιάζει η εξεζητημένη αντίδραση (γιατί τελικά για κάτι τέτοιο πρόκειται) απέναντι σε μια παράγραφο. Σε μια παράγραφο που εξήγησα ότι δεν αποδεικνύει τίποτα αλλά προβληματίζει και προειδοποιεί.

    Ξεσηκώθηκαν φωνές για προβοκάτσιες. Αυτό οπαδική αντιμετώπιση μου θυμίζει — όπως και οι εκφράσεις για το ποιος την έχει πιο μεγάλη και άλλα γηπεδικά. Αντιδράσεις που διακιώνουν την ανάρτηση αυτή.

    Με εντυπωσιάζει όμως ακόμα περισσότερο, 1ο, η αδυναμία να απαντηθεί το θέμα που θίγει η παράγραφος αυτή (που ΘΙΓΕΙ και δεν αναπτύσσει), όπως και να απαντηθούν και μια σειρά άλλων θεμάτων που έθεσα στη συνέχεια, και 2ο η επιφανειακότητα με την οποία προσεγγίζεται ο Μαρξ.

    [Κάτι επί του ύφους: Νικόλα μην μας κουνάς το δάκτυλο. Οταν έγραψα ότι θα κάνουμε ό,τι ανάρτηση θέλουμε, βεβαίως εννοούσα ότι δεν δεχόμαστε υποδείξεις κοσμιότητας (την οποία έχουμε αποδείξει με την ιστορία αυτού του μπλογκ) από ανώνυμους ή επώνυμους που τους έτσουξε απλά μια ανάρτηση. Χαμηλώστε λοιπόν τους τόνους (ο Paul μας έκανε μάθημα κοσμιότητας, δήθεν οι προηγούμενες αναρτήσεις μας ήταν πιο κόσμιες και τα τοιαύτα — να που βάλαμε και αστυνομία κοσμιότητας και μέτρησης προβοκάτσιας στο κεφάλι μας. Ασχοληθείτε με την ουσία του πράγματος. Η ειρωνία, ο σαρκασμός, η οξύτητα είναι ανεκτά από σας μόνο όταν εκσφενδονίζονται από τον Καστοριάδη;).

    Πράγματι ο Καστοριάδης εργάστηκε για την ανανέωση του μαρξισμού στον εικοστό αιώνα: γνωρίζουμε όμως ότι κατόπιν σκέφτηκε πως είτε θα παραμείνουμε μαρξιστές είτε θα παραμείνουμε επαναστάστες. Ας μην κοροϊδευόμαστε λοιπόν.

    Το “υποθέτει” στην υποσημείωση του Postone δεν αμφισβητεί τη βεβαιότητα του Καστοριάδη ως προς το σκιάχτρο του. Μην μπερδεύεσαι Νικόλα. Αμφισβητεί το ίδιο το σκιάχτρο. Διάβασέ το ως συνώνυμο του “νομίζει”

    Στη συνέχεια, επιδίδεσαι σε μια ακόμα αχυροκατασκευή του Μαρξ. Μένω σ’ αυτό περισσότερο μπας και αναλογιστείς μήπως πρέπει να διαβάσεις λίγο παραπάνω το Κεφάλαιο προτού με τόση βεβαιότητα βγάλεις την ετυμηγορία σου.

    Γράφεις:
    “Το Κεφάλαιο είναι ένα βαθιά μεταφυσικό και ταυτολογικό (η Εργασία ως Υπόσταση/Ουσία) ακριβώς επειδή οντολογικοποιεί την εργασία και ανάγει την κοινωνικο-ιστορική εργασία στο σχήμα της Απλής Αφηρημένης Κοινωνικά Αναγκαίας Εργασίας.”

    Τι λαμπρή επιβεβαίωση (για άλλη μια φορά) της υποσημείωσης που αναρτήσαμε! Πόσο δίκιο είχαμε που σκεφτήκαμε ότι αντανακλά πραγματικά τη σύγχρονη σύγχυση περί Μαρξ! Καταλογίζεται στον Μαρξ αυτό που ο Μαρξ στιγματίζει στη δυναμική του κεφαλαίου!

    Ο ίδιος ο Μαρξ λέει Νικόλα ότι επειδή οι υποβόσκουσες σχέσεις στον καπιταλισμό διαμεσολαβούνται από την εργασία, δηλαδή αντικειμενικοποιούνται, εμφανίζονται, όχι ως ιστορικά συγκεκριμένες και κοινωνικές, αλλά διϊστορικά έγκυρες και οντολογικά εδραιωμένες. Η εμφάνιση του διαμεσολαβητικού χαρακτήρα της εργασίας στον καπιταλισμό ως αφηρημένης ή “φυσιολογικής” (η υποτιθέμενη κοινή βιολογική προσπάθεια σε κάθε ανθρώπινη εργασία), είναι για τον Μαρξ ο πυρήνας του φετιχισμού στον καπιταλισμό! Ο Μαρξ δεν ασκεί κριτική από τη σκοπιά μιας οντολογικοποιημένης εργασίας, αλλά ασκεί κριτική στην ίδια την εργασία ως τέτοια!

    Για το τραπέζι και το ξύλο μην κάνεις έτσι, θα πάθεις τίποτα. Δεν είναι εκεί η ουσία του θέματος.

    Όπως θα πρόσεξες, αν έβαλα κάποιο απόσπασμα μέχρι τώρα ήταν του Μαρξ από το Κεφάλαιο για τη θρησκεία. Δεν ανέτρεξα μόνο στους Κορς και Λούκατς. Ο Λούκατς (και η Λούξεμπουργκ εν προκειμένω) είδε τη διαστρέβλωση την οποία πάθαινε το Κεφάλαιο απ’ αυτούς που ταύτιζαν το κεφάλαιο με τους μαθηματικούς τύπους που περιείχε — και απάντησε καταιγιστικά. Δεν γνωρίζω αν ο Μαρξ είχε ανάλογα συναντήσει και απαντήσει τέτοιου είδους διαστρεβλώσεις, ώστε να παραπέμψω στον Μαρξ (δεν είμαι ειδικός επί του Μαρξ, απλά δεν έχω κλειστά τ’ αυτιά μου).

    Ο μαρξισμός όμως είναι η μαρξιστική κριτική στον μαρξισμό. Κάτι στο οποίο επιδόθηκε και ο ίδιος ο Μαρξ (βλ. την αλλαγή του προσανατολισμού του ανά διαστήματα). Και βεβαίως δεν έχει νόημα να διαβάσει κανείς με κριτική διάθεση τον Μαρξ ξεκομμένα από τα κύρια έργα άλλων επιφανών μαρξιστών, από τον Ένγκελς μέχρι τον Αντόρνο.

    Εμείς θέλαμε να ρίξουμε στο τραπέζι έναν μικρό προβληματισμό για ένα μεγάλο θέμα: το πώς βλέπει ο Καστοριάδης τον Μαρξ. Και εκθέσαμε με τον τίτλο της άποψή μας ότι συμφωνούμε και επαυξάνουμε. Δεν καταθέσαμε διδακτορικό. Η νύξη του Postone θεωρήσαμε ότι είναι επαρκής αφετηρία για να αρχίσει κάποιος να προβληματίζεται σοβαρά για τον “Μαρξ” του Καστοριάδη.

    Στον διάλογο δυστυχώς δεν μπήκαμε για να το συζητούσουμε αυτό. Μπήκαμε επειδή μας ζήτησαν τον λόγο οι θιγμένοι. Άρχισε τον διάλογο ο Paul:

    “Τέτοια μανία με τον Κάστορα ρε παιδιά?Αριστεροί (κάθε λογής),αναρχο-χαρούμενοι και ελευθεριακοί, όλοι χτύπους(σπάνια κριτική).Και αν βάλουμε και τους εθνικισταράδες που διαβάζουν από αυτόν μόνο την Ελληνική Ιδιαιτερότητα.. τι να πω κρίμα.”

    Και καταλήξαμε με τις δικές σου διαμαρτυρίες περί προβοκάτσιας και περί μεγέθους που μετράει. Πράγματι σ’ αυτό το επίπεδο δεν έχει νόημα να συνεχίσουμε τον διάλογο, κι αν κάνεις πράξη την υπόσχεσή σου να μην απαντήσεις θα μου έκανες μεγάλη χάρη

    Ακόμα και τα “απλά και ωραία λογάκια” σου περί του μαρξικού έργου άσ’ τα καλύτερα, γιατί ήδη είδαμε πόσο πολύ το ταλαιπώρησες το μαρξικό έργο παραπάνω.

    Όσο για τον Καστοριάδη (ως προς τον Μαρξ), έχουν τεθεί πολλά θέματα που εκκρεμούν. Οι παρεμβάσεις σας δεν με βοήθησαν τον φτωχό να τα κατανοήσω.

    1)Ο Καστοριάδης αναγνωρίζει το φαντασιακό στοιχείο στον Μαρξ αλλά λέει ότι σε τελική ανάλυση ο Μαρξ επιστρέφει σε έναν αφελή υλισμό και ανάγει το φετίχ στην οικονομία. Έλα όμως που ακόμα και η οικονομική βάση απομονωμένη από την ολότητα της αστικής κοινωνίας είναι για τον Μαρξ ψευδής. Το αντίθετο δεν είναι άποψη του Μαρξ αλλά λειτουργία του φετιχισμού του εμπορεύματος εντός του καπιταλισμού. Αυτά πρέπει να πιστέψουμε ότι ο Μαρξ τα καταλαβαίνει και τα περιγράφει αλλά σε τελική ανάλυση τα ξεχνάει και κάνει άλλα αντί άλλων. Εγώ προσωπικά δεν θα πάρω, ευχαριστώ.

    2)Κατηγορείται ο Μαρξ για την αναφορά σε φυσικούς νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής. Τόσο όμως το “φυσικό” όσο και οι “νόμοι” στο πλαίσιο της εποχής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από ό,τι καταλαβαίνει ο μέσος μεταμοντέρνος άνθρωπος.

    3)Οι δε μαθηματικοί τύποι (π.χ. της πτώσης του ποσοστού κέρδους) δεν είναι απαύγασμα της μεθοδολογίας του Κεφαλαίου (όπως παρουσιάζονται από τους επικριτές του Μαρξ) αλλά μη πλήρως προσδιορισμένες μορφές στην πορεία εκδίπλωσης της μεθοδολογίας του Κεφαλαίου (εδώ κρίσιμη η παραπάνω παραπομπή μου στον Λούκατς).

    4)Η μαρξιστική μέθοδος κατά Καστοριάδη είναι μια αφέλεια γιατί αγνοεί το περιεχόμενο. Όμως η μαρξιστική μέθοδος δεν ισοδυναμεί με τη μορφή της θεωρίας αλλά είναι η τεταμένη σχέση μορφής και περιεχομένου υπό την ιδιαίτερη δυναμική του κεφαλαίου (υπό την κυριαρχία της οποίας ακόμα βρισκόμαστε, διορθώστε με αν κάνω λάθος διαφωτιστές μου).

    Περιμένω στο μέλλον τη δική σου διατριβή Νικόλα, όχι άλλο σχόλιο, και όχι μια υποσημείωση (όπως αναρτούμε εμείς οι πτωχοί τω πνεύματι), πάνω σε αυτά τα ζητήματα, ώστε “να κατανοήσει ο Θοδωρής [και ο κάθε Θοδωρής] λίγα και απλά πραγματάκια για τον Καστοριάδη”.

    Θα μας υποχρέωνες.

  14. Παιδιά, συγγνώμη για την καθυστέρηση, αλλά έχω πολύ λίγο χρόνο αυτές τις μέρες. Γενικώς δε θα επεκταθώ πολύ, όχι μόνο λόγω έλλειψης χρόνου αλλά και επειδή για εμένα το ζήτημα είναι, κατά κάποιον τρόπο, «ληγμένο». Είμαι ανοιχτός σε διαφορετικές ερμηνείες του μαρξισμού και θα συμφωνούσα ότι στη ΦΘΚ ο Καστοριάδης πιάνει την πιο σχηματική εκδοχή του μαρξισμού (εξήγησα παραπάνω γιατί το κάνει αυτό), η οποία δεν έχει μεγάλη σχέση με μη ορθόδοξους μαρξιστές όπως ο Κορς, η Σχολή της Φραγκφούρτης, ο Μπρούνο Ρίτζι, ο ιστορικός Έντουαρντ Τόμσον κ.λπ. Όμως δεν είναι καθόλου τυχαίο που αυτοί όλοι θεωρούνται «μη ορθόδοξοι». Κάτι δείχνει αυτό, κάτι που δίνει δίκιο στον Καστοριάδη, νομίζω. Γι’ αυτό για εμένα δεν τίθεται ζήτημα επιστροφής στο Μαρξ. Δύο-τρία σημεία θα ήθελα μόνο να επισημάνω.

    Δεν είναι δυνατόν να λέμε ότι φταίει ο Καστοριάδης που στην Ελλάδα δεν έχουν καταλάβει το Μαρξ! Αν φταίνε κάποιοι, τότε είναι όλοι αυτοί οι μαρξιστές που εκχυδαΐζουν το Μαρξ μέσα από τις πράξεις και τις «θεωρητικές» τους αστειότητες (τα διάφορα γκρουπούσκουλα της άκρας αριστεράς, οι αλτουσεριανοί του Συνασπισμού κ.λπ.). Δεν είδα ποτέ τον Κορς να χρεώνει την αποστέωση του μαρξισμού στους κριτικούς του. Ίσα ίσα, στις ίδιες τις ετερόνομες τάσεις του μαρξισμού, όπως κωδικοποιούνταν από την ορθοδοξία της εποχής (τυχαίος ο όρος;;) των Κάουτσκι και Λένιν, έθετε στο στόχαστρό του. Ο Καστοριάδης απλώς εμβαθύνει αυτού του είδους τις κριτικές, δηλαδή κριτικές που ξεκινούν από ένα είδος εφαρμογής της κριτικής στον ίδιο το μαρξισμό με σκοπό τον εντοπισμό των ίδιων του των αδυναμιών. Απλά ο Καστοριάδης, βάσει της εμπειρίας και των διανοητικών εξελίξεων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα μπόρεσε να πάει πιο πέρα.

    Άλλωστε, όποτε έχει γίνει συζήτηση περί Καστοριάδη στο Ίντυ, ακούμε απίστευτα πράγματα, εφόσον η μεγαλύτερη πλειονότητα των συμμετεχόντων είναι ενάντιοι (εδώ μερικά παραδείγματα: http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=175318#175486 , http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1071048#1072448):
    «φαλακρό σκουλήκι», «νεοφασίστας», «πράκτορας του ΟΟΣΑ», «διαχειριστής του σχεδίου Μάρσαλ», «αυτός που προσκύνησε τους ναζί» είναι λίγα από τα πράγματα που θα διαβάσουμε σε αυτά τα ποστς. Και θέτω το απλούστατο ερώτημα: έχουμε δει κάποιον άλλο από τους επαναστάτες θεωρητικούς να στολίζεται με τέτοιους βλακώδεις χαρακτηρισμούς; Έχουμε δει άλλο συγγραφέα της επαναστατικής παράδοσης να αντιμετωπίζεται από δήθεν σοβαρούς διανοούμενους (Τερζάκης κ.λπ.) ως δυνάμει πράκτορας και υποστηρικτής του Ρήγκαν; Φυσικά και όχι. Και υπό αυτές τις συνθήκες είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας να πιστεύουμε ότι ο Καστοριάδης έχει ασκήσει αρνητική επιρροή, επειδή –λέει- έχει κάνει τον κόσμο να αποστρέφεται το μαρξισμό. Όλοι αυτοί οι γκασμάδες που τα γράφουν αυτά για τον Καστοριάδη, αν τους ρωτήσεις, Θοδωρή, «στην υπεράσπιση του μαρξισμού» (για να θυμηθούμε και τον Τρότσκι) το κάνουν. Οπότε μάλλον θα πρέπει να σκεφτούμε λίγο για ποιο λόγο μια πολιτική ιδεολογία οδηγεί ένα μεγάλο μέρος από τους υποστηρικτές της να επιτίθενται με τέτοια βλακώδη μανία ενάντια σε κάποιον που τους κάνει κριτική.

    Νομίζω, Θοδωρή, ότι εσύ περιστέλλεις το μαρξισμό στις πιο «ανθρωπιστικές», «εγελιανές» εκδοχές του, πράγμα που είναι λανθασμένο, εφόσον αυτές οι εκδοχές του υπήρξαν εξαιρετικά μειοψηφικές. Με άλλα λόγια, δε μπορούμε να βάζουμε σε παρένθεση ολόκληρη την ιστορία του 20ού αιώνα και να βγαίνουμε ξαφνικά και να λέμε «ο Καστοριάδης διαστρέφει τα πράγματα, επειδή ο μαρξισμός έβγαλε και Κορς, Αντόρνο και Ποστόουν, άρα τα περί ντετερμινισμού, ορθοδοξίας και σεχταρισμού είναι υπερβολές». Δε μπορούμε να κρατάμε μόνο ό,τι μας συμφέρει και να λέμε ότι όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν σχέση με το μαρξισμό.

    Άλλωστε δε νομίζω ότι ο Στάλιν είναι άσχετος με το Λένιν. Λένιν και Τρότσκι είναι οι θεμελιωτές του ολοκληρωτικού συστήματος που θα «ανθίσει» με το Στάλιν. Κομματικός και κρατικός αυταρχισμός, ανηλεείς εκτελέσεις, πόλεμος ενάντια στην αγροτιά, υιοθέτηση και προχώρημα του τεϊλορισμού μέχρι τα άκρα (με την περίφημη «στρατιωτικοποίηση της εργασίας» του Τρότσκι, για παράδειγμα), δικτατορικές μέθοδοι διακυβέρνησης, κατάργηση των σοβιέτ και άλλα διάφορα είναι μερικά από τα στοιχεία που στα μάτια μου καθιστούν σαφές και ομαλό το πέρασμα από τη μονοκομματική δικτατορία των Λένιν-Τρότσκι στον ολοκληρωτισμό του Στάλιν. Το ότι τα θεωρητικά έργα του Λένιν είναι συχνά πολύ σημαντικά και πλούσια σε ιδέες (π.χ. ο Ιμπεριαλισμός ή άλλα κείμενα, σε αντίθεση με στριφνά και εντελώς επιφανειακά έργα όπως ο Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός ή το Τι να κάνουμε;) ή ότι ο Λένιν ήταν μεγάλο πολιτικό μυαλό, δεν αναιρεί ότι είναι πολιτικός εχθρός του δημοκρατικού προτάγματος, εφόσον εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς βίας και αυταρχισμού, το οποίο κατέστρεψε κάθε δημοκρατική ορμή της ρωσικής κοινωνίας. Στο Λένιν βρίσκουμε ένα συνδυασμό του γραφειοκρατικού μαρξισμού της Β’ Διεθνούς με το αυταρχικό πνεύμα του Μπακούνιν, του Νετσάγιεφ και του Τκάτσεφ.

  15. Νίκο, ευχαριστώ για το γόνιμο αυτό σχόλιο, νομίζω ως κοινό συμπέρασμα μπορούμε να κρατήσουμε αυτό: “στη ΦΘΚ ο Καστοριάδης πιάνει την πιο σχηματική εκδοχή του μαρξισμού”.

    Κατά τη γνώμη μου βέβαια το πάει πολύ παραπέρα επιτιθέμενος άδικα στον ίδιο τον Μαρξ (όχι μόνο στη ΦΘΚ αλλά και σε άλλα βιβλία). Όπως λες κι εσύ κάπου αλλού, από ένα σημείο και μετά “πάει πιο πέρα”.

    Πράγματι οι “μη ορθόδοξοι” μαρξιστές ήταν συνήθως στο περιθώριο. Όμως ο Λένιν ως “μη ορθόδοξος” πέτυχε ό,τι πέτυχε χτυπώντας την αποστεωμένη ορθοδοξία της Β’ Διεθνούς. Οι λαμπρότεροι μαρξιστές (Λένιν και Λούξεμπουργκ) διέπρεψαν ως “μη ορθόδοξοι” (βεβαίως αυτό εμφανίστηκε ως αποκατάσταση του Μαρξ). Δεν έχει νόημα να βγάζουμε πάντως έτσι συμπεράσματα περί Μαρξ. Δεν μπορεί να ευθύνεται το ίδιο το έργο αν η πλειοψηφία δεν το κατάλαβε. Η αλήθεια δεν είναι στατιστική συνάρτηση.

    Θα συμφωνήσω και σε κάτι ακόμα μαζί σου: πράγματι, μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης φέρουν οι “χυδαίοι” (μια λέξη που ποτέ δεν μου άρεσε) μαρξιστές για την αποστροφή για τον Μαρξ στην Ελλάδα.
    (περί Κορς όμως μην αναφέρεις τόσο ελαφρά την καρδία τον Λένιν — στο σημαντικότερο δοκίμιό του ο Κορς είναι λενινιστής).

    Όταν όμως κάποιος/α απογοητευμένος/η στην Ελλάδα από τον παραδοσιακό μαρξισμό ψάχνει κάτι διαφορετικό, αν πιάσει τον Καστοριάδη, οδηγείται σε μια αποστροφή προς τον ίδιο τον Μαρξ (ως επαναστάτη) — αυτό νομίζω έχει συμβεί σε πολλούς αξιόλογους ανθρώπος του περιβάλλοντός μου, ειδικά σε όσους έχουν κάποια ελευθεριακή διάθεση. Σ’ αυτό το επίπεδο είναι που ο Καστοριάδης στην Ελλάδα συμβάλλει σε μια σύγχυση περί Μαρξ.

    Σίγουρα ο Καστοριάδης έχει δεχθεί κάποιες γελοίες επιθέσεις στο ίντυ — όπως όμως και ο ίδιος ο Μαρξ! Για τον Λένιν δεν το συζητάω! Αλλά και εκτός ιντυμίντια, δεν είναι ότι ο Μαρξ δεν έχει δεχθεί πανταχόθεν ασυνάρτητες και μοχθηρές κριτικές.

    Νίκο, προσπαθώ να διαβάσω τον Μαρξ (και όχι μόνο, και τον Λένιν, και τη Λούξεμπουργκ και τον Τρότσκι), και βλέπω ότι αυτό που εσύ (λανθασμένα) περιγράφεις ως περιθωριακές “ανθρωπιστικές” και “εγελιανές” πλευρές του, είναι ο πυρήνας του (όχι ότι πρέπει να τον δούμε ως Ευαγγέλιο, φυσικά υπάρχουν ανεπάρκειες ή λάθη).

    Θα μου πεις: “και με τον 20ο αιώνα;”. Αυτού του τύπου ο εμπειρισμός δεν με εκφράζει. Ό,τι συνέβη μετά τον θάνατο του Λένιν καμία σχέση δεν είχε με τον πυρήνα στον οποίο αναφέρομαι. Αντιθέτως, ο πυρήνας αυτός επέτρεπε να ασκηθεί ριζική κριτική στα κρατικοκαπιταλιστικά ολοκληρωτικά μορφώματα.

    Είναι καλό να προσπαθούμε να μένουμε στα κείμενα. Αυτή η επιμονή, αν φωτίσει το παρόν μας, έχει μεγαλύτερο ιστορικό βάθος από την επιφανειακή, εν είδει δημοσιογραφίας, “ιστορική” συσχέτιση ενός κειμένου του 1867 με τον Πολ Ποτ, και από την παράλληλη ανάγνωσή του με τη φαντασίωση αίματος που βγαίνει απ’ τις σελίδες του.

    Περί Στάλιν και Λένιν, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να παραπέμψω σε κάνα βιβλίο, εδώ οι διαστρεβλώσεις εντός της σκέψης μας είναι τεράστιες: οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να δούν το βιβλίο του Moshe Lewin, “Lenin’s last struggle”, βασισμένο όχι μόνο στα τελευταία γραπτά του Λένιν αλλά και στις σημειώσεις των γραμματέων του. Θα δουν εκεί τον τεράστιο αγώνα που προσπάθησε και εν μέρει έδωσε ο Λένιν ενάντια στον Στάλιν (καθυστερημένα βέβαια, κι αυτό ήταν ένα σημαντικό λάθος του Λένιν), και το πόσο ριζικά διαφορετική πολιτική και αντίληψη είχαν για όλα τα κρίσιμα θέματα, από τις εθνικές μειονότητες, μέχρι τη σύνθεση των κυβερνητικών οργάνων και φυσικά το μέλλον του σοσιαλισμού.
    Και στα ελληνικά (αν και σε πολύ κακή μετάφραση, αλλά το ζουμί βγαίνει), παραπέμπω στις επαναστατικές αναμνήσεις του Βικτόρ Σερζ (που ήταν και ελευθεριακός).

    Νομίζω το θέμα “Λένιν” αποκαλύπτει το πιο ευαίσθητο νεύρο των προκαταλήψεών μας εναντίον του μαρξισμού (πχ ο Λένιν εναντιώθηκε στην πρόταση του Τρότσκι περί στρατιωτικοποίησης αλλά φτιάχνουμε έναν κυκλώνα επιθέσεων εναντίον του που τον καθιστά υπεύθυνο για όλα).

    Τα φρικτά που περιγράφεις ξεχνάς ότι έγιναν σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου, αποτυχίας του γερμανικού προλεταριάτου και στρατιωτικής επίθεσης από τον διεθνή ιμπεριαλισμό. Επί Στάλιν γινόντουσαν κάθε ηλιόλουστη μέρα.

    Η Σχολή της Φραγκφούρτης (ως ένα σημείο όλοι, ο Αντόρνο πάντα) δεν αποδεχόταν τον αντι-λενινισμό π.χ. των συμβουλιακών κομμουνιστών. Αποτύγχανε ο τελευταίος να δει τις ευθύνες και τις αποτυχίες των ίδιων των σοβιέτ και τα χρέωνε όλα στον κακό Λένιν ή σ’ έναν οικονομίστικο ντετερμινισμό — η Ρωσία δεν ήταν αρκετά οικονομικά ανεπτυγμένη είναι η μεγαλύτερη σοφία που καταφέρνει να αρθρώσει ο Πάνεκουκ (ολα αυτά δεδομένου βέβαια και πάλι του γεγονότος ότι η επαναστατική ραχοκοκκαλιά των σοβιέτ άφησε την τελευταία πνοή στα πεδία των μαχών).

    Η μεγάλη Λούξεμπουργκ στιγμάτισε τα λάθη του Λένιν και των μπολσεβίκων αλλά αναγνώρισε ότι, όχι μόνο δεν ήταν εξουσιαστικά αιμοδιψή τέρατα, αλλά ήταν οι μεγαλύτεροι επαναστάτες (από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και της πλειοψηφίας της κοινωνίας, μη μου πει κανείς άλλος τώρα ότι και ο Παπαδόπουλος επαναστάτης ήταν).
    Ιδού και το πιο έγκυρο κείμενό της επί του θέματος, που δημοσίευσε η ίδια όσο ζούσε:
    http://www.marxists.org/archive/luxemburg/1918/09/11.htm

  16. Και εσύ Θοδωρή να είσαι σίγουρος πως ελάχιστοι είναι αυτοί που αυτοαποκαλούνται “μαρξιστές” και έχουν διαβάσει Μαρξ και Ένγκελς ή Σχολή της Φρανκφούρτης.Οι περισσότερες σέχτες στο 1917 έχουν μείνει ,με συνταγές επανάστασης και τσελεμεντέδες.Αυτά έχω ζήσει εγώ τουλάχιστον (γιατί και στο κάτω κάτω δεν αφιερώνουν και παραπάνω χρόνο ,δεν υπάρχει αναστοχασμός…Για να το είπε ο Λένιν, έτσι θα είναι).Ως εκ τούτου λογικό είναι να μιλάμε για ένα “εκφυλισμό” του Μαρξ.Αλλά όχι και να το χρεώνεις στον Καστοριάδη που ζήτημα να είμαστε 20 άτομα (που λέει ο λόγος) σε όλη την Ελλάδα που ασχολούμαστε με το έργο του στοχαστή της αυτονομίας (και όχι με τον ΕΛΛΗΝΑ ΦΙΛΟΣΟΦΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΤΗΣ ΦΘΚ ,όπως διάφοροι “αστοί”).Έχεις σκίσει τα ιμάτιά σου για την δήθεν παρερμηνεία του Μαρξ από τον Κ. (και δίκαια αν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο, όπως είπαμε δεν υπάρχουν πλέον θεοί) ,αλλά (και θα γίνω νιάνιαρο εδώ) μια υπεράσπιση του “μεγάλου φιλοσόφου”,όπως συνηθίζουν να τον αποκαλούν οι λασπολόγοι του, δεν.Και βέβαια δεν είσαι υποχρεωμένος.Αλλά μην λέμε και ότι θέλουμε όμως.Τον Μαρξ περισσότερο τον λασπόνουν αυτοι που κάνουν ό,τι κάνουν δήθεν στο όνομα του μαρξισμού (28 σέχτες μου είπε ένας ΣΕΚιτης προχθες η αριστερά),παρά ο Κ.

    Αν και όταν θέλετε, αφιερώστε (όπως είπα σε προηγούμενο σχόλιό μου) ένα άρθρο και “αποδείξτε” ή θίξτε αυτην την “παρερμηνεία” του Μαρξ από τον Κ.Γιατί όπως είπε και ο Νικόλας, μάλλον χαζός θα ήταν ο Κ. για να το πήρε έτσι.(κρίνοντας από το γεγονός ότι διάβαζε μαρξισμό από τα 12 ή 13,όταν εμείς παίζαμε με αυτοκινητάκια δηλαδή, ήταν ψυχαναλυτής, ε και όσο νάναι ήταν σοβαρός στοχαστής)

    Και βέβαια εγώ επιθετικός δεν ήμουν και ούτε είχα τέτοια πρόθεση.Άλλο το πως το εκλαμβάνεις εσύ.Αν έδωσα τέτοια εντύπωση,ζητώ συγγνώμη.

  17. Θοδωρή, εγώ συμφωνώ απόλυτα με κάτι που είχε πει κάποτε ο Μπούκτσιν για το μαρξισμό: «όταν μια θεωρία “παρερμηνεύεται” τόσο συστηματικά, τότε μάλλον έχει κι η ίδια κάποια ευθύνη γι’ αυτό». Με αυτή την έννοια θεωρώ ότι ο Καστοριάδης σωστά κάνει κριτική στο μαρξισμό, εφόσον προσπαθεί να πιάσει τα ετερόνομα στοιχεία του, αυτά που τελικά υπήρξαν τα κυρίαρχα, εφόσον, όπως λέει κι ο Χέγκελ, η ιστορία είναι ο τελικός κριτής: είναι τυχαίο το ότι, τελικά, στα στοιχεία του μαρξισμού που επικράτησαν ήταν τα ντετερμινιστικά/θετικιστικά; Και είναι αυτό συνέπεια μόνο του γεγονότος ότι τα Χειρόγραφα του 1844 δεν είχαν γίνει ακόμα γνωστά; Ίσως ο Καστοράδης θα μπορούσε απλώς να είναι πιο σαφής ως προς το ότι, παράλληλα με αυτά τα στοιχεία, υπήρξαν προσπάθειες να ασκηθεί κριτική, να προχωρήσει λίγο η θεωρία κ.λπ. Αλλά αυτό είναι δευτερεύον. Αν κανείς διαβάσει τα κείμενά του, θα δει, π.χ., ότι η θεωρία του για το καπιταλιστικό φαντασιακό παίρνει πολλά στοιχεία από τη Σχολή της Φραγκφούρτης, πράγμα που δείχνει ότι δεν είχε κανέναν αντιμαρξισμό, αλλά κρατούσε ό,τι θεωρούσε σημαντικό και ριζοσπαστικό.

    Εγώ θα θεωρούσα πολύ πιο δίκαιο ως στάση να έλεγες, Θοδωρή, ότι «υποστηρίζω μια μη ορθόδοξη και μειοψηφική εκδοχή μαρξισμού» και, ως εκ τούτου, να προσπαθήσεις να δεις γιατί αυτή υπήρξε τέτοια και όχι να λες ότι τελικά εσύ έχεις δίκιο και ολόκληρη η ιστορική εξέλιξη του μαρξισμού λάθος. Ο Μπρούνο Ρίτσι, π.χ., όταν ασκεί κριτική στους τροτσκιστές της εποχής του, έχει σαφή επίγνωση ότι ορισμένα που λέει τον βγάζουν από το μαρξισμό, παρ’ όλο που η κριτική του βασίζεται στην εφαρμογή της μαρξιστικής ανάλυσης επί των ηλιθιοτήτων των τροτσκιστών. Και παρ’ όλα αυτά δεν προσπαθεί πουθενά να πείσει ότι παραμένει ντε και σώνει μαρξιστής.

    Τώρα ως προς το αν 5-10 άτομα απέρριψαν το μαρξισμό ελαφρά τη καρδία λόγω του Καστοριάδη, μου φαίνεται λίγο τραβηγμένο από τα μαλλιά αυτό να ανάγεται σε κοινωνικό φαινόμενο. Πόσοι είναι όντως με τον Καστοριάδη στην Ελλάδα, πόσοι έχουν πράγματι «ψαχτεί» και πόσοι έχουν απορρίψει το μαρξισμό εξ αιτίας του; Εγώ στη Γαλλία δεν το έχω συναντήσει πουθενά αυτό που αναφέρεις, οπότε πιστεύω ότι έχει περισσότερο να κάνει με την πολιτική ανωριμότητα της Ελλάδας, όπου οι ιδεολογικές διαφορές πολώνονται, ώστε να βρίσκουμε νόημα και προσωπική ταυτότητα ως φορείς της χ ή ψ θεωρητικής τάσης (καστοριαδικοί, μπορντιγκιστές, μπουκτσινικοί κ.λπ.).

    Εξάλλου το Μπλάουμαχεν που διάβασε το Μαρξ, απέρριψε τον Καστοριάδη χάριν του πρώτου όπως, άλλωστε, κι εσύ. Δε μιλάμε για καμιά κοινωνική τάση ατόμων που παρερμήνευσαν το μαρξισμό λόγω Καστοριάδη και μου φαίνεται λίγο παράδοξο να αναφερόμαστε σε αυτό το φαινόμενο, το οποίο δε μπορεί ουδέποτε να συγκριθεί με την τεράστια διάδοση του μαρξισμού (που, διόλου τυχαία, είναι, από ένα σημείο κι έπειτα, ένας διαρκής εκχυδαϊσμός του). Επιχειρήματα ότι ο κόσμος δε διαβάζει το Μαρξ εξ αιτίας του Καστοριάδη μου φαίνεται ότι πιο πολύ συγκαλύπτουν την ευθύνη των ίδιων των μαρξιστών για την αποστέωση της θεωρίας τους.

    Ως προς το Λένιν, νομίζω Θοδωρή ότι συγχέεις δύο πράγματα: την ευρύτητα πνεύματος, την καλλιέργεια και το επίπεδο σκέψης του Λένιν –τα οποία φυσικά και δε συγκρίνονται με τη διανοητική αποκτήνωση μετριοτήτων όπως ο Στάλιν ή οι διάφοροι Χρουτστόφ, Ζντάνοφ, Μολότωφ κ.λπ.- με αυτά που έκανε στο πρακτικό επίπεδο αλλά και με τις πολιτικές του ιδέες. Χρειάζεται να πούμε κάτι παραπάνω για το Τι να κάνουμε; Για τα άρθρα των πρώτων μηνών του 1918 («Τα άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας» κ.λπ.); Για το ότι ήδη από το 1916 (στα «Τετράδια για τον Ιμπεριαλισμό») μιλά υπέρ του τεϊλορισμού; Για το ότι οι αντιλήψεις του περί της υποταγής των συνδικάτων στο κόμμα ελάχιστα διέφεραν, στην ουσία τους, από αυτές του Τρότσκι; Η διαφορά μεταξύ Λένιν και Τρότσκι ήταν πώς ο πρώτος ήξερε να μην παρασύρεται από τη ρητορική και την εξυπνάδα του, για να μην εκτίθεται. Και γι’ αυτό εκεί γύρω στο 1920 αντιτέθηκε στον Τρότσκι κατά τη συζήτηση περί των συνδικάτων. Αλλά δεν είχε διαφορές ουσίας.

    Και στο κάτω κάτω, πάλι θα μου πεις ότι κάνω «εμπειρισμό» αν σε παραπέμψω στον ιστορικό λενινισμό (δηλαδή αν δεχτούμε ότι ο Λένιν έκανε ό,τι έκανε λόγω της καθυστέρησης της Ρωσίας, λόγω του Εμφυλίου κ.λπ.). Τι παρήγαγαν όμως οι λενινιστές των μαρξιστικών οργανώσεων χωρών εκτός Ρωσίας; Κάτι άλλο εκτός από τη δημιουργία δομών με ιεραρχία, γραφειοκρατία, οι οποίες οδηγούσαν στην πνευματική στειρότητα, τον αυταρχισμό κ.λπ.;

  18. Αν δεν είχες αυτήν την πρόθεση Paul οκ, παρά την καλή σου προαίρεση ο τρόπος που είπες κάποια πράγματα μας έθιξε. Αλλά ας μη μείνουμε εκεί.

    Η συστηματική αδιαφορία και διαστρέβλωση του Μαρξ έχει συμβεί για διάφορους λόγους. Θεωρώ ότι ένας σημαντικός, ιδιαίτερα σε σχέση με όσους έχουν κάποια ελευθεριακή διάθεση, είναι η στάση του Καστοριάδη απέναντι στον Μαρξ. Μιλάμε για ένα θέμα που ενδιαφέρει έναν περιορισμένο αριθμό ανθρώπων, που παίζουν όμως σημαντικό ρόλο (μέσα στην ανημπόρια τους).

    Οι παραδοσιακοί μαρξιστές σαφώς δημιουργούνε προβλήματα αλλά σε ένα άλλο επίπεδο και διαφορετικού τύπου.

    Επιχειρείται μια “τρίπλα” αποποίησης ευθυνών επειδή σε ένα άλλο επίπεδο και με διαφορετικό τρόπο διαστρεβλώνεται περισσότερο ο Μαρξ.

    Είχα γράψει στο αρχικό μου σχόλιο:

    “Στην Ελλάδα «μεγαλώνει μεγαλώνει γερά παιδιά» γενιές τώρα ο Καστοριάδης με αντι-μαρξιστικό προσανατολισμό.”

    Και επισημάνθηκε το πώς στα υπόλοιπα σχόλιά μου. Αποπροσανατολίζεται η συζήτηση από τη σύγκριση με τους μαρξιστές (μάλλον χειρότερους) διαστρεβλωτές. Αυτό δεν αναιρεί τη στρεβλή εικόνα που δίνει ο Καστοριάδης. Ήδη στα σχόλιά μου, Paul, έθεσα πολλά κεντρικά ζητήματα ως προς αυτό. Κάποια στιγμή ίσως αποκτήσουν συνεκτική μορφή. Ίσως όχι. Αυτό δεν αναιρεί την αξία και τον (περιορισμένο) χαρακτήρα αυτής της ανάρτησης.

    Κι ο Αλτουσέρ είχε ασχοληθει όλη τη ζωή του με τον Μαρξ. Και ο Καστοριάδης λιγότερο, αλλά αρκετά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να διαστρεβλώνουν ό,τι ήθελε να πει!

    Βλέπω μια σειρά ατυχών “αμυντικών” επιχειρημάτων, στατιστικού χαρακτήρα, πέρα π.χ. από τη συζήτηση των 4 βασικών σημείων που έθεσα στην απάντησή μου στον Νικόλα.

    Αυτό μου δείχνει ότι ο ουσιαστικός διάλογος εξαντλήθηκε και τώρα μένουν επουσιώδη παραλειπόμενα.

  19. Νίκο, και ως προς το σχόλιό σου ταιριάζουν κάποια από τα σχόλιά μου παραπάνω στον Paul. Δες τα κι εκείνα ως συμπληρωματικά.

    Ας κάνω όμως κι εδώ κάποια σχόλια.

    Αυτό που λέει ο Μπούκτσιν είναι πολύ επιφανειακό, και μάλιστα στρέφεται άμεσα εναντίον του, όταν οι περισσότεροι κοινωνικοί οικολόγοι (ευτυχώς όχι όλοι) σήμερα στέκονται στα λιγότερα επαναστατικά στοιχεία του έργου του.

    Η αναφορά που κάνεις στον Χέγκελ επίσης είναι πολύ ατυχής. Ο Χέγκελ δεν έλεγε ότι κριτής είναι η ιστορία ως εμπειρική πραγματικότητα. Η πραγματικότητα για να γίνει κριτής πρέπει να σταθεί στο ύψος του Λόγου. Για τον Χέγκελ, την εποχή τους, στην πραγματικότητα και τη δυνατότητά της, μπορούν συλλαμβάνουν μειοψηφίες (ίσως μετρημένες με το ένα χέρι) — βασικά έτσι γίνεται προς το παρόν.

    Η επικράτηση της αντιδραστικής και διαστρεβλωτικής προσέγγισης στο έργο του Μαρξ έχει να κάνει με την αποτυχία της επανάστασης ιστορικά (προσωρινά ελπίζω) και το γεγονός ότι ελάχιστα μας απασχολούν πραγματικά επαναστατικά προβλήματα. Δεν είναι τυχαία. Η δυνατότητα όμως για επανάσταση δεν έχει χαθεί μαζί με την αποτυχία της επανάστασης (που εκδηλώθηκε ήδη περίπου με την -αναγκαστική- συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ και τη συντριβή του γερμανικού προλεταριάτου από τον γερμανικό ιμπεριαλισμό).

    Έχε υπόψη ότι ο Κορς έγραψε το Μαρξισμός και Φιλοσοφία, και ο Λούκατς το Ιστορία και Ταξική Συνείδηση ΠΡΟΤΟΥ δημοσιευτούν τα χειρόγραφα του Μαρξ. Αυτό δείχνει την ενότητα αυτής της σύλληψης του μαρξικού έργου στην ολότητά του.

    Μόνο αρνητική έκπληξη νιώθω απέναντι στον τρόπο σκέψης που κρίνει την αλήθεια μιας θεωρίας και πράξης μονάχα από την εμπειρική της μοίρα (γιατί σαφώς δεν μπορεί να απολυτοποιηθεί η εμπειρία αλλά ούτε και η ασημαντότητά της). Κανονικά θα έπρεπε κι εσείς, αν το πάμε στα άκρα, να παρατήσετε τον Καστοριάδη γιατί η πλειοψηφία της κοινωνίας (και οι ακαδημαϊκοί και οι πολιτικοί) θεωρεί αυτά που λέει ουτοπικά ή οτιδήποτε άλλο.
    Και για να μη φανεί ακραία η αναλογία, και μόνο ο αφελής αντιμαρξισμός στον οποίο έχει οδηγήσει τους περισσότερους καστοριαδικούς η “σχηματική” κριτική του Καστοριάδη στον Μαρξ, θα έπρεπε να σας έχει πείσει για την εγγενή ανεπάρκεια αυτής της κριτικής. Όμως δεν το κάνετε και επιχειρηματολογείτε, και καλά κάνετε. Γιατί αυτά είναι ιδεολογικά ζητήματα που δεν αντιπαλεύονται με γκάλοπ και στατιστικές έρευνες.
    (λέω αφελή αντιμαρξισμό, γιατί πιστεύω ότι η πλειοψηφία των αντιμαρξιστών καστοριαδικών σήμερα δεν πιστεύω ότι έχει προβληματιστεί για τα 4 προβλήματα που συμπύκνωσα παραπάνω στο σχόλιό μου στον Νικόλα).

    Στον Μαρξ υπάρχουν λάθη, μπερδέματα και ανεπάρκειες αλλά όχι ετερόνομα στοιχεία, δλδ ντετερμινιστικά και θετικιστικά, όπως τα επεξηγείς. Αυτό είναι πάλι μέρος της σύγχυσης κατά τη γνώμη μου (όπως προσπάθησα να δείξω στοιχειωδώς παραπάνω).

    Η μικρή έμπνευση του Καστοριάδη από πτυχές του έργου μαρξιστών δεν αναιρεί το κυρίαρχο της αρνητικής στάσης απέναντι στον Μαρξ και τους μαρξιστές (ακόμα και αυτούς που αποκαλείς “ανθρωπιστική” και “εγελιανή” μειοψηφία όπως τον Λούκατς, τους “ξεπάστρεφε” με μια κουβέντα!).

    Άνθρωποι που πιστεύω θα μπορούσαν να διαβάσουν γόνιμα τον Μαρξ σήμερα (πολύ απαιτητικό έργο) αποτρέπονται στην Ελλάδα από το έργο του Καστοριάδη. Αυτό δεν είναι μόνο εντύπωση 5-10 ατόμων από το περιβάλλον μου (που κι αυτά που προσωπικά συνάντησα είναι πολύ περισσότερα εδώ και 12 χρόνια περίπου που ασχολούμαι με τα θέματα αυτα!). Είναι διαπίστωση από τον προσανατολισμό εναντίον του Μαρξ των ίδιων των πολιτικών ομάδων εν Ελλάδι με καστοριαδικό προσανατολισμό (όσο ενδιαφέρουσες κατά τα άλλα αναλύσεις έχουν κάποιες, και όσο αδιάφορες κάποιες άλλες). Σκέψου κιόλας ότι τα θέματα που συζητάμε αφορούν άμεσα (προς το παρόν τουλάχιστον) μια ελάχιστη μειοψηφία.

    Στη Γαλλία ο Καστοριάδης νομίζω δεν είναι τόσο δημοφιλής όσο στην Ελλάδα (αναλογικά). Αλλά και να ήταν, στη Γαλλία υπάρχει νομίζω όλο το μαρξικό και μαρξιστικό έργο καλομεταφρασμένο και σχετικά δουλεμένο και το “σχηματικό” δεν μπορεί να γίνει εύκολα κυρίαρχο.

    Η διαπίστωσή μου είναι ότι υπάρχει στην Ελλάδα μια τάση διαστρέβλωσης του Μαρξ καστοριαδικής απόχρωσης. Σ’ αυτό το διαστρεβλωτικό έργο συμμετείχαν και τα ίδια άτομα ως καστοριαδικοί που κατόπιν έγιναν πυρήνας των μπλαουμάχεν (βλ. π.χ. κάποιες παρατηρήσεις του Τρίστερο για το “κοινωνικό” και τον Μαρξ).

    Οποιαδήποτε “σοβαρή” κριτική του Μαρξ σήμερα από ελευθεριακή σκοπιά χρησιμοποιεί επιχειρήματα από τον Καστοριάδη για να δείξει ότι ο Μαρξ είναι βασικά άσχετος πια. Και η Περιεκτική Δημοκρατία που αρέσκεσαι να αναφέρεις, για παράδειγμα, σ’ αυτό το επίπεδο, αυτό κάνει, δεν το βασικό τους βιβλίο! Δυστυχώς το “σχηματικό” οδηγεί ανθρώπους όχι απλά σε κριτική διάθεση και υποψία απέναντι στον μαρξισμό αλλά σε μια ολοκληρωτική απόρριψη (με την επωδό: “έχει κάποια καλά στοιχεία”). Δεν ξέρω πόσοι υπό τη σκιά του Καστοριάδη στην Ελλάδα (αλλά και του Μπούκτσιν, λιγότεροι βέβαια λόγω μικρότερης επιρροής — και βέβαια ο Μπούκτσιν αναθεώρησε σημαντικά) έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο με το Κεφάλαιο, που κατά τα άλλα το θεωρούν σημαντικό. Και εννοώ (ως σημαντικό) να το εντάξουν σημαντικά στο έργο τους, τις ιδέες και τις μπροσούρες τους. Ο Καστοριάδης συνοψίζοντας ώριμος απ’ ό,τι θυμάμαι την άποψή του για τον καπιταλισμό στην “ορθολογικότητα του καπιταλισμού” δεν το αξιοποιεί καθόλου (η κριτική που κάνει πέρα από τη δική του έχει γίνει και από ριζοσπάστες κεϋνσιανούς όπως ο Πιέρο Σράφα).

    Περί Λένιν και Τρότσκι: αυτοί οι άνθρωποι, όπως και η Λούξεμπουργκ, δεν διέφεραν μόνο διανοητικά από τους Στάλιν και Μολότοφ, αλλά και πρακτικά. Δίνουν μεγάλη μάχη εναντίον της γραφειοκρατίας, που δυστυχώς όταν πέθανε ο Λένιν ο Τρότσκι ήταν ανίκανος να τη διεκπεραιώσει μόνος του.

    Η παρανόηση είναι τεράστια κι εδώ: ο Λένιν ξαφνικά δεν εκφύλισε τα συνδικάτα. Και τα ίδια τα συνδικάτα (και τα σοβιέτ, πολύ πιο σημαντικά) εκφυλίζονταν τα ίδια όσο δεν ερχόταν το ευρωπαϊκό επαναστατικό κύμα. Από κει κι έπειτα η φθορά της επανάστασης ήταν βέβαια και δεν οφειλόταν σε εσωτερικούς λόγους. Το μόνο που εξαρτιόταν πια εσωτερικά ήταν να μην εκφυλιστεί και ηθικά η επανάσταση (όπως έγινε με τον Στάλιν), όπως το έθεσε συνοπτικά η Λούξεμπουργκ.

    Δεν είναι ό,τι δεν έκανε λάθη ο Λένιν στην αντιμετώπιση της κατάστασης. Πάντως, ό,τι και να έκανε, τα σοβιέτ που στάθηκαν στο ψηλό ιστορικό κύμα το ’17 δεν είχαν την αναγκαία ιστορική υποστήριξη για να συνεχίσουν. Το αντίθετο. Είχαν κάθε ιστορική αντίδραση εναντίον τους.

    Δες το σχέδιο του Λένιν για το σοβιετικό σύνταγμα αφού εδραιώθηκε σχετικά η σοβιετική κυριαρχία, και σύγκρινέ το με τις σταλινικές “μεταρρυθμίσεις”.

    Σκέψου μόνο ότι ο Λένιν δεν διόρισε διάδοχο, ούτε έκανε ποτέ ό,τι ήθελε. Έπρεπε να παλέψει για κάθε θέση του ακόμα και όταν καταργήθηκαν οι φράξιες.

    Δυστυχώς οι λενινιστές που αναφέρεις δεν είναι λενινιστές. Λενινιστής, όσο παράξενο κι αν ακουστεί αυτό, ήταν πολύ περισσότερο ο Αντόρνο. Λενινισμός είναι το υποκειμενικό ζύγισμα της τεταμένης σχέσης θεωρίας και πράξης στο επίπεδο της συνείδησης όταν η αστική κοινωνία είναι σε βαθιά κρίση. Λενινισμός είναι η ανάδειξη της υποκειμενικής διάστασης του μαρξισμού. Η δημιουργία ενός “λενινισμού” που αναπαρήγαγε έναν ξύλινο Λένιν σε κάθε στιγμή και σε κάθε τόπο, μόνο λενινιστική δεν είναι (ή, έστω, είναι τρομερά ανεπαρκής ως προς την ουσία του λενινισμού). Λενινιστές ήταν και οι Κορς και Λούκατς περί το 1923. Ένας λενινιστής, σε κάποιες συνθήκες μπορεί να είναι γραμματέας σε σοβιέτ και να ηγείται κόμματος, και σε άλλες να δίνει ιδεολογικούς αγώνες. Ο ίδιος ο Λένιν δεν θα έλεγε όπως ο Στάλιν ότι “φτάσαμε στον κομμουνισμό”! Παραδεχόταν ήδη ότι αυτό ήταν προς το παρόν ανέφικτο και έθετε θέματα παιδείας, εμπλουτισμού των κυβερνητικών οργάνων με μη κομματικά στελέχη κ.α. Μεγάλη αλλαγή πλεύσης σε σχέση με το Κράτος και Επανάσταση. Αλλά αυτό είναι ο λενινισμός! Σίγουρα απ’ αυτή την άποψη είμαι βέρος αντι-αντιλενινιστής.

    Θα μου πεις πάλι ότι θεωρώ κυρίαρχη μια μειοψηφία. Ναι, όπως θεωρώ κυρίαρχη και τη δυνατότητα για ελευθερία σήμερα παρά τη μακρά σταδιοδρομία της ανθρωπότητας στον βούρκο της βαρβαρότητας (και το εμπειρικό παρόν της). Η αλήθεια έρχεται από το μέλλον και έχει την ίδια ανημπόρια και δύναμη μ’ αυτό. Τα μποζόνια του Χιγκς, αν βρεθούν, θα είναι να φανταστώ πολύ περισσότερα από κάθε ιστορικό ον. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αλήθεια έρχεται από το παρελθόν. Αυτή είναι η μουμιοποιημένη και ανιστορική εκδοχή της αλήθειας που ο μαρξισμός πολέμησε ενάντια στην αστική σκέψη.
    Η επαλήθευση της θέσης μου δεν μπορεί να γίνει όπως θα ήθελε ο Πόππερ. Μπορεί να γίνει μόνο στο μέλλον. Τα φαινόμενα υπάρχουν αυτή τη στιγμή όπως αναδύονται από το παρελθόν και στοχεύουν στο μέλλον. Αυτό σημαίνει βέβαια όχι μόνο ότι το παροντικό είναι δυναμικό, αλλά και ότι το παρόν είναι στατικό (η αστική κοινωνία κινείται δυναμικά για να αναπαράγει την ίδια βαρβαρότητα, παράγοντας όμως με την αναπαραγωγή της και τη δυνατότητα συνείδησης αυτής της στατικότητας και την καταγγελία της).

    Ευτυχώς ο Λένιν και η Λούξεμπουργκ δεν υπέπεσαν σ’ αυτόν τον τρόπο σκέψης και σάρωσαν κυριολεκτικά τα πλειοψηφικά ρεύματα του μαρξισμού της Β’ Διεθνούς που δεν απασχολούνταν επαναστατικά αλλά μηχανιστικά με τον μαρξισμό (όχι ότι δεν προσέφεραν τίποτα, μιλάω για την κεντρική τάση). Βέβαια, ήταν η ίδια η επανάσταση που έθετε τα επαναστατικά ζητήματα στην ατζέντα με πολλαπλές όψεις. Μια “ανύπαρκτη” τάση έγινε κυρίαρχη. Όχι λόγω κάποιας απολυτοποιημένης δημιουργίας. Αλλά ακριβώς λόγω της ανάδειξης της έντασης της σχέσης εξάρτησης και ανεξαρτησίας αυτού που θεωρούνταν αποκομμένα “αντικειμενικό” και “υποκειμενικό”.

    Ευτυχώς δεν υπέπεσε και η Σχολή της Φραγκφούρτης και ειδικά ο σημαντικότερος εκπρόσωπός της, ο Αντόρνο, που υποστήριξε την εγκυρότητα της “θεωρίας” (όπως αναφερόταν στον μαρξισμό) παρά την αμείλικτη κριτική που εξαπέλυε εναντίον της, δηλαδή στον εαυτό της.

  20. και εμένα μου αρέσουν οι σιωνιστές μαρξιστές. ειδικά αν έχουν και μυθικά όνόματα όπως Μωυσής. είναι της μόδας.

    Moishe Postone : http://en.wikipedia.org/wiki/Moishe_Postone

    Cornelius Castoriadis “From Marx to Aristotle, from Aristotle to Us,” Social Research, Volume 45 No. 4 (Winter 1978) : http://www.socres.org/vol45/issue454.htm

  21. Θοδωρή, νομίζω ότι δουλευόμαστε λιγάκι. Εγώ και νομίζω και ο Νικόλας ή ο Πωλ προσπαθούμε να κάνουμε κριτική με όρους όχι απαραίτητα καστοριαδικούς. Προσπαθούμε να εξηγήσουμε αυτό που θεωρούμε λανθασμένο ή ξεπερασμένο στο Μαρξ, εκφράζοντας, παράλληλα, και την κριτική του Καστοριάδη. Εσύ, αντίθετα, απαντάς με καθαρά μαρξιστικά και «ενδομαρξιστικά» επιχειρήματα και λεξιλόγιο και από ένα σημείο κι έπειτα είναι δύσκολο να σε ακουλουθήσει ένας μη μαρξιστής. Και διαγράφοντας πλήρως το καθαρά ιστορικό κομμάτι (δηλαδή το τι υπήρξε ο μαρξισμός ιστορικά μετά τον Μαρξ), δεν επιτρέπεις κάποια συννενόηση. Διότι, αν το πάμε μόνο θεωρητικά το ζήτημα, δε θα συμφωνήσουμε, εφόσον έχουμε άλλες αφετηρίες.

    Να πω ότι επίτηδες ανέφερα τη συγκεκριμένη φράση του Χέγκελ, που σχολίασες. Όπως λέει κάπου κι ο Καστοριάδης, είναι, ταυτόχρονα, η πιο θεολογική και η πιο ριζικά άθεη φράση του. Εγώ την ερμηνεύω με την άθεη εκδοχή της: η ιστορία η «εμπειρική» είναι το απόλυτο δικαστήριο, επειδή εκεί φαίνεται, μέσα από τη δράση των ανθρώπων, τι συνέπειες έχει η κάθε θεωρία. The proof of the pudding is in the eating έλεγε κι ο Ένγκελς, άλλωστε. Εσύ, από την άλλη, νομίζω ότι υιοθετείς τη ριζικά θεολογική εκδοχή αυτής της φράσης του Χέγκελ.

    Κι έτσι, πάνω στη βάση αυτού του εγελιανισμού, κάνεις τη μετάβαση από το Μπούκτσιν στον εγελιανό μαρξισμό. Όπως λέει επανειλημμένως ο Μπούκτσιν, το αριστοτελικό τι ην είναι και η ουσία (η εγελιανή Wirklikheit) είναι πιο «πραγματικά» από την «εμπειρική» πραγματικότητα (τη Realität). Κι έτσι αντικαθιστούμε την πραγματικότητα με ό,τι θα θέλαμε εμείς να είναι αυτή η πραγματικότητα. Τέτοιες απόψεις εκφράζει και ο Μπούκτσιν στο κείμενό του περί ιστορίας και ορθολογισμού αλλά και αλλού (εκεί που αναλύει την οντολογία του) και γι’ αυτό σε παλιότερο κείμενο που σας είχα στείλει τον είχα κατηγορήσει για αυθαιρεσία (διότι κάθε θεωρία που πιστεύει ότι θεμελιώνει τις πολιτικές και ηθικές απόψεις σε μια οντολογία, έχει πρώτα καθορίσει την οντολογία της βάσει των ηθικοπολιτικών της απόψεων, ούτως ώστε να μπορεί αυτή να λειτουργήσει ως στήριγμά τους). Όμως βλέπω ότι πάνω στην ίδια εγελιανή βάση ερμηνεύεις και το μαρξισμό, οπότε γι’ αυτό δε συνεννοούμαστε.

    Εγώ, ακολουθώντας τον Καστοριάδη, ασκώ κριτική τόσο σε ιδεολογικό επίπεδο όσο και λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρική και ιστορική «εκτύλιξη» της εκάστοτε ιδέας. Π.χ. για το Λένιν έκανα κριτική τόσο στις ιδέες του (αυταρχική οργάνωση του κόμματος κατά το Τι να κάνουμε;, εγκώμια του τεϊλορισμού στα «Τετράδια για τον ιμπεριαλισμό», επιρροή από τον αδερφό του και το αυταρχικό πνεύμα του Τκάτσεφ κ.λπ.) όσο και στο τι έκανε ο ίδιος στη Ρωσία αλλά και το τι κάνουν οι εκάστοτε υποστηρικτές του ανά τον κόσμο. Εσύ, αντίθετα, απλώς κινείσαι σε επίπεδο «λογικής» ή «υπερβατολογικής» ανάλυσης «καθαρών» (με την καντιανή και χουσερλιανή έννοια) ιδεών, ανεξάρτητων από κάθε είδος εμπειρικού ριζώματος. Κι έτσι πετάς την ιστορική πορεία και αλλοίωση μιας ιδέας στα σκουπίδια, λέγοντας απλά ότι όλα αυτά είναι απλώς εμπειρικά επιφαινόμενα, τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με το λογικό –και, ως εκ τούτου, πιο πραγματικό- πυρήνα της θεωρίας/ιδέας. Αυτό όμως είναι μεγάλη αυθαιρεσία, καθώς μπορείς να μου λες ότι εσύ είσαι ο πραγματικός μαρξιστής, λενινιστής κ.λπ. και ότι όλα τα υπόλοιπα είναι απλές συμπτωματικές παραμορφώσεις, εκχυδαϊσμοί κ.λπ., που δεν έχουν καμιά εγγενή σχέση με τη θεωρία ή τις ιδέες και το περιεχόμενό τους. Είναι δυνατόν οι μόνοι “πραγματικοί” λενινιστές να είναι ο Λένιν και δυο-τρεις φιλόσοφοι; Πάλι ανάγουμε την ιστορική πραγματικότητα στα έργα των φιλοσόφων.

    Αυτό ακριβώς στο οποίο κάνει κριτική ο Καστοριάδης είναι αυτή η αντίληψη που βασίζεται στην περίφημη (κατά το Χάιντεγκερ) «οντολογική διαφορά», δηλαδή τη διάκριση της υπερβατικής «ουσίας» από την «εμπειρική» πραγματικότητα, διάκριση κατά την οποία η δεύτερη είναι ένα απλό δευτερεύον επιφαινόμενο της πρώτης. Η σκέψη του Καστοριάδη είναι ριζικά ιστορική, με την έννοια ότι δείχνει τον κοινωνικο-ιστορικό χαρακτήρα των ιδεών, δηλαδή το γεγονός ότι οι ιδέες δε μπορούν να εξετάζονται ασχέτως της ιστορικής τους θέσμισης και εξέλιξης. Οι ιδέες δεν είναι «καθαρές ιδεατότητες» με την έννοια του Χούσερλ ώστε να τις εξετάζουμε στα πλαίσια μιας καθαρά υπερβατολογικής λογικής, η οποία αφήνει εντελώς στην άκρη την ιστορική πραγματικότητα. Δε μπορούμε, με άλλα λόγια, να εξετάζουμε μια επιστημονική ή φιλοσοφική θεωρία με τον τρόπο με τον οποίο εξετάζουν οι φορμαλιστές θεωρητικοί λογοτεχνίας τα έργα τέχνης (χωρίς, δηλαδή, αναφορά στον κοινωνικό τους περίγυρο). Κάτι τέτοιο θα ήταν η απόλυτη άρνηση του πιο επαναστατικού στοιχείου του μαρξισμού: του γεγονότος ότι οι θεωρίες δεν πέφτουν από τον ουρανό των πλατωνικών ιδεών, αλλά δημιουργούνται κοινωνικο-ιστορικά (ο Καστοριάδης συνεχίζει αυτήν ακριβώς την ιδέα και τη στρέφει ενάντια στο Μαρξ, εφόσον βλέπει ότι ο Μαρξ την πρόδωσε).

    Τώρα περί Λένιν και Τρότσκι δεν πιστεύω αυτά που μου γράφεις! Δε θα επιμείνω, γιατί νομίζω πως άκρη δε θα βγει. Το γεγονός ότι το ρώσικο προλεταριάτο δεν κατάφερε να κάνει περαιτέρω βήματα αυτοοργάνωσης από αυτά που έκανε δε σημαίνει ότι ο Λένιν και ο Τρότσκι εφάρμοσαν δημοκρατικές δομές στη Ρωσία! Μην τρελαθούμε: στρατιωτικοποίηση της εργασίας, στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκκαθαρίσεις της Τσεκά, τουφεκισμοί και πόλεμος ενάντια στην αγροτιά, υποταγή των συνδικάτων στο κράτος, συντριβή της Κροστάνδης, απαγόρευση των τάσεων μέσα στο κόμμα (1921) κ.λπ. Είναι αυτά μήπως τίποτε δημοκρατικά σπέρματα που απλώς δεν «τράβηξαν», επειδή το προλεταριάτο δεν υπήρξε στο ύψος των επαναστατικών απαιτήσεων; Λίγο σουρεαλιστικά μου φαίνονται όλα αυτά.

    Και ας μην τα χρεώνουμε όλα στον πόλεμο και τη Λευκή τρομοκρατία, διότι το θέμα είναι τι έκαναν οι μπολσεβίκοι στα μετόπισθεν. Και αυτό που έκαναν στα μετόπισθεν είναι αυτό που είχαν ξεκινήσει να κάνουν από τις αρχές του ’18, πριν το ξέσπασμα του πολέμου, με τις πρώτες επιθέσεις της Τσεκά ενάντια σε αναρχικούς και άλλους αντιπάλους, επιθέσεις οι οποίες εντάσσονταν στην ίδια πολιτική με την κατάργηση της συντακτικής βουλής κ.λπ. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ έχει κάνει εξαιρετική κριτική στις αντιλήψεις των μπολσεβίκων για το κόμμα και τη δικτατορία στη μπροσούρα της για τη Ρωσική Επανάσταση. Μου κάνει εντύπωση που δε θεωρούνται αυτονόητα αυτά τα σημεία της κριτικής της.

    Άλλωστε, το επιχείρημα της ιστορικής ευθύνης του γερμανικού προλεταριάτου (δεν έκανε επανάσταση κι έτσι απομόνωσε τη ρωσική επανάσταση) η Λούξεμπουργκ το βάζει στο κέντρο της ανάλυσής της. Ποτέ όμως αυτό δεν την έκανε να το χρησιμοποιήσει για να δικαιολογήσει τον αυταρχισμό και το δικτατορικό καθεστώς που είχαν οικοδομήσει οι μπολσεβίκοι. Η ανάλυσή της ήταν επί της αρχής, καθώς η ίδια είχε εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις για το κόμμα και τη δράση της εργατικής τάξης.

  22. ρε ξεφτίλα εσυ δεν ήσουν που λίγο μετά τη σφαγή των ακτιβιστών των πλοιων για τη Γαζα, ποστάριζες φιλοσιωνιστικό κέιμενο του Μπουκτσιν στα ιντιμίντια για να μας πήσεις οτι ο Σιωνισμός δεν είναι ρατσιστική ιδεολογία αλλά μια ακόμα “εθνικιστική” ιδεολογία όπως όλες οι άλλες;
    Εσυ που σκύλιζες πα΄νω απο τα πτώματα των ακτιβιστών και ενώ ακόμα δεν ειχε καν προλάβει να στεγνώσει το άιμα τους και οι έλληνες οπως και οι υπόλοιποι ακτιβιστές ήταν ακόμη στις φυλακές του Ισραήλ… μεγάλε σιωνιστικοφιλοσοφε!
    Τωρα ανακάλυψες το Σιωνιστικό μαρξισμό του Moishe Postone : http://en.wikipedia.org/wiki/Moishe_Postone

    Βεβαια λογικό! απο “ελευθεριακή” μεριά είναι καλυμενες οι θεσεις της φιλοσιωνιστικής υποστήριξης.. μας λείπουν οι εκ του Μαρξ μεριάς για να κλήσει το προτζεκτ.

    Και κοίτα να δώσεις κανα μεηλ σε καμια πρεσβεία του Ισραήλ άθλιε, κάνε κανα λάθος τέτοιο και θα σου πω ποσα απιδια βαζει ο σακος…

  23. Το σχόλιο αυτό είναι του Θοδωρή Βελισσάρη:

    Μωυσή, ευτυχώς η αποτυχημένη ειρωνία και το κακιασμένο χιούμορ σου δεν είναι της μόδας.

    Νίκο τώρα στα δικά μας:

    Η κριτική όλων σας στον Μαρξ είναι ότι σε τελική ανάλυση είναι οικονομιστής, ντετερμινιστής, μεσσιανιστής κ.α. (ενώ οι «σχηματικοί» μαρξιστές είναι όλα αυτά σε όλη την ανάλυση – τελικά νομίζω όχι και φοβερή διαφορά, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι ενδιαφέροντα πράγματα έχουν πει και «σχηματικοί» μαρξιστές). Και επίσης ότι η ιστορική πορεία των ιδεών του Μαρξ είναι απόδειξη του λανθασμένου χαρακτήρα αυτών των ιδεών. Απαντάω μαρξιστικά για να σας δείξω ότι κάνετε λάθος και ότι ο ίδιος ο Μαρξ δεν έχει σχέση μ’ αυτά τα πράγματα. Το ότι δεν θα συμφωνήσουμε θεωρητικά, άρα ας το δούμε πιο «αντικειμενικά» το θέμα με όρους ωμών ιστορικών γεγονότων, είναι φοβάμαι αναπαραγωγή όσων σε άλλο συγκείμενο προσάπτονται στο σκιάχτρο του Μαρξ.

    Η επιμονή σου να πιάνεσαι από την εγελιανή φράση δυσχεραίνει συνεχώς τη θέση σου κατά τη γνώμη μου.

    Είχα ήδη εικάσει ότι κάτι τέτοιο θα προσπαθήσεις να συνάγεις και έγραψα: «γιατί σαφώς δεν μπορεί να απολυτοποιηθεί η εμπειρία αλλά ούτε και η ασημαντότητά της». Αυτό το ξεπέρασες αδιάφορα για να καταλήξεις ότι υποβαθμίζω την εμπειρία σαν άλλος θεολόγος. Δυστυχώς βλέπω κι εδώ να μετατρέπεται το πράμα σε «διάλογο κουφών». «Ίδρυμα κωφαλάλων» χαρακτήρισε ο Αντόρνο τον αστικό κόσμο. Φυσικά πάντα φταίνε δύο για κακή επικοινωνία.

    Η αδιαμεσολάβητη διάσταση την οποία προσδίδεις στην εμπειρία είναι το ίδιο με την αδιαμεσολάβητη θεολογική σύλληψη της αλήθειας. Κοινό και των δύο αντιλήψεων είναι η αντιδιαλεκτική αμεσότητα που διαχωρίζει την έννοια από την πραγματικότητα (χρησιμοποιώ εγελιανή ορολογία γιατί η κριτική σ’ αυτή την απλοϊκότητα μπορεί να γίνει και με τη διαλεκτική εν γένει και όχι μόνο με την υλιστική). Ο Αντόρνο χτύπησε σ’ αυτή τη βάση τόσο τους θετικιστές όσο και τους Χαϊντεγκεριανούς.

    Ακριβώς αυτή την αντιδιαλεκτική στάση συνόψισε ο Ένγκελς αναπαράγοντας το ρητό αυτό. Εννοούσε ότι η αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι μια δραστηριότητα έξω από την ενεργό πραγματικότητα. Αλλά το ίδιο θα έλεγε και για κάποιον που αντιμετωπίζει την εμπειρία ως «βράχο» για τις κρίσεις του. Το ίδιο «βρώσιμα» με την πουτίγκα είναι τα ωμά γεγονότα, και δεν είναι «φάγωμα» της πουτίγκας το οτιδήποτε. Η κοινή λογική που πιάνεται από την αμεσότητα είναι ο χειρότερος μεταφυσικός, έτσι το έθεσε ο Χέγκελ.

    Γι’ αυτό εξάλλου ανέφερα σ’ αυτή τη συζήτηση επανειλημμένα και το εμπειρικό γεγονός ότι μόνο οι μπολσεβίκοι κατάφεραν να δώσουν στο σύστημα το αποφασιστικό σύστημα με τη μαρξιστική παιδεία και προσανατολισμό τους – αυτό εσείς το βάζετε στο ίδιο τσουβάλι με τον μαρξισμό αυτού που καθάρισε όλους τους μπολσεβίκους.

    Για να είμαστε ακριβείς, ο Ένγκελς χρησιμοποίησε αυτή τη φράση και για να χτυπήσει την απλοϊκή προσπάθεια αναίρεσης του μαρξισμού από επιφανειακούς επικριτές: οι μαρξιστικές κατηγορίες αποκτούν νόημα κατά την ανάπτυξή τους, όπως για να μάθει κανείς κολύμπι πρέπει να κολυμπήσει, έτσι και για να μιλήσει για την πουτίγκα πρέπει να τη φάει. Η a priori απόρριψη του Μαρξ λόγω μιας ιστορικής εξέλιξης είναι μέρος όσων η χρήση της φράσης αυτής από τον Ένγκελς θέλει να στιγματίσει.

    Αυτό που αδυνατείς να καταλάβεις είναι ότι οι εξελίξεις αυτές που παραθέτεις δεν ανήκουν στην επαναστατική ιστορία του μαρξισμού αλλά στην ιστορία του παραγκωνισμού αυτού του μαρξισμού. Το ότι κάποιοι βάφτισαν την περίοδο αντίδρασης επανάσταση και έβαλαν μια μαρξιστική ταμπέλα δεν λέει τίποτα, το αντίθετο με επιβεβαιώνει. Η ίδια η Αριστερά έγινε βαρίδιο για την επανάσταση. Ήδη ο Λένιν μιλούσε για κρατικό καπιταλισμό ως μαρξιστής. Ο Στάλιν δεν ήταν απλά ένα αιμοδιψές τέρας. Ήταν ένας ανιστορικός ψευτο-μαρξιστής που νόμιζε ότι κάθε μέρα και ώρα είναι κατάλληλη για την επαναστατική υποκειμενικότητα. Σταλινισμός είναι ο σοσιαλισμός σε μία χώρα. Η επανάσταση με το ζόρι. Η επαναστατική φαντασιοκοπία εις βάρος της επανάστασης που έφτασε να ανακηρύξει ότι φτάσαμε στον κομμουνισμό! Αυτό ήταν το πλαίσιο για τη φρίκη που εξαπόλυσε ο Στάλιν και όχι απλά ο βίαιος χαρακτήρας του και τα τοιαύτα.

    Η εξέλιξη του μπολσεβικισμού σχετίζεται φυσικά με τα λάθη του Λένιν αλλά δεν είναι εγγενής στον λενινισμό. Ο Λένιν δεν θα έκανε ό,τι έκανε ο Στάλιν. Το αντίθετο. Δες τις τ ε ρ α σ τ ι ε ς διαφορές στο ζήτημα των εθνοτήτων (Γεωργία) και στη σύνθεση των κυβερνητικών οργάνων.

    Κρίσιμες παρατηρήσεις της Λούξεμπουργκ:

    «The Bolsheviks have certainly made a number of mistakes in their policies and are perhaps still making them – but where is the revolution in which no mistakes have been made! The notion of a revolutionary policy without mistakes, and moreover, in a totally unprecedented situation, is so absurd that it is worthy only of a German schoolmaster.

    The awkward position that the Bolsheviks are in today, however, is, together with most of their mistakes, a consequence of basic insolubility of the problem posed to them by the international, above all the German, proletariat. To carry out the dictatorship of the proletariat and a socialist revolution in a single country surrounded by reactionary imperialist rule and in the fury of the bloodiest world war in human history – that is squaring the circle. Any socialist party would have to fail in this task and perish – whether or not it made self-renunciation the guiding star of its policies.

    The blame of the Bolsheviks’ failures is borne in the final analysis by the international proletariat and above all by the unprecedented and persistent baseness of German Social Democracy. This party which in peace-time pretended to march at the head of the world proletariat, which presumed to advise and lead the whole world, which in its own country counted at least ten million supporters of both sexes – this is the party which has nailed socialism to the cross twenty-four hours a day for the four years at the bidding of the ruling class like venal mercenaries of the Middle Ages.

    The news now arriving from Russia about the situation of the Bolsheviks is a moving appeal to what vestiges of honour remain in the masses of German workers and soldiers. They have cold-bloodedly left the Russian Revolution to be torn to pieces, encircled and starve out. Let them now intervene, even at the eleventh hour, to save the revolution from the most terrible fate: from moral suicide, from an alliance with German imperialism.

    There is only one solution to the tragedy in which Russia in caught up: an uprising at the rear of German imperialism, the German mass rising, which can signal the international revolution to put an end to this genocide. At this fateful moment, preserving the honour of the Russian Revolution is identical with vindicating that of the German proletariat and of international socialists.»

    Ας πιάσω όμως το νήμα ξανά από το σχόλιό σου.

    Ο τρόπος που συλλαμβάνεις τη διαλεκτική του Μπούκτσιν είναι ανεπαρκής. Ο Μπούκτσιν ακριβώς αρνείται την οντολογική προτεραιότητα μιας «βαθύτερης» πραγματικότητας. Η δυνητικότητα κατά Μπούκτσιν δεν είναι εκτύλιξη μιας λανθάνουσας ουσίας αλλά αποτέλεσμα της ίδιας της πραγματικής εκτύλιξης. Παραμένει μια ιδέα που έχει έννοια και ενεργό πραγματικότητα συγχρόνως. Η αλήθεια της δεν είναι άσχετη από την πραγμάτωσή της. Η διαφορά με τον Μαρξ είναι ο διϊστορικός χαρακτήρας αυτής της εξέλιξης που εκτείνεται αναδρομικά στην ίδια τη φύση. Βέβαια και η πλήρης ιστορική εξειδίκευση (Ποστόουν) ή ένα είδος κοινωνικής οντολογίας (Λούκατς), έχουν τα (γόνιμα) προβλήματά τους. Βεβαίως δυσκολευόμαστε να συνεννοηθούμε γιατί υπάρχει παρανόηση και της εγελιανής βάσης του Μπούκτσιν, όχι μόνο του Μαρξ (όχι ότι έχει νόημα κατά τη γνώμη μου η υπεράσπιση της εγελιανής φιλοσοφίας στην ολότητά της).

    Αν δεν το κατάλαβες πάντως, αμφισβήτησα και την εκδοχή σου για το τι ακριβώς κάνανε οι μπολσεβίκοι το 1917 μέχρι και τον θάνατο του Λένιν (θεωρώ την πρόσληωη του 1917 ως εξίσου «σχηματική» από τον Καστοριάδη). Εξίσου λαμβάνω υπόψη μου την εμπειρική διάσταση, την οποία επικαλέστηκα επανειλημμένα αλλά εσύ απλά αρνείσαι να πιστέψεις όσα γράφω ξαφνιασμένος που δεν θέλουν να επιβεβαιώνουν όλοι κάποιες ημι-αληθείς προκαταλήψεις!

    Η εμπειρία διαμφισβητούμενων «ωμών» γεγονότων όπως την αναζητείς εσύ μονοδιάστατα (ως τελικό κριτή) είναι μια καθαρά σχολαστική λογική επιχειρηματολογία (ούτε καν υπερβατολογική), όσο κι αν μπορεί στις άλλες ιδέες σου να μην την προσλαμβάνεις έτσι, όπως και ο Καστοριάδης. Εδώ συγκεκριμένα κάνεις μια τέτοια επιφανειακή εφαρμογή αγνοώντας ότι φυσικά δεν αδιαφορώ για τα εμπειρικά ριζώματα, τα εντάσσω όμως διαφορετικά στην ιστορική διαδικασία, πολύ πιο έλλογα κατά τη γνώμη μου από την αντιπαράθεση άσπρου-μαύρου που κάνεις εσύ (με όρους «πλειοψηφίας», λες και η αλήθεια είναι θέμα δημοψηφίσματος, λες και δεν υπήρξε ποτέ Γαλιλαίος, και ό,τι αυτός συμβολίζει).

    Όταν η ίδια η επανάσταση έγινε πραγματικότητα, από τις αρχές του εικοστού αιώνα μέχρι το ’17 ο λενινισμός, ως η ανάδειξη της υποκειμενικής διάστασης του μαρξισμού, από μειοψηφία έγινε πλειοψηφία (ο καπιταλισμός σταμάτησε την εξελικτική πορεία του και έγινε διακριτή η κρίση της αστικής κοινωνίας, άρα και η κρίση του μαρξισμού: πριν απ’ αυτό όλοι θεωρούνταν μια καλή παρέα, Λένιν, Κάουτσκυ, Ρέννερ).

    Στην αντεπανάσταση ο λενινισμός (τον οποίο πρόδωσε με την έννοια αυτή αρκετές φορές και ο ίδιος ο Λένιν) υποχώρησε και δεν μπορούσε πλέον να εκφραστεί παρά σε κάποια γραπτά, αφού ο επαναστατικός «ομφάλιος λώρος» είχε σπάσει ξανά, όπως το 1848 (τηρουμένων των αναλογιών βέβαια, γιατί είχαμε μια άλλου τύπου καπιταλιστική παλινόρθωση επί Στάλιν). Αυτό, για την εν τέλει ανιστορική σου ματιά, είναι αναγωγή της εμπειρίας στη φιλοσοφία, κάνοντας ο ίδιος αυτό που καταγγέλλεις στον μαρξισμό, μη βλέποντας τη μετατόπιση της πάλης σε ένα άλλο επίπεδο. Νομίζεις ότι αγνοώ την εμπειρία ενώ, αντιθέτως, εγώ δεν ξεχνάω την εμπειρία που εσύ αφήνεις βολικά έξω (τον Λένιν ως θεωρητικό που αγνόησε τον «επιστημονικό» μαρξισμό που έλεγε ότι η επανάσταση δεν είναι εφικτή στη Ρωσία).

    Και ιδού, η παρανόηση όλων όσων έγραψα μαζί με την παρανόηση της διαλεκτικής στον Χέγκελ και τον Μαρξ, φτάνει σε τέτοιο σημείο στο σχόλιό σου που καταλήγεις να κριτικάρεις τον … Χούσερλ και όχι εμένα και όσα υποστηρίζω! Αυτό μοιάζει με το τσουβάλιασμα που κάνει ο Καστοριάδης όταν εντάσσει ελαφρά τη καρδία τον Μαρξ και Χέγκελ στην κληρονομημένη σκέψη γενικά. Όλα αυτά πάντως πράγματι είναι αποκεφαλισμός του Χέγκελ, όπως συνόψισε θλιβερά ο Καστοριάδης το καθήκον μας εναντίον του Χέγκελ.

    Δες ξανά τη φράση του Μαρξ από το Κεφάλαιο που παρέθεσα παραπάνω για τη θρησκεία και θα δεις ότι η ουσία της μαρξιστικής μεθόδου δεν είναι μόνο η κατάδειξη του γεγονότος ότι οι ιδεολογίες δημιουργούνται κοινωνικο-ιστορικά (κάτι απλοϊκό). Αλλά η κατάδειξη του τρόπου της αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας της ιδεολογίας εντός της αστικής κοινωνίας. Ο Μαρξ όχι μόνο δεν πρόδωσε αυτή την ιδέα, αλλά την πήγε πολύ πιο πέρα, κάτι στο οποίο μάλλον δεν θέλησε να δώσει σημασία ο Καστοριάδης δημιουργώντας το δικό του σύστημα σκέψης.

    Περί Λένιν και Τρότσκι, καταλαβαίνω το σοκ όταν κάποιος ζει ακόμα σε έναν στενό κύκλο προκαταλήψεων (συνήθως διαβάζουμε βιβλία που επιβεβαιώνουν τις θέσεις μας). Παραπέμπω ξανά στα βιβλία που παρέθεσα παραπάνω. Για την Κροστάνδη υπάρχει και το βιβλίο ενός αναρχικού, του Paul Avrich, που δείχνει γιατί η πραγματικότητα είναι πολύ πιο μακριά απ’ ό,τι παρουσιάζουν οι συνήθεις αναρχικές αφηγήσεις.

    Παραθέτεις μεροληπτικά μονάχα όσα οι μπολσεβίκοι κάνανε στις σκληρότερες των συνθηκών, αποσιωπώντας πολλά άλλα όπως ότι: Οι μπολσεβίκοι πήρανε την πλειοψηφία δημοκρατικά στα Σοβιέτ. Οι μπολσεβίκοι κάλεσαν τα υπόλοιπα κόμματα για συγκυβέρνηση μέσω των σοβιέτ μετά την επανάσταση (μη μου πεις ότι ήταν απάτη γιατί οι πιο επαναστάτες, και από ελευθεριακή σκοπιά, οι αριστεροί σοσιαλεπαναστάτες, συμφώνησαν!). Ξεχνάς επίσης πόσο γρήγορα ήρθαν αυτά τα δύσκολα που φυσικά σχετίζονται και με τα μετόπισθεν.

    Μην ξεχνάς ότι η Λούξεμπουργκ γράφει για τη ρωσική τραγωδία ήδη από το ’18. Δες ξανά τα παραθέματα παραπάνω. Αυτό το άρθρο το δημοσίευσε η Λούξεμπουργκ η ίδια όσο ζούσε. Η «Ρωσική Επανάσταση» συνίσταται από χειρόγραφα που δημοσιεύτηκαν μεταθανάτια παρά την αντίθεσή της.

    Θυμίσου ότι η Λούξεμπουργκ κάνει κριτική πιστεύοντας και η ίδια στη σημασία του κόμματος και της δικτατορίας του προλεταριάτου, και δεν κάνει κριτική στους μπολσεβίκους από αντιμαρξιστική αλλά από μαρξιστική σκοπιά (τονίζοντας τα πολλά λάθη τους – δικαιολογώντας όμως και πολλά από τα λάθη αυτά).

    Για να μην αερολογούμε όμως, σημασία έχει ότι η Λούξεμπουργκ και ο Λένιν είχαν κοινή αντίληψη για την επανάσταση, το κόμμα και τη δικτατορία του προλεταριάτου, σε σχέση με την τάση του Κάουτσκυ αλλά και του αυστρομαρξισμού. Ήταν στο ίδιο στρατόπεδο την κρίσιμη στιγμή που συζητάμε εδώ (βεβαίως μετά καλώς σε κάποια σημεία καυτηρίασε το τι κάνανε οι μπολσεβίκοι από μια σκοπιά παρόμοια με τη σκοπιά του «Κράτος και Επανάσταση» του Λένιν, κακώς σε άλλες περιπτώσεις – ο Λένιν ήταν πιο «ελευθεριακός» ίσως απ’ αυτήν σε κάποια θέματα: μεγαλύτερη έμφαση στα σοβιέτ από το 1905, εθνικό ζήτημα).

    Οι καστοριαδικοί όμως θεωρούν τη ρωσική επανάσταση ένα πραξικόπημα σχεδόν τύπου χούντας. Τη Λούξεμπουργκ την αναφέρουμε συνήθως κατά βούληση και εργαλειακά. Έτσι και τώρα. Όλα αυτά είναι μέρος μιας σύγχυσης που εγώ προσωπικά θέλω να στιγματίσω.

    ΥΓ: Για κάποια ιστορικά θέματα, να μη νομίζεις ότι τα αποφεύγω, αν και ήδη σχολίασα αρκετά παραπάνω:

    «στρατιωτικοποίηση της εργασίας»: αυτό είπαμε το αρνήθηκε ο Λένιν.

    «στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκκαθαρίσεις της Τσεκά, τουφεκισμοί»: Δεν ξέρω αν
    περιμένει κανείς να κάνει κάποιος πόλεμο εναντίον των αστών (οργανωμένων στρατών) με λουλούδια.

    «πόλεμος ενάντια στην αγροτιά»: μετά τον εμφύλιο υπήρξε η ΝΕΠ να θυμίσω. Η επανάσταση στέριωσε με τη συμμαχία των αγροτών.

    «υποταγή των συνδικάτων στο κράτος»: αυτό εξήγησα παραπάνω ότι έγινε με υπευθυνότητα τόσο των μπολσεβίκων όσο και των ίδιων των συνδικάτων, και η πίεση για να γίνει δεν ήταν κυρίως εσωτερική. Δεν είναι η πραγματικότητα ότι υπήρχαν ενεργές επαναστατημένες μάζες που θέλανε δημοκρατική ζωή στα σοβιέτ και οι μπολσεβίκοι τις σφάξανε. Η επανάσταση δεν είναι μια στιγμή και απαιτεί κάτι παραπάνω από καλοκάγαθους ηγέτες. Αυτό το παραπάνω για πολλούς λόγους δεν μπόρεσε να υπάρξει.

    «συντριβή της Κροστάνδη»ς: μη αντιμετώπιση της κατάστασης θα δημιουργούσε πολιτικό χάος σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή. Βεβαίως ο Σερζ λέει ότι θα μπορούσε να υπάρξει άλλος τρόπος εκτόνωσης της κρίσης και όχι ο τρόπος που διάλεψε ο Τρότσκι. Αλλά κι αυτός ακόμα δέχεται ότι από την άποψη της «συνομοσπονδίας» (για να μιλήσω με άλλους όρους), το δίκιο το είχαν οι μπολσεβίκοι. Να μην αναφέρω και τον αντισημιτισμό των ηγετών της ανταρσίας (δλδ ότι από κάποιες απόψεις ήταν αντιδραστικοί).

    «απαγόρευση των τάσεων μέσα στο κόμμα» (1921): κίνηση μέσα στη λαίλαπα των συνθηκών που κατόπιν νομίζω ότι αποδείχτηκε υπερβολική και λανθασμένη.

  24. Μα αγαπητέ Άρη, μέσα από την πρεβεία του Ισραήλ κάνουμε τη δουλειά μας. Φυσικά και δεν θα δώσουμε όλα τα στοιχεία σου, δεν χρειάζεται, γιατί ήδη μας παρακολουθούν όλους οι σιωνιστές. Η κυριαρχία των εβραίων στον πλανήτη είναι απόλυτη. Ναι, ας το παραδεχθούμε, οι σιωνιστές έχουν κέρατα και μακριές ουρές και κινούν τα νήματα από σκοτεινά γραφεία που βρωμάνε αίμα εμβρύων. Όσοι τους υποστηρίζουν δικαίως πρέπει να γευθούν το μίσος και την οργή σου. Εξεγέρσου κι άσε εμάς στον αντεπαναστατικό μας φιλοσιωνιστικό ύπνο! Αφού δεν μπορείς να τα βάλεις με τους καπιταλιστές βάλτα μαζί μας, κάτι είναι κι αυτό. Μπράβο παιδί μου. Παλικάρι, και ωραίος χαρακτήρας.

    Να θυμίσουμε με την ευκαιρία προς τους αναγνώστες που δεν είναι σε ντελίριο ότι οι αντισημίτες που κάνανε πογκρόμ νόμιζαν ότι κάνανε κοινωνική επανάσταση — για την ακρίβεια, έτσι είδε τον εαυτό του ο ο ναζισμός. Ο φίλος Άρης έχει σίγουρα το απαιτούμενο αγωνιστικό πνεύμα!

    ΥΓ: Άρη, ψάξε στο αρχείο μας, έχουμε μεταφράσει και κείμενο του Ποστόουν: “Ένα ακόμα Γερμανικό φθινόπωρο”. Προσοχή, προσοχή!

  25. Ρε Βελισσάρη, να σε ρωτήσω κάτι;

    1ον, γιατί δεν διαβάζεις τη φαντασιακή θέσμιση;
    και 2ον, γιατί δεν κάνεις έρωτα με καμιά κοπέλα (ή αγόρι σε περίπτωση που δεν είσαι ετεροφυλόφιλος) να ηρεμήσουμε όλοι;

    ειλικρινά, στο λέω εντελώς φιλικά.

  26. Να και οι μερακλήδες ανέραστοι (φαντασιώνονται εμένα να κάνω έρωτα) και συγχρόνως αδιάβαστοι (δεν έχουν να πουν τίποτα επί της ουσίας), με τόσο ελικρινείς και φιλικές διαθέσεις, να κάνουν σε άλλους τις προτάσεις που πρέπει να κάνουν στον εαυτό τους.

    Ευχαριστώ που νοιάζεσαι τόσο πάντως.

    Πέρα απ’ την πλάκα, προειδοποιώ από δω και πέρα ότι δεν θα γίνονται ανεκτά παρόμοια σχόλια (που βλέπω ακολουθούν κι ένα κοινό μοτίβο, ξεκινάνε με “ρε” και έχουν κοινή φασιστική νοοτροπία, μέσα στη δειλία της ανωνυμίας τους).

  27. Δηλαδή τώρα ο διαχειριστής του blog μας απειλεί ότι θα μας λογοκρίνει κι όλας γιατί λέει ότι τα σχόλια μας είναι φασιστικού περιεχομένου. Χμμμμ για να σκεφτώ σε ποιο καθεστώς εφαρμόστηκε η λογοκρισία τη στιγμή που τους δόθηκε η ευκαιρία; Μου διαφεύγει, αν κάποιος γνωρίζει σε ποια καθεστώτα η λογοκρισία γίνεται νόμος προς εξυπηρέτηση του διαχειριστή των καταστάσεων ας με ειδοποιήσει τον αδαή. Όλα καλά, όλα ανθηρά.

    Επίσης ο διαχειριστής του blog αυτό θα το κάνει με την επίφαση ότι εν τέλει δεν προάγουμε τον διάλογο. Μάλλον διάλογος είναι να συμφωνούμε μαζί του και να του λέμε ανοιχτά ”τί ωραία που τα λες Βελισσάρη. Μπράβο!!! (και χειροκροτήματα μέχρι του σημείου που θα τρίζουν τα τσιμέντα στην κόκκινη πλατεία) ”. Το ότι περάσαν 10 άτομα και του αναφέρουν ότι λέει μπούρδες, δεν τον ενδιαφέρει μιας και όλη η ανθρωπότητα εδώ και 200 χρόνια δεν κατάλαβε τίποτα από τον Μαρξ και ήρθε ο σωτήρας τώρα, ο νέος Μεσσίας να μας φωτίσει το μυαλουδάκι. Άλλο ένα ζήτω για τον Βελισσάρη λοιπόν παιδιά.

    Και όλα αυτά βεβαίως συμβαίνουν εντελώς αδικαιολόγητα μιας και ο διάλογος θα έπρεπε να θεωρείται το ελάχιστο που μπορούμε να επιτύχουμε μετά από ένα σούπερ – ντούπερ κείμενο 5 σειρών!!! Ε, εσείς οι αντεπαναστάτες δεν υποφέρεστε πια! Καλά σας έκανε ο Λενιν!!

    Το ότι ο Ποστοουν επιτίθεται στο σκιάχτρο του Καστοριάδη δεν μας περνάει καν απ’το μυαλό, είναι όχι απλά κεκτημένο ότι ο Καστοριάδης έκανε λάθος αλλά δεδομένο και αυτονόητο. Τόσο αυτονόητο που 5 σειρές αρκούν για να πειστεί η παγκόσμια κοινότητα.

    Και όλα αυτά με την απαίτηση του Βελισσάρη να τα λέμε επώνυμα όλα. Δεν ξέρω, ασφαλίτης είναι και θέλει να μας φακελώσει; Μόνο στα τμήματα, τις εφορίες, τον ΟΑΕΔ και στα σισύτια ζητάνε τα στοιχεία του κόσμου. Τέτοια μανία με την επωνυμία πια;

    1. Οι διαχειριστές αυτού του blog δεν έχουν την πρόθεση να λογοκρίνουν κανέναν εφόσον τα σχόλια κινούνται σε κόσμιο επίπεδο, είναι εντός θέματος και προωθούν το διάλογο, έστω κι αν είναι κριτικά απέναντι σε αναρτήσεις μας και προφανώς σχόλια που ακολουθούν.

      Δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε πως ορισμένα σχόλια σε αυτή τη συζήτηση (π.χ. των “ανώνυμος antifa”, “Άρη”, “ένας άλλος”, “Μωυσής”, τα οποία μάλιστα δεν θα μας εξέπληττε αν άνηκαν στο ίδιο άτομο) είναι αποπροσανατολιστικά και σε τελική ανάλυση προβληματικά με βάση όλα σχεδόν τα παραπάνω κριτήρια. Η ανωνυμία αρχίζει να αποτελεί ζήτημα από τη στιγμή που οι σχολιαστές κινούνται στο επίπεδο των προαναφερθέντων, αφού είναι πασιφανές πως τα σχόλια αυτά δεν θα πραγματοποιούνταν παρά μόνο υπό τον μανδύα της ανωνυμίας, μιας και επιζητούν τις εντυπώσεις, δεν συμβάλλουν στο ελάχιστο στη συζήτηση και αν μην τι άλλο εκθέτουν τους ίδιους τους συγγραφείς τους.

      Όσοι λοιπόν θεωρούν πως ένα “κείμενο 5 γραμμών” δεν μπορεί να είναι αφορμή για οτιδήποτε, καλούνται να απέχουν. Παρομοίως, καλούνται να απέχουν όσοι δεν ικανοποιούνται από τo επίπεδο της επιχειρηματολογίας στη συζήτηση που πραγματοποιείται και δεν έχουν να συνεισφέρουν κάτι σε αυτή. Ευτυχώς, υπάρχουν αρκετοί χώροι στο διαδίκτυο στους οποίους μπορούν να επιβεβαιώσουν τις προσχηματισμένες απόψεις τους και να συμφωνήσουν με ομοϊδεάτες τους και μάλιστα με αφορμή πολύ πιο «ουσιώδη» κείμενα (δηλ. κείμενα με τα οποία συμφωνούν).

      Παρακαλούμε, κάντε μας τη χάρη.

  28. Είναι πραγματικά αξιολύπητο να γίνεται τέτοιου είδους επίθεση σε ανθρώπους της αριστεράς για ένα και μόνο σχόλιο που ανέβασαν στο blog τους και να περιοριζόμαστε σε προσωπικούς χαρακτηρισμούς…

  29. Παρακολούθησα, πριν λίγο, με ενδιαφέρον τον διάλογο που έγινε με αφορμή μια κριτική υποσημείωση για τον Καστοριάδη.

    Πέρα απο τα ενδιαφέροντα που αναφέρθηκαν και απο τις δυο πλευρές, αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι η παθιασμένη , με το πάθος του νεοφώτιστου σχεδόν, στάση του Θοδωρή Βελισάρη να επανορθώσει και να αποκαταστήσει τις αδικίες που έχουν γίνει στον Μάρξ και την μαρξιστική θεωρία απο τον Καστοριάδη. Επιτρέπει μάλιστα στον εαυτό του να δίνει πατρικές συμβουλές προς τους συνομιλητές του – και εδώ δεν μπορώ να μην διακρίνω μια ελαφρά υποτίμηση προς τον συνομιλητή του αλλά και ως προς τον αναγνώστη- να κρατά την κριτική του ικανότητα σε εγρήγορση, να έχει τα μάτια του ανοιχτά και να είναι υποψιασμένος όποιος μαθαίνει τον Μάρξ μέσα απο τον Καστοριάδη κλπ.
    Ετσι, επαναλαμβάνει συνεχώς περίπου τα ίδια, αφού όπως λέει ‘δεν μπορεί πια να μένει άπραγος μπροστα σε τέτοιες διεστρεβλωσεις’, και προφανώς για να διασώσει κάποια απο τα παιδιά που μεγαλώνει με αντιμαρξιστικό προσανατολισμό ο Καστοριάδης! Πέρα δηλαδή απο το περιεχόμενο της διένεξης- στο οποίο θα αναφερθώ πιο κάτω – το ύφος και η υπεράσπιση της μαρξιστικής θεωρίας έτσι όπως γίνεται, ούτε σε παραδοσιακούς ορθόδοξους μαρξιστές δεν την συναντάς εύκολα σήμερα. Και μάλιστα προεκτείνεται αυτή και στον Λένιν, με χαρακτηρισμούς αρκετά έντονους σε όποιον έχει διαφορετική άποψη: δεν έχεις καταλάβει τίποτε κλπ.
    Μου δίνει την αίσθηση δηλαδή το όλο ύφος και η πρόκληση – η οποία ομολογείται σχεδόν – της υποσημείωσης και του τίτλου της όπως τέθηκε, προφανώς για να ανοίξει ο διάλογος που άνοιξε, μια αίσθηση λοιπόν προσηλυτισμού στον μαρξισμό και αυτό εμένα μου είναι ιδιαιτέρως απεχθές, οφείλω να το ομολογήσω.

    Επι του περιεχομένου τώρα της διένεξης.Να διευκρινίσω κατ’ αρχάς οτι δεν έχω κανένα πρόβλημα με τον μαρξισμό και θεωρώ οτι η μαρξιστική θεωρία μας έδωσε αρκετά στοιχεία για την κατανόηση του καπιταλισμού και οτι η υλική της βάση παραμένει πολύ σημαντική. Επίσης είχε επαναστατικά στοιχεία για την εποχή της, αλλά μέχρις εκεί. Δεν πιστεύω οτι είναι μια θεωρία που αρκεί για να ερμηνεύσουμε σήμερα τον κόσμο και ασφαλώς δεν δέχομαι στοιχεία της, όπως η πρωτοπορεία του κομμουνιστικού κόμματος κλπ. Ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω. Τα έχω απορρίψει μέσα απο τα προσωπικά μου πολιτικά βιώματα και μάλιστα μέσα απο κινήματα πολύ πιο ριζοσπαστικά όταν υπήρχαν, και ξέρω πολύ καλά πού οδηγούν όλα αυτά. Εχω μάθει να μην στέκομαι μόνον σε αυτά που λέει μια θεωρία, αλλά και σε αυτά που κάνουν οι άνθρωποι με αυτή τη θεωρία. Ετσι, για παράδειγμα, δεν εξετάζω μόνο αυτά που είπε ο Λένιν αλλά και αυτά που έκανε. Είναι τεράστιο θέμα και δεν θέλω να επεκταθώ, οι δικαιολογήσεις πάντως δεν με πείθουν.

    Ενα άλλο θέμα είναι ο θετικισμός του Μάρξ, τον οποίον με έκπληξη είδα να τον αρνείται ο Θ.Β, παρ’ ότι τον αποδέχεται το σύνολο σχεδόν των σοβαρών μαρξιστών σήμερα. Ο ίδιος ο Μάρξ θεωρεί οτι η θεωρία του έχει επιστημονική βάση. Αν δεν είναι αυτός θετισκισμός τι είναι; Αλλωστε το διανοητικό περιβάλλον που έζησε ήταν άκρως θετικιστικό και ήταν επόμενο να επηρεαστεί. Κανείς δεν πέφτει απο τον Αρη.

    Επίσης ο μαρξισμός δεν ασχολήθηκε και δεν ασχολείται μέχρι και σήμερα σχεδόν, με μια σειρά απο σημαντικότατα θέματα απαραίτητα για την κατανόηση της κοινωνίας αλλά και για την απελευθέρωσή της όπως, για παράδειγμα, ο σεξισμός, η πατριαρχία, ο ρατσισμός, η ψυχοσεξουαλική δομή των ανθρώπων, η έννοια της ανάπτυξης κλπ (έχουμε το παράδοξο εδώ, μαρξιστές αναλυτές να μιλάνε σήμερα για μια ανάπτυξη του καπιταλισμού και το ξεπέρασμα της κρίσης του και όχι για μια ανατροπή του καπιταλισμού. Και αυτό δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο).
    Θέλω να πώ, οτι δεν αρκεί να συμφωνήσουμε αν η φιλοσοφική διάσταση του Μάρξ είναι πιο σωστή και αν την ερμήνευσε λάθος ο Καστοριάδης, αλλά και η κοινωνιολογική και η ανθρωπολογική διάσταση είναι εξίσου σημαντικές. Και σε αυτά τα πεδία είναι ανεκτίμητη η προσφορά του Καστοριάδη.

    Να πώ επίσης οτι είναι λάθος να θεωρούμε τον Καστοριάδη αντιμαρξιστή. Ο Καστοριάδης υπήρξε, κατά τη γνώμη μου, απο τους σημαντικότερους και βαθύτερους μελετητές του Μάρξ, είναι αστείο να λέμε οτι δεν τον κατάλαβε, και επηρέασε με τα κείμενά του σημαντικα κομάτια της μαρξιστικής αριστεράς( βλέπε την ιταλικη εφημερίδα ‘Μανιφέστο’ δημιουργημένη απο τους πιο επιφανείς και ανοιχτόμυαλους διανοούμενους ιταλούς μαρξιστές, όπως και άλλους) πριν την εγκατάλειψη του μαρξισμού.
    Οταν συγκρούεται πιο ριζικά μαζί του, δημιουργεί τη δική του ριζοσπαστική θεωρία και βάζει όπως λέει τη θεωρία στη θέση της. Αυτό φαίνεται οτι δεν του το συγχώρεσαν κάποιοι που δεν μπορούσαν να δεχτούν εύκολα την αλήθεια των ισχυρισμών του. Ηταν ψυχολογικά εξηγήσιμο σ’ ενα βαθμό όταν έπρεπε να αρνηθείς την αυθεντία μιας ‘ολικής επιστημονικής θεωρίας’, ήταν σαν να σκοτώνεις συμβολικά τον πατέρα σου και αυτό δεν το αντέχουν πολλοί, γιατί σημαίνει οτι αναλαμβάνεις την ευθύνη της ζωής σου, των σκέψεων, των επιλογών και των αποφάσεών σου. Ενηλικιώνεσαι δηλαδή και ζείς μέσα στην τραγική συνθήκη να αποφασίζεις μόνο σου κάθε στιγμή για το σωστό, χωρίς καμία εκ των προτέρων βεβαιότητα και συμβουλή.
    Αυτό που έκανε ο Καστοριάδης λοιπόν ήταν να βάλει την μαρξιστική θεωρία στη θέση της. Και το έκανε πολύ εμπεριστατωμένα, λεπτομερέστατα, με διαύγεια και δεν συμφωνώ καθόλου με τον Νίκο οτι ήταν ‘σχηματική’ η κριτική του στον μαρξισμό. Επισήμανε όμως, οτι μετά τον Μάρξ δεν υπήρξε άλλος πολιτικός στοχαστής του μεγέθους του. Δεν επισήμανε τόσο την φιλοσοφική του διάσταση, σωστά κατά την γνώμη μου, γιατί δεν ξέρω αν είναι μεγαλύτερος φιλόσοφος απο τον Χέγκελ π.χ, αλλά τον θεώρησε σίγουρα κορυφαίο πολιτικό στοχαστή. Αυτό το αναγνωρίζει χωρίς περιστροφές ο Καστοριάδης, αλλα ωστόσο βάζει την θεωρία του στη θέση της, όπως και κάθε θεωρία.
    Δεν καταλαβαίνω εδώ, τους ισχυρισμούς του Θ.Β για δήθεν υποτίμηση του Μάρξ απο τον Καστοριάδη ως θεωρητικό, τι άλλο έπρεπε να πεί δηλαδή, εκτός και αν εννοεί οτι θα έπρεπε να τον αναγάγει στην απόλυτη αυθεντία, όπως εθεωρείτο μέχρι κάποιο σημείο και ίσως και ακόμη σήμερα απο αρκετούς.
    Στην θεωρία του αντιπαρατέθηκε, όχι στον ίδιον, και ίσως πιο βαθιά και πιο ουσιαστικά απο κάθε άλλον, και μάλιστα απο μαρξιστική σκοπιά, όντας μαρξιστής ο ίδιος μέχρι κάποιο σημείο, και ίσως αυτό να εξηγεί και σ’ εναν βαθμό την πολεμική που του έγινε και του γίνεται απο κομάτια της μαρξιστικής αριστεράς. Δεν είναι πραγματικά εύκολο να αντικρούσει την κριτική που άσκησε, δεν λέω οτι δεν μπορεί να γίνει, αλλά πάντως δεν έχω δεί πολύ πειστικές εκδοχες μέχρι σήμερα.

    Αν τώρα κάποιοι διαβάζουν τον Καστοριάδη όπως τους βολεύει για να εκφράσουν δικές τους αντιμαρξιστικές ή όποιες άλλες τάσεις, αυτό πιστεύω οτι δεν αφορά τον ίδιο τον Καστοριάδη. Γι αυτούς είναι άλλοθι ο Καστοριάδης για να εκφράσουν τον αντιμαρξισμό τους, θα έβρισκαν ο,τιδήποτε για να το κάνουν, άρα νομίζω οτι είναι βαθύτερα τα αίτια και δεν ευθύνεται ο Καστοριάδης γι αυτό. Οσο για τα ‘γερά παιδιά που μεγαλώνει’, ε, το θεωρώ κι εγώ εκτός πραγματικότητας και όχι άξιο σχολιασμού.

    Ενα άλλο θέμα είναι οτι ξεχνάμε οτι πολύ πριν τον Καστοριάδη, κριτική στον μαρξισμό είχε ασκηθεί απο τους κλασικούς του αναρχισμού και γενικά απο το αναρχικό κίνημα και μάλιστα πολύ πιο σκληρή απο την κριτική που άσκησε ο Καστοριάδης. Ανεξάρτητα αν συμφωνούμε με τις αναρχικές ιδέες ή όχι, η κριτική τους στον μαρξισμό ήταν επίσης απο μια ελευθεριακή θέση και όχι απο μια συντηρητική.
    Δεν καταλαβαίνω γιατί ενοχλεί τόσο πολύ η κριτική ειδικά του Καστοριάδη και όχι και άλλων πολλών οι οποίοι την άσκησαν επιτυχώς ή όχι. Και δεν καταλαβαίνω επίσης την ανησυχία οτι οι ιδέες του Καστοριάδη εξαπλώνονται (αν ισχύει αυτό, εγώ δεν το βλέπω, αλλά ας πούμε οτι συμβαίνει) και την προσπάθεια κάποιων να σώσουν τον κόσμο αυτό απο την λανθασμένη κριτική που άσκησε ο Καστοριάδη στον Μάρξ. Μήπως υποτιμάμαι αυτόν τον κόσμο σαν αφελή, δεν καταλαβαίνει, δεν παίζει τον Μάρξ στα δάχτυλα και ας τον προειδοποιήσουμε να είναι υποψιασμένος όταν διαβάζει αυτή την κριτική στον Μάρξ; Κάτι σαν πατερναλιστική στάση και όχι ισότιμο διάλογο μου κάνει όλο αυτό.

    Οσο για την σκέψη και τις ιδέες του Καστοριάδη, όσο πιο πολύ εμβαθύνω τοσο πιο πολύ με εντυπωσιάζει η βαθύτητα και η ριζοσπαστικότητα της σκέψης του. Φυσικά δεν περιμένω να βρώ εκεί απαντήσεις σε όλα όσα μας απασχολούν σήμερα και ούτε πιστεύω οτι αυτό ήθελε ο ίδιος να δώσει. Είναι ενας μεγάλος διανοητής που μας βοήθησε να κατανοήσουμε καλύτερα κάποια πράγματα, αλλά η θεωρία του μπαίνει και αυτή στη θέση της, όπως μας έμαθε και όπως θα ήθελε και ο ίδιος. Και φυσικά ο διάλογος μαζί του συνεχίζεται και μας βοηθάει ίσως να πάμε και πέρα απο αυτόν, όπως επίσης θα ήθελε.
    Και όσο και για την μαρξιστική θεωρία, επίσης κρατάμε όσα στοιχεία θεωρούμε αξιόλογα και μπαίνει και αυτή στη θέση της. Αν υπάρχει μέσα απο την τεράστια οικονομική κρίση που ζούμε μια επανάκαμψη των οικονομικών στοιχείων που επισήμανε ο Μάρξ ( να υπενθυμίσω εδώ, οτι ο Καστοριάδης θεωρούσε μια επανάκαμψη και ενα ενδιαφέρον που είχε δεί για τον Μάρξ ως θετικό στοιχείο, με την έννοια οτι κάποιος κόσμος βγαίνει κάπως απο την ιδιωτικότητά του και ξανασχολειται κάπως με τα ζητήματα της πολιτικής, πόσο αντιμαρξιστικό μας φαίνεται αυτό αλήθεια;;;) εμένα που δεν τα υποτίμησα ποτέ ούτως ή άλλως, συνεχίζει αυτή η θεωρία να μη με καλύπτει σε μια σειρά άλλα σημαντικά ζητήματα.

    Αυτά ήταν λίγα, απ’ όσα θυμάμαι απ τον διάλογο, που ήθελα να πώ, και ευχαριστώ για την φιλοξενία.

  30. Προς ανώνυμο antifa:

    Έγραψα για φασιστική νοοτροπία και όχι περιεχόμενο (αν και κάποια
    σχόλια που ειρωνεύονται εβραϊκά ονόματα κάλλιστα και τέτοιο χαρακτήρα
    μπορούμε να πούμε ότι έχουν). Είναι μια χαρά φασιστική νοοτροπία να
    υποβαθμίζεις (ΑΦΑΝΙΖΕΙΣ) τη λογική αντιπαράθεση και επιχειρηματολογία (που κρατήσαμε παρ’
    όλη την έντονη διαφωνία εγώ, ο Νίκος, ο Νικόλας και ο Πωλ) και να
    περνάς στην ωμή επίθεση και υποβάθμιση του άλλου.

    Με εγκαλείς ότι δεν κάνω διάλογο, ενώ ο ίδιος δεν κάνεις κανένα
    διάλογο! Ιδιαίτερα μάλιστα δεδομένου ότι συζήτησα με όλους και
    προσπάθησα να επιχειρηματολογήσω, η αναφορά είναι αχαρακτήριστη!

    Τρία άτομα διαφώνησαν μαζί μου πολιτισμένα, παρά τις εντάσεις. Ακόμα
    και στη μεγαλύτερη ένταση κανείς δεν είπε ότι γράφω μπούρδες. Αυτό το
    λες εσύ. Αλλά εσύ δεν έχεις να πεις και κάτι άλλο.

    Τίποτα δεν θεωρείται αυτονόητο και δεδομένο, γι΄ αυτό κάποιοι εδώ
    συζητάμε, αντίθετα από κάποιους άλλους.

    Περί ανωνυμίας: κάθομαι και κάνω κανονική συζήτηση με επώνυμους κι
    ανώνυμους. Όμως φυσικά και λέω τη γνώμη μου ότι αν δεν συντρέχει
    ειδικός λόγος καλό είναι να γράφουμε δημόσια επώνυμα, με το θάρρος της
    γνώμης μας. Με την ανωνυμία, γράφει ο κάθε ανεύθυνος, όπως εσύ,
    ό,τι του κατέβει. Άποψή μου είναι και τη λέω. Δεν επέβαλλα τίποτα σε
    κανέναν.

    Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον Αντώνη Κ. και τον έτερο διαχειριστή του μπλογκ
    για τη στήριξη.

  31. Όαση το σχόλιο του Α.Μ μετά από κάποιους οχετούς.

    Όμως Α.Μ πές μου, έχεις κάτι εναντίον του πάθους, ή εναντίον των
    νεοφώτιστων, ακόμα κι αν είναι έτσι τα πράγματα; (που δεν είναι έτσι, παλιότερα είχα
    μιλήσει ξανά για το σκιάχτρο του Μαρξ που παρουσιάζει ο Καστοριάδης).

    Η επιμορφωτική διάθεση θεωρείς ότι ταυτίζεται με υποτίμηση του
    συνομιλητή; Θα πρόσεξες ότι δεν κάνω προπαγάνδα υπέρ κάποιων ‘σωστών’
    ιδεών, αλλά θέτω κριτικά ερωτήματα και αμφισβητώ προκάτ απόψεις. Αλλά
    δεν είπα πουθενά: γίνετε μαρξιστές! Το αντίθετο. Εσύ βέβαια έναν μη
    προπαγανδιστικό σχολιασμό τον βρίσκεις προσηλυτισμό! Ακόμα και η
    υπενθύμιση της κριτικής διάθεσης με διάθεση συμβουλής, ταυτίζεται με
    τον πατερναλιστικό δεκάλογο του Μωϋσή! Ω (μεταμοντέρνοι) καιροί! Το
    εγώ έχει τόσο φουσκώσει που δεν σηκώνει κουβέντα, για να μη φανεί το
    κενό εντός του. Σταδιακά, οτιδήποτε πέρα από παράλληλους μονόλογους θα
    θεωρείται ίσως ‘ιδιαίτερα απεχθές’.

    Αν διαπιστώσεις ότι κάποιοι πιάνονται από μια ‘αλήθεια’ και σταματούν
    τη διερεύνηση, είναι υποτιμητικό να το υπενθυμίσεις; Θα μου πεις: τους
    προσβάλλεις. Μα αφού αυτό βλέπω! Να μην το πω από ευγένεια; Πάντως
    είμαι ανοικτός στον διάλογο για να δω αν κάνω λάθος.

    Όσον αφορά τους έντονους χαρακτηρισμούς, για πρόσεξε λίγο το δικό σου
    σχόλιο. Έχει κι αυτό έντονους χαρακτηρισμούς. Θα δικαιολογηθείς ίσως
    λέγοντας ότι εγώ το ξεκίνησα. Δες όμως πώς ξεκίνησε αυτός ο διάλογος.
    Αν κάποιος ρωτούσε: ‘τι εννοεί εδώ ο Ποστόουν; εγώ διαφωνώ πάντως’,
    φυσικά και θα ήταν διαφορετικός ο διάλογος, αλλά μας ζητήθηκε ο λόγος
    για μια υποσημείωση.

    Για να κλείσω άλλη μια κουραστική συζήτηση ‘περί ύφους’, διαφωνώ και
    με τον χαρακτηρισμό πρόκληση, πέρα από προβοκάτσια, για την ανάρτηση.
    Σκέψου ότι η πρόκληση μπορεί να είναι τέτοια επειδή την επιδιώκει ο
    πομπός της επικοινωνίας. Αλλά μπορεί απλά ως τέτοια, για πολλούς λόγους, να τη συλλαμβάνουν
    οι δέκτες. Εμείς αναρτήσαμε συνοπτικά μια άποψη με την οποία
    συμφωνούμε. Θα ήταν πολύ να ζητήσω να συζητήσουμε τις ιδέες και να μην
    γκρινιάζουμε τόσο;

    Επί του περιεχομένου:

    Καλά κάνεις και στέκεσαι όχι ‘μόνον σε αυτά που λέει μια θεωρία, αλλά και σε αυτά που κάνουν οι άνθρωποι με αυτή τη θεωρία’. Σκέφτηκες όμως ότι μ’ αυτή τη θεωρία οι άνθρωποι κάνανε την επανάσταση στη Ρωσία;
    [εκτός αν πιστεύεις ότι κακώς κατελήφθη η εξουσία, κάτι που δίστασαν
    αρχικά να κάνουν, αλλά κατόπιν χαιρέτισαν, άνθρωποι απ’ όλο το
    αριστερό φάσμα]. Δεν θες όμως να επεκταθείς, δεν θα επεκταθώ κι εγώ,
    νομίζω έγραψα αρκετά παραπάνω, αφού δεν πείστηκες, οκ.

    Τώρα περί θετικισμού: καταρχήν ποιο είναι το ‘σύνολο σχεδόν’ των σημερινών ‘σοβαρών’ μαρξιστών που λέει ότι ο Μαρξ ήταν θετικιστής;;;;;;;;; Και από πότε η επιστήμη στον Μαρξ σημαίνει
    θετικισμός; Η επιστήμη εκείνη την εποχή ήταν η γνώση εν γένει και όχι
    οι θετικές επιστήμες. Δηλαδή για πες μου, με ποια έννοια τόσο π.χ. ο
    Ογκύστ Κοντ όσο και ο Μαρξ είναι θετικιστές; [αυτό που λες περί
    περιβάλλοντος, σκέψου αν θα μπορούσε να ισχύει σήμερα: ο
    αντιμαρξιστικός προσανατολισμός της εποχής και μέσα της κάποιοι σαθροί
    ισχυρισμοί ότι ο Μαρξ είναι θετικιστής].

    Το ότι υποτίθεται ο μαρξισμός δεν ασχολείται με τα ζητήματα που λες,
    είναι καταρχήν άσχετο με τη συζήτηση, γιατί εδώ συζητάμε αν
    παρουσιάζει σωστά ο Καστοριάδης (και ο καστοριαδισμός) τον Μαρξ και
    τον μαρξισμό. Δεν είπαμε ‘παρατήστε τα όλα και πιάστε το Κεφάλαιο!’.

    Αλλά είναι λάθος ότι ο μαρξισμός δεν ασχολείται με τα θέματα αυτά: οι
    Ράιχ, Μαρκούζε και Αντόρνο σαφώς ως μαρξιστές ασχολήθηκαν με την
    ψυχανάλυση (επαγγελματικά βέβαια μόνο ο πρώτος). Όσον αφορά τα θέματα
    του σεξισμού, της πατριαρχίας, του ρατσισμού, της σεξουαλικότητας, της
    ανάπτυξης, και πολλά άλλα, μπορώ να γεμίσω αρκετές σελίδες με
    μαρξιστική βιβλιογραφία του παρελθόντος και του παρόντος (και αγώνες
    από σοσιαλιστικές μαρξιστικές οργανώσεις!).
    Ούτε είπαμε ότι δεν έχει προσφέρει ο Καστοριάδης. Συζητάμε αν
    επιτέθηκε στο σκιάχτρο του Μαρξ και όχι στον Μαρξ.

    Τώρα, δεν νομίζω να είπα πουθενά ότι δεν κατάλαβε ο Καστοριάδης τον
    Μαρξ (υπάρχουν πολλοί λόγοι για τον ‘σχηματικό’ Μαρξ που παρουσιάζει).

    Αλλά και να το έλεγε αυτό κανείς, γιατί είναι τόσο αστείο; Δηλαδή
    αποκλείεται ο Postone να έχει δίκιο σ’ αυτή την υποσημείωση; Είναι
    αστείο να παρερμηνεύει ο ‘ανεκτίμητος’ Καστοριάδης; Και μετά με
    εγκαλείς για νεοφώτιστο. Ούτε σε ορθόδοξους καστοριαδικούς δεν συναντά
    κανείς σήμερα τέτοιο ύφος και υπεράσπιση (για να θυμηθώ αστειευόμενος το σχόλιό σου)…

    Περί πατροκτονίας, νομίζω ότι μια πρόωρη και αδικαιολόγητη μπορεί να
    σε καθηλώσει περισσότερο στην παιδική ηλικία.

    Ίσως πρέπει σε κάποια φάση να αρχίσω να βάζω αποσπάσματα από το πρώτο
    μέρος της Φαντασιακής για να φανεί και σε όσους δεν έχουν το βιβλίο ο
    ‘σχηματικός’ μαρξισμός και Μαρξ που παρουσιάζεται εκεί. Στο σχόλιό μου
    στον Νικόλα έθεσα 4 σημεία προβληματισμού επ’ αυτού: εσύ, χωρίς να τα
    συζητάς, λες ότι μια χαρά τον παρουσίασε τον Μαρξ ο Καστοριάδης. Δεν
    έχεις πειστεί, και καλά κάνεις, αλλά ούτε κι εγώ – εγώ δεν έχω και
    βοήθεια για να πειστώ (ή είμαι ανίκανος να τη δω).

    Περί αναρχισμού: η αναρχική κριτική στον μαρξισμό έχει διεθνή
    χαρακτήρα και κρατά από την Α’ Διεθνή. Η επίδραση του Καστοριάδη όμως στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερη.
    Γι’ αυτό δώσαμε ιδιαίτερη προσοχή στην κριτική του Καστοριάδη στον Μαρξ, η μελέτη του οποίου έχει επαναστατική σημασία, και όχι μόνο λόγω της 11ης θέσης!!!! [δεν είπε απλά κάποια καλά
    πράγματα, όπως π.χ. κι ο Σπινόζα].

    Στο πρώτο μέρος της Φαντασιακής ο Καστοριάδης περνάει τον Μαρξ γενεές
    δεκατέσσερις, και αναιρώντας το αυτό μου λες στο τέλος ότι ο
    Καστοριάδης χαιρόταν που τονώνεται το ενδιαφέρον για τον Μαρξ. Μα,
    κάλλιστα θα μπορούσε να χαίρεται και με τον ενδιαφέρον για τον
    Προυντόν (αν υπήρχε!). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήρθε σε ρήξη με τον
    Μαρξ (και με τον αναρχισμό).

    Το θέμα είναι αν αυτή η ρήξη ήταν δίκαιη
    απέναντι στον Μαρξ (επιμένω ότι δεν ήταν, βλ. π.χ. τα 4 σημεία), και
    αν αυτή η ρήξη μπορεί να είναι πραγματικά ένα επαναστατικό όπλο για
    μας σήμερα. Εκ μέρους μου, δύο “όχι” και στα δύο αυτά ζητήματα.

  32. Δεν είχα καθόλου χρόνο αυτές τις μέρες και δεν πρόλαβα να τοποθετηθώ, αλλά διάβασα το σχόλιο του Α. Μ. και μπορώ να πω ότι με καλύπτει πλήρως. Όταν είπα, πιο πάνω, ότι η κριτική του Καστοριάδη στο μαρξισμό είναι «σχηματική», εννοούσα ότι πιάνει την πιο σχηματική του εκδοχή, προκειμένου να δείξει τι υπάρχει, έστω ως τάση, κάτω και από τις λιγότερο «χυδαίες» εκδοχές μαρξισμού. Με αυτή την έννοια πιστεύω ότι θα έπρεπε να είναι πιο σαφής ως προς αυτό, ώστε να αποφεύγονται παρεξηγήσεις όπως αυτή που συζητάμε εν προκειμένω. Δεν είναι το ίδιο πράγμα, με άλλα λόγια, ο E. P. Thompson με τον Αλτουσέρ. Άλλωστε αυτή η κριτική του είχε γίνει ήδη πριν το 1963, μέσα στο Socialisme ou Barbarie, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων που ακολούθησαν τη δημοσίευση του κειμένου του Κ.Κ. «Το επαναστατικό κίνημα στο σύγχρονο καπιταλισμό» (1961) και την ίδρυση της λεγόμενης «Τάσης» (Καστοριάδης, Κανζιέρ κ.λπ.), η οποία ασκούσε κριτική στο μαρξισμό και πρότεινε έναν εκμοντερνισμό της ιδεολογίας και της πολιτικής παρέμβασης της ομάδας. Τότε τα μέλη της «Αντί-Τάσης», οι μαρξιστές, του έλεγαν «μέχρι τώρα προσπαθούσαμε να δείξουμε ότι ο σταλινισμός είναι η απόλυτη άρνηση του μαρξισμού, ενώ τώρα μας λες ότι ο μαρξισμός είναι περίπου το ίδιο με το σταλινισμό». Βέβαια νομίζω ότι ο Καστοριάδης απάντησε εκ των υστέρων σε αυτή την ένσταση, λέγοντας ότι ουσιαστικά ο ίδιος προσπάθησε να μείνει πιστός στο επαναστατικό πνεύμα του Μαρξ και ότι γι’ αυτό οδηγήθηκε να τον απορρίψει, τελικά, εφόσον οι ετερόνομες τάσεις της θεωρίας του ήταν αυτές που τελικά επικράτησαν, πνίγοντας τις δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης του αρχικού πνεύματος μέσα στα πλαίσια των μαρξιστικών κατηγοριών.

    Τώρα, ως προς το σχόλιο του Θοδωρή, συμφωνώ απόλυτα με την ταυτόχρονη κριτική του Αντόρνο στους χαϊντεγγεριανούς και τους θετικιστές. Σε αυτό το σημείο Αντόρνο και Καστοριάδης συμφωνούν πλήρως (βλ. π.χ. τη σχετική ανάλυση στο «Σύγχρονη επιστήμη και φιλοσοφική διερώτηση» από τα Σταυροδρόμια του λαβύρινθου) και γι’ αυτό ο Καστοριάδης παρέθετε την Αρνητική διαλεκτική στα βασικά βιβλία τα οποία θα έπρεπε να έχουν υπόψην τους οι φοιτητές του για να παρακολουθήσουν τα σεμινάριά του.

    Το αναφέρω και αυτό ως ένα ακόμα στοιχείο για να δείξω ότι ουδέποτε ο Καστοριάδης υπήρξε «αντιμαρξιστής», όπως θέλουν να μας πείσουν τόσο τα διάφορα κουμεντάκεια πιθηκοειδή όσο και οι αντιμαρξιστές που χρησιμοποιούν τον Καστοριάδη για τους δικούς τους λόγους. Αντίθετα, έχοντας υπάρξει συνεπής και δημιουργικός μαρξιστής για πολλά χρόνια, είδε, από ένα σημείο κι έπειτα, ότι αυτό το θεωρητικό πλαίσιο δεν του επέτρεπε να αναλύσει τις κοινωνικές εξελίξεις. Αλλά αν θεωρούσε άξιο αναφοράς κάποιο μαρξιστικό έργο, πάντοτε θα το στήριζε (όπως έκανε με τα βιβλία του Τόμσον, π.χ.). Να πω, επί τη ευκαιρία, όπως σωστά το τονίζει και Α. Μ., οι αντιμαρξιστές απλώς χρησιμοποιούν εργαλειακά τον Καστοριάδη για τους σκοπούς τους και, ακόμα και αν δεν υπήρχε ο Καστοριάδης, κάποιον άλλον θα έβρισκαν. Εγώ, προσωπικά, ξέρω αρκετές περιπτώσεις ατόμων που μια περίοδο φλέρταραν με τον Καστοριάδη, τον ερμήνευσαν με αντιμαρξιστικό τρόπο και τελικά τον εγκατέλειψαν, εφόσον στράφηκαν προς δεξιές πολιτικές απόψεις. Άρα, εκ των υστέρων, φαίνεται ότι άλλα κίνητρα τους οδήγησαν στον Καστοριάδη κι όχι κάποιο γνήσιο πολιτικό ενδιαφέρον για τη δημοκρατία και την αυτονομία.

    Όταν, τώρα, για να περάσω στο άλλο ζήτημα, υπεραμύνομαι της εμπειρίας δεν το κάνω από την άποψη του θετικισμού και του αγγλοσαξωνικού εμπειρισμού. Έχοντας διαβάσει τον Καστοριάδη, δε θα έπρεπε να με παρερμηνεύεις έτσι, Θοδωρή. Εγώ αναφέρομαι στην καστοριαδική έννοια της συγκεκριμένης, ενεργού πραγματικότητας (réalité effective), η οποία δεν αναγνωρίζει τη διάκριση ανάμεσα σε υπερβατολογικό και εμπειρικό (με την καντιανή και χουσερλιανή έννοια). Διότι, φυσικά, «υπερβατικότητα» δεν είναι απλώς οι άγγελοι και το Άγιο Πνεύμα, αλλά η προσπάθεια να δούμε πίσω από την ιστορία κάποια εγγενή λογική ή τάση, μια κατευθυντικότητα. Αυτή η διάκριση είναι θεολογική, καθώς μας οδηγεί σε μια θεοδικία και μια προσπάθεια να αμφισβητήσουμε την ύπαρξη του κακού (ο Μπούκτσιν λέει ρητά ότι γι’ αυτόν η Ιστορία περιλαμβάνει μόνο τα στοιχεία που ο ίδιος θεωρεί ορθολογικά και θεολογικά).

    Εσύ ο ίδιος είπες παραπάνω: «Θα μου πεις πάλι ότι θεωρώ κυρίαρχη μια μειοψηφία. Ναι, όπως θεωρώ κυρίαρχη και τη δυνατότητα για ελευθερία σήμερα παρά τη μακρά σταδιοδρομία της ανθρωπότητας στον βούρκο της βαρβαρότητας (και το εμπειρικό παρόν της)». Αυτό εμένα μου φαίνεται λίγο «παίνρω τους πόθους μου για πραγματικότητα». Εγώ, π.χ., καστοριαδικά σκεπτόμενος, δε βλέπω για ποιο λόγο το γεγονός ότι είμαστε υπέρ της ελευθερίας και της κοινωνικής ισότητας πρέπει να πούμε ότι οι δυνατότητες για την πραγματοποίηση ενός καθεστώτος βασισμένο σε αυτές τις αρχές είναι «κυρίαρχη», κόντρα σε όλα τα γεγονότα που αποδεικνύουν το αντίθετο. Δηλαδή είναι σα να καταργούμε πλήρως την κοινωνική ανάλυση (τι συμβαίνει σήμερα, τι κάνουν οι άνθρωποι, ποιες είναι οι κυρίαρχες τάσεις κ.λπ.) χάριν μιας οντολογίας την ιστορίας που μας εγγυείται εκ των προτέρων ότι η ελευθερία είναι εξ ορισμού κυρίαρχη ως τάση, εφόσον είναι «λογική» κ.λπ.

    Και αυτά όλα, φυσικά, δένουν με τη μπουκτσινική ανάλυση ότι αν απεμπολήσουμε αυτή την ετερόνομη και περίπου θρησκευτική στάση, θα παραδοθούμε στο «σχετικισμό», τον «ωμό εμπειρισμό» που δεν επιτρέπει τον προσανατολισμό μας κ.λπ. Δε νομίζω όμως ότι κάτι τέτοιο στέκει. Εγώ δίνω πολύ μεγαλύτερο βάρος στην κοινωνιολογική διαύγαση παρά στις καθαρά «φιλοσοφικές» θεωρίες, καθώς θεωρώ ότι είναι αυτή η πρώτη που μπορεί να μας βοηθήσει να διαυγάσουμε μέσα σε ποιες συνθήκες ενεργούμε πολιτικά αλλά και το τι κάνουμε, πώς πράττουμε κ.λπ. Και γι’ αυτό μου φαίνονται λίγο ως λεπτολογίες όλες αυτές οι αναλύσεις για το αν είναι πιο σωστή η οντολογία του Μπούκτσιν από αυτήν του Καστοριάδη, για το αν τελικά είχε δίκιο ο Μαρξ κ.λπ. Έστω ότι είχαν δίκιο και ο Μπούκτσιν και ο Μαρξ και άδικο ο Καστοριάδης. Τι έχουν όμως να μας πουν οι δύο πρώτοι (κι ειδικά ο Μαρξ) για τη σύγχρονη κοινωνία; Όχι πολλά, τολμώ να πω. Ο Καστοριάδης, αντίθετα, με την ανάλυσή του για την ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού, την άνοδο της ασημαντότητας, περί της αυτονόημησης της τεχνοεπιστήμης κ.λπ. μας επιτρέπει, εκτός των άλλων, να εντάξουμε και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολλές ιδέες των πιο οξυδερκών αναλυτών των μετασχηματισμών του πρόσφατου καπιταλισμού (Ρίσμαν, Μπελ, Σένετ, Λας κ.λπ.), ώστε να έχουμε μια κατανόηση του τι συμβαίνει γύρω μας.

    Η υπεράσπισή μου του «εμπειρισμού», από την πλευρά μου δεν έχει, φυσικά, σχέση ούτε κάποια μια ωμή λογική κοινωνικού δαρβινισμού του τύπου «ο “σοσιαλισμός” κατέρρευσε, άρα ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς είναι το ανώτερο και σωστότερο σύστημα της ιστορίας». Δε λέω ότι για την ορθότητα των ιδεών αποφασίζει, έτσι απλά όπως το θέτεις, Θοδωρή, η «πλειοψηφία». Λέω ότι πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη την πορεία μιας ιδέας μέσα στην ιστορία, καθώς αυτή η πορεία δεν είναι καθόλου άσχετη με τις εγγενείς τάσεις, ρητές ή υπόρρητες, της εν λόγω ιδέας. Άλλωστε ο Γαλιλαίος δικαιώθηκε, έστω και μετά θάνατον! Εσύ είσαι που, από την άλλη, έχεις επιβάλει κάποια το λιγότερο αυθαίρετα κριτήρια για το ποιος είναι μαρξιστής, ποιος είναι λενινιστής κ.λπ. Μου θυμίζει αυτή η στάση του Μπούκτσιν, ο οποίος έφτανε να λέει ότι ως Ιστορία χαρακτηρίζει μόνο τα απελευθερωτικά κινήματα κ.λπ. (δηλαδή, εν ολίγοις, μόνο ό,τι αρέσει στον ίδιο). «Αμέσως, θα υπάρξει η αντίρρηση πως ανορθολογικά γεγονότα, ασύνδετα μ’ αυτήν την ενεργό πραγμάτωση, ξεσπούν πάνω μας σε όλους τους καιρούς και σε όλες τις εποχές και κουλτούρες. Αλλά, όσο δεν επιδέχονται ορθολογική ερμηνεία, παραμένουν ακριβώς γεγονότα, όχι Ιστορία, όσο σημαντικές συνέπειες κι αν έχουν στην πορεία άλλων γεγονότων» (M. Bookchin, «Ιστορία, Πολιτισμός και Πρόοδος»). Δηλαδή το κακό δεν υπάρχει, είναι λιγότερο πραγματικό από το Καλό, εφόσον δε μπορούμε να το ερμηνεύσουμε «ορθολογικά», δηλαδή επειδή δε μπορούμε να το εντάξουμε σε αυτό που ο Μπούκτσιν αποκαλεί ιστορία (την εκδίπλωση μιας λογικής προς την ορθολογικότητα, την ελευθερία κ.λπ.). Νομίζω, Θοδωρή, ότι ένα ανάλογο σχήμα χρησιμοποιείς κι εσύ στην αντίληψή σου για την ιστορία του μαρξισμού. Ό,τι είναι ετερόνομο, αντιδημοκρατικό, γραφειοκρατικό κ.λπ. το κηρύσσεις απλώς μη μαρξιστικό ή μη λενινιστικό, ως παραχάραξη κ.λπ.

    Μάλιστα αν κάποιος υποπίπτει σε κάποιου είδους εμπειρισμό, τυφλό, αυτός μάλλον είσαι εσύ σε ό,τι αφορά στην ανάλυσή σου για τους μπολσεβίκους. Δικαιολογείς κάθε πράξη τους βάσει μόνο των εξωτερικών συνθηκών κι έτσι δε βλέπεις ότι αυτές οι πράξεις εκφράζουν ένα συγκεκριμένο λίγο πολύ φαντασιακό, γραφειοκρατικό και αυταρχικό (και σίγουρα αντιδημοκρατικό!).

    Αυτά, ως καταληκτική τοποθέτηση –και να με συγχωρείς για το ολίγον ασύντακτο του σχολίου-, γιατί αυτό τον καιρό δεν έχω χρόνο για πολλές συζητήσεις, λόγω υποχρεώσεων!

  33. Φίλε Νίκο ευχαριστώ για το σχόλιο κι ας το έγραψες βιαστικά (κι εγώ βιαστικά τα γράφω όλα, με το δεδομένο επίσης ότι βρίσκομαι εκτός πόλης κάποιες μέρες της βδομάδας για δουλειά και γράφω από ίντερνετ καφέ και τέτοια).

    Θα κάνω κάποιες γενικές παρατηρήσεις για να αναλύσω παραπάνω λίγες θέσεις μου και μετά θα περάσω και στο σχόλιό σου (δες και την απάντησή μου στον Α.Μ πάντως).

    1. Σχετικά με την εμπειρία: χρησιμοποιείται εδώ νομίζω η εμπειρία μ’ έναν αυτο-επιβεβαιωτικό τρόπο, ως εάν κάποιος θα επέμενε ότι το κουπί μέσα στο νερό είναι στραβό επειδή έτσι φαίνεται. Γίνεται μια λήψη του ζητούμενου. Βαφτίζεται μαρξισμός το ανιστορικό και αποστεωμένο σύνολο δογμάτων του Στάλιν. Η εφαρμογή αυτών των αρχών οδηγεί σε τερατωδίες, οπότε υποτίθεται κλονίζεται κι ο ίδιος ο μαρξισμός.

    Αυτή η λογική θα είχε κάποια αξία αν οι μεγαλύτεροι μαρξιστές, οι Μαρξ, Λούξεμπουργκ, Λένιν και Τρότσκι ήταν σταλινικοί. Όχι μόνο όμως δεν ήταν σταλινικοί, αλλά οι Λένιν και Τρότσκι πολέμησαν τον σταλινισμό με όλες τους τις δυνάμεις. Η θεωρία και πράξη όλων αυτών ήταν το αντίθετο από τον βοναπαρτικό πρακτικισμό του Στάλιν. Το έργο των μεγάλων αυτών μαρξιστών εννοιοποίησαν γόνιμα περί το 1923 οι Λούκατς και Κορς και περαιτέρω ο Αντόρνο (ενώ το υπηρέτησε αμφίσημα από την εξορία ο Τρότσκι και περισσότερο πρακτικά).

    Δεν υπάρχει ένας μαρξισμός ως σύνολο αρχών που οδηγεί υποτίθεται κάπου – αυτό είναι ο σταλινισμός, αυτό ισχυρίζεται ο σταλινισμός για τον μαρξισμό και συμπλέετε σ’ αυτό το σημείο μαζί του δυστυχώς! Ο μαρξισμός είναι η τεταμένη σχέση υποκειμένου και αντικειμένου, θεωρίας και πράξης, υπό την ιδιαίτερη δυναμική του κεφαλαίου. Είναι η ιστορική συνείδηση των όρων ύπαρξης και πιθανότητας της ίδιας της αστικής συνείδησης. Αυτή ήταν η μεγάλη ανακάλυψη των Κορς και Λούκατς. Ο Κορς παρουσιάζει τρεις περιόδους της σκέψης του ίδιου του Μαρξ πολύ διαφορετικές αλλά εξίσου επαναστατικές. Συμμετέχει ο Μαρξ σε αγώνες ή γράφει σ’ ένα γραφείο το Κεφάλαιο. Δεν υπάρχει ένας Μαρξ, αλλά μια επαναστατική μαρξιστική στάση κατά τη διάρκεια της ζωής του Μαρξ, με πολλές όψεις.

    Δεν υπάρχει ο μαρξισμός που κατηγορείτε: αυτό είναι ήδη ένα σκιάχτρο. Η κριτική σας μοιάζει με την κριτική των αστών στον Μαρξ, π.χ. των αστών οικονομολόγων. Αυτοί είδαν το οικονομικό έργο του ως μια άλλη πολιτική οικονομία και όχι κριτική της πολιτικής οικονομίας. Έτσι είπαν ότι πρέπει να απορρίψουμε τον Μαρξ επειδή οι αξίες δεν μετασχηματίζονται με συνέπεια σε τιμές. Αυτό ακριβώς δηλαδή που ήθελε να δείξει ο Μαρξ, τη διττότητα των βασικών καπιταλιστικών μορφών, την εμφάνισή τους ως αλήθεια και ψέμα στην ίδια ιστορική διαδικασία! (Εντελώς στοιχειωδώς π.χ., παράγω όχι για να καταναλώσω ό,τι παράγω αλλά, συγχρόνως, μόνο με το προϊόν μου μπορώ να αποκτήσω ό,τι θα καταναλώσω).

    Ο Κορς λέει κάτι καταπληκτικό: ο μαρξισμός δεν είναι ένας Ηρακλής που οικοδομεί αυτοκρατορίες. Δεν θέλει να καταργήσει τη θρησκεία, την πολιτική οικονομία, το αστικό δίκαιο, για να φέρει στη θέση τους τη σωστή πολιτική οικονομία, δίκαιο και θρησκεία. Εσείς όμως έτσι τον αντιμετωπίζετε.
    Η αλήθεια του μαρξισμού εξαρτάται και από το υποκειμενικό στοιχείο, όπως έδειξε κρυστάλλινα ο λενινισμός. Δεν υποσχέθηκε ο μαρξισμός έναν παράδεισο χωρίς την ενεργό προσπάθεια των ανθρώπων. Όταν κάθε τέτοια προσπάθεια είχε σταματήσει, φυσικά αυτοί που ήθελαν να παριστάνουν ότι συνεχίζεται, το κάνανε πυροβολώντας κοντά στα πόδια των εξαντλημένων (και εν τέλει πάνω τους). Αυτή την τραγωδία και φάρσα την κάνετε απαύγασμα της ιστορίας του μαρξισμού. Αυτό που ο μαρξισμός σθεναρά κατήγγειλε από τη δημιουργία του.

    Σήμερα οι «φιλελεύθερες δημοκρατίες» παρουσιάζονται ως συνέχεια του Κλεισθένη και της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ας εγκαταλείψουμε λοιπόν τη δημοκρατία. Γιατί δεν βλέπετε που κατέληξαν; Πού κατέληξε η αθηναϊκή δημοκρατία; Εκεί βέβαια ξέρετε να μην υποπίπτετε σ’ αυτού του είδους τον εμπειρισμό και λέτε ότι στην ουσία η δημοκρατία σήμερα μοιάζει με το σπαρτιάτικο καθεστώς κ.τ.λ. Αλλά για τον μαρξισμό υπάρχει μόνο ο Στάλιν ως κριτήριο. Πολύ καλά τα είπε νομίζω λοιπόν η «Αντι-Τάση» στον Καστοριάδη όταν άλλαξε ριζικά προσανατολισμό.

    Η απόρριψη του μαρξισμού συνολικά από τον Καστοριάδη και η υιοθέτηση ενός νέου συστήματος σκέψης εγκατέλειψε όλες αυτές τις γόνιμες μαρξιστικές πτυχές.

    2. Περί Καστοριάδη – Μαρξ: Γίνεται μια προσπάθεια να αποκρυφθεί η κριτική του Καστοριάδη στον ίδιο τον Μαρξ. Ας παραδεχτούμε επιτέλους ότι ο Καστοριάδης καταγγέλει τον ίδιο τον Μαρξ σε πολλά σημεία, τόσο στο πρώτο μέρος της Φαντασιακής, όσο και στο κείμενο που παραπέμπει ο Ποστόουν (υπάρχει μεταφρασμένο στα ελληνικά). Όσο κι αν διακρίνει μεταξύ Μαρξ, μαρξισμού και «μαρξισμού», μυστικοποιεί και διαστρεβλώνει τους βαθύτερους αρμούς του έργου του ίδιου τού Μαρξ, προς την κατεύθυνση που λέει η υποσημείωση αυτή. Αυτό δεν είδα να αναιρείται πουθενά! Μυστικοποιείται από τον Καστοριάδη η διττότητα του χαρακτήρα των μαρξικών κατηγοριών καθώς τις εξαρτά από το ένα μόνο άκρο αυτής της τεταμένης διττότητας. Το πήγαμε από δω, το φέραμε από κει, αλλά αυτό ήθελε να πει η υποσημείωση και αυτό δεν αναιρέθηκε. Έγινε μια αποτυχημένη (κατά τη γνώμη μου) προσπάθεια στην αρχή και μετά πήγαμε στην ιστορία των μπολσεβίκων. Αν αυτό αμφισβητείται, να μαζέψω μια πλειάδα παραθεμάτων από τον Καστοριάδη και να τις δημοσιεύσω εδώ. Δεν φαίνεται να το αμφισβητείς όταν γράφεις:

    «Όταν είπα, πιο πάνω, ότι η κριτική του Καστοριάδη στο μαρξισμό είναι «σχηματική», εννοούσα ότι πιάνει την πιο σχηματική του εκδοχή, προκειμένου να δείξει τι υπάρχει, έστω ως τάση, κάτω και από τις λιγότερο «χυδαίες» εκδοχές μαρξισμού.»

    Αναρωτιέμαι όμως πώς κριτικάροντας την πιο σχηματική εκδοχή πιάνει και την κύρια τάση κάτω από τις λιγότερο σχηματικές εκδοχές μαρξισμού. Νομίζω ότι έχει εξαντληθεί το κύριο θέμα, έχει πλέον φανεί η επιτυχία του σχολίου του Postone. Απλά κάποιοι διαφωνούν μαζί του και κάποιοι συμφωνούν.

    3. Έρχομαι τώρα και στα άλλα που γράφεις.

    Αναρωτιέμαι πώς ο Καστοριάδης είδε ότι «αυτό το θεωρητικό πλαίσιο (ο μαρξισμός) δεν του επέτρεπε να αναλύσει τις κοινωνικές εξελίξεις». Υπήρξε μια πολύ γονική μαρξιστική κριτική της ΕΣΣΔ. Υπήρξε μια πολύ γόνιμη κριτική του ρατσισμού, της πατριαρχίας, της ιεραρχίας (βλ. Ράιχ, Σχολή Φραγκφούρτης και πολλούς άλλους, π.χ. τον Γιόζεφ Βέμπερ). Όλοι αυτοί είναι απόδειξη όχι μόνο ότι η εξέλιξη εντός του θεωρητικού πλαισίου ήταν εφικτή, αλλά και ένδειξη ότι η συνέχιση αυτού του θεωρητικού πλαισίου δεν είναι η αναπαραγωγή παραθεμάτων Μαρξ και Λένιν ως Ευαγγέλια (σταλινική μέθοδος).

    Τώρα, δεν θέλω να συμφωνήσω με τον Κουμεντάκη (όμως θα παρακαλούσα να μην αναφέρεσαι σε κάποιον μ’ αυτόν τον τρόπο: δικαίωμά σου είναι, όμως στο ζητάω ως συνομιλητής) ή με φιλελεύθερους που προσωρινά αγκαλιάζουν τον Καστοριάδη για δικούς τους λόγους (πολύ ενδιαφέρουσα αυτή η οπτική παρεμπιπτόντως, δεν είχε τεθεί μέχρι τώρα): η αποστροφή του Καστοριάδη όμως πως είτε θα μείνουμε μαρξιστές είτε θα μείνουμε επαναστάτες, δεν είναι αντιμαρξιστική; Φυσικά μπορούμε να μαθαίνουμε από τους εχθρούς μας και να τους σεβόμαστε: αυτό δεν αναιρεί ότι ως εχθρό βλέπει τον μαρξισμό ο Κ.

    Περί εμπειρίας και πάλι, γνωρίζω ότι δεν τη βλέπεις εσύ έτσι ως καστοριαδικός γενικά (και ήδη το είπα), όμως η εφαρμογή εδώ για την απόρριψη του μαρξισμού νομίζω ότι είναι επιφανειακή, όπως εξήγησα και παραπάνω.

    Η συγκεκριμένη πραγματικότητα είναι για τον μαρξισμό ο υλιστικός πυρήνας του μαρξισμού, ασύνειδα ακόμα στον Χέγκελ, συνειδητά στον Μαρξ. Η ιστορική εξειδίκευση της αλήθειας, η αλήθεια η ίδια ως ιστορία, είναι στον πυρήνα της θεώρησής τους (όπως και του Μπούκτσιν: υπάρχουν όμως τεράστιες διαφορές που δεν θα αναλύσω εδώ).

    Ξαναδιάβασε όλο το κείμενο του Μπούκτσιν που αναρτήσαμε (Ιστορία, Πολιτισμός, Πρόοδος). Δες ένα παράθεμα που ξεχνάς:

    «Δεν ισχύει ότι η κοινωνική ανάπτυξη είναι διαλεκτική επειδή είναι αναγκαία ορθολογική όπως ένας παραδοσιακός εγελιανός θα υπέθετε, αλλά μάλλον πως όπου η κοινωνική ανάπτυξη είναι ορθολογική, αυτή είναι διαλεκτική ή ιστορική.»

    Δεν υπάρχει τίποτα πίσω από την ιστορία. Υπάρχει μόνο η ίδια η ιστορία. Αυτή η ιστορία όμως δεν συνίσταται από τα πάντα. Όχι επειδή δεν εκφράζουν τα πάντα την ουσία της, αλλά επειδή δεν ήταν τα πάντα μέρος της συνεκτικής ανάπτυξής της. Είμαι σίγουρος ότι την ώρα της κατάληψης της Βαστίλης κάποιος έξυνε τη μύτη του. Δεν είναι ιστορία και τα δύο αυτά γεγονότα!

    Μπούκτσιν και πάλι:

    «Ο θεωρησιακός λόγος προτάσσει επί τούτου τον ισχυρισμό ότι διαβλέπει την ορθολογική ανάπτυξη (με κανέναν τρόπο ανοσοποιημένη απέναντι σε ανορθολογικές μεταστροφές) της κοινωνίας όπως θα όφειλε να είναι, δεδομένης της ανθρώπινης δυνατότητας όπως τη γνωρίζουμε στη πραγματική ζωή, να μεταβαίνει από μία φυλετική ομάδωση σε ένα δημοκρατικό σώμα πολιτών, από τη μυθοποιητική στον ορθό λόγο, από την υποταγή της εαυτότητας εντός μιας δημώδους συλλογικότητας στην ατομικότητα εντός μιας ορθολογικής κοινότητας – όλες αυτές οι μεταβάσεις προκύπτουν ως αμφότερα ορθολογικοί σκοποί και υπαρξιακές πραγματικότητες. Ο θεωρησιακός λόγος πρέπει πάντοτε να εγκαλείται ώστε να κατανοήσει και να εξηγήσει όχι μόνο τι έχει διαδραματισθεί αναφορικά με αυτές τις προβληματικές, αλλά και γιατί επανέρχονται με ποικιλόμορφη ένταση και πως μπορούν να επιλυθούν.»

    Το κακό υπάρχει εξίσου, όμως υπάρχει στον θίασο που ανεβάζει κάθε βράδυ το έργο της εκμετάλλευσης με τίτλο «Πρόοδος». Είμαστε ακόμα στον βούρκο της προϊστορίας δηλαδή με το κακό, όμως η δυνατότητα της ιστορίας είναι η δυνατότητα διάκρισης του κακού (ως εκμετάλλευση) και το ιστορικό ξεπέρασμά του. Χωρίς τη δυνατότητα διάκρισης δεν ξέρω γιατί έχει νόημα να αποκαλούμαστε ιστορικά όντα, δηλαδή συγκεκριμένοι άνθρωποι.

    Μιλάμε για την πραγματική ζωή εδώ, όχι για πλατωνικές ιδέες (για τις οποίες δεν μιλούσε καλά καλά ούτε ο Πλάτωνας ως διαλεκτικός). Οι ορθολογικοί σκοποί έχουν νόημα μόνο μαζί με τις υπαρξιακές πραγματικότητες. Ο Μπούκτσιν παραθέτει και Μαρξ:

    ««δεν είναι αρκετό η σκέψη να αναζητά την ενεργό πραγμάτωσή της∙ πρέπει και η ενεργός πραγματικότητα καθεαυτήν να μοχθεί προς τη κατεύθυνση της σκέψης»

    Το ορθολογικό είναι και αυτό η ίδια η πραγματική ιστορία του: αλλά το ίδιο ισχύει και για το πραγματικό.

    Η ολότητα βέβαια αυτή συλλαμβάνεται πολύ πιο κριτικά από τον Αντόρνο (με ρητή αναφορά στον Μαρξ): η έλλογη ανάπτυξη της ιστορίας στο μέτρο που διατηρείται η εκμετάλλευση είναι η στατικότητα της προϊστορίας που κλονίζεται πρώτη φορά με τη συνείδηση της απάτης της.

    Επίσης νομίζω δεν κατάλαβες τα λόγια μου: όταν είπα ότι θεωρώ κυρίαρχη τη δυνατότητα για ελευθερία το είπα ακριβώς όπως θα θεωρούσα κυρίαρχη μια μειοψηφία. Σκέψου τη μειοψηφία του Κοπέρνικου και Γαλιλαίου. Σκέψου τον Μπωντλαίρ ως μοναχικό κριτικό του καπιταλισμού να ρίχνει το σκοτεινό λυρικό φως του. Αυτό δεν σημαίνει ότι θεωρώ πως σχετικά με τις μειοψηφίες αυτές δεν χρειαζόταν ιστορικός μόχθος για να επικρατήσουν οι αλήθειες τους! Το αντίθετο!

    Το θέμα όμως είναι αν έχουμε να πούμε και τίποτα απέναντι στο δίλημμα σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα (πέρα από την ασυναρτησία ότι είναι υποκειμενικά ισότιμες επιλογές). Ο λόγος είναι αφοπλισμένος απέναντί του; Αν δούμε τον λόγο ως μια ουσία πίσω από την ιστορία, ναι. Αν δούμε τον λόγο τον ίδιο ως προϊόν της ιστορίας, το πράγμα αλλάζει. Στον Αντόρνο η μυστικοποίηση του λόγου η ίδια καταγγέλει την ψευδή ολότητα της βαρβαρότητας ως άρνηση της ιστορίας. Στον Μπούκτσιν η βαρβαρότητα κρίνεται ά-λογη από τα κριτήρια που η ίδια η πραγματικότητα έχει θέσει (η συγκεκριμένη πραγματικότητα και όχι μόνο το δυτικό αποκομμένο φαντασιακό όπως κατά Καστοριάδη – επ’ αυτού υπάρχει το προαναφερθέν κείμενο του Μπούκτσιν και το κείμενό μου «Λόγος και ιστορία», μαζί με τη συζήτηση και τα σχόλια που γίνανε).

    Νομίζω η κοινωνιολογική διαύγαση είναι προβληματική από μόνη της γιατί υποτάσσει τις θεωρίες στις ανάγκες ενός κακού παρόντος. Εξίσου σημαντικές είναι οι καθαρά φιλοσοφικές θεωρίες.

    Ο μαρξισμός μας υπενθυμίζει σήμερα ότι είμαστε στον ορίζοντα του ίδιου του μαρξισμού επειδή οι δυνατότητες της επανάσταση πνίγηκαν αλλά όχι και οι πόθοι για την πραγμάτωσή της. Οι νεκροί στριφογυρίζουν στους τάφους τους. Ούτε αυτοί δεν είναι ασφαλείς, όπως θα το έθετε ο Μπένγιαμιν. Το ότι μπορεί να βγούμε εντελώς απ’ αυτόν τον ορίζοντα νομίζω θα είναι άλλο ένα σύμπτωμα της βαρβαρότητας (και δυστυχώς αυτό επιτείνουν διλήμματα του στυλ: «ή επαναστάτης ή μαρξιστής»).

    Ο μαρξισμός δεν οικοδομεί αυτοκρατορίες σήμερα, αλλά μπορεί να δείξει πολύ καλά, από την καρδιά μιας προδομένης επανάστασης που ακόμα μας στοιχειώνει, τις ανεπάρκειες των θεωριών του Καστοριάδη και όσων άλλων αναφέρεις (πολύ ανεπαρκείς όλοι παρόλο το ενδιαφέρον που έχουν οι ιδέες τους).

    Ο Αντόρνο έλεγε ότι ο διανοούμενος «σήμερα», δηλαδή στην εποχή του, βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να διαπιστώνει ότι πολλά απ’ όσα θέλει να πει έχουν ήδη ειπωθεί και μάλιστα πολύ καλύτερα. Οι αναλύσεις όλων αυτών υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό σε προηγούμενες αναλύσεις. Και οι προηγούμενες αναλύσεις έχουν πάρα πολλά σημαντικά που αυτές που αναφέρεις έχουν ξεχάσει.

    Στο τέλος του σχολίου σου επανέρχεσαι στο θέμα της εμπειρίας. Άλλη μια προσπάθεια: ο μαρξισμός δεν βλέπει τον εαυτό του ως μια θεωρία που θα προσπαθήσει να αποκαθαρθεί από τα καπιταλιστικά στοιχεία και θα χτυπήσει τον καπιταλισμό απ’ έξω με τα μη ετερόνομα και γραφειοκρατικά φαντασιακά που θα φέρει εκείνη τη στιγμή η κληρωτίδα της δημιουργίας. Ο μαρξισμός είναι η συνείδηση της αστικής κοινωνίας στα όριά της. Η κρίση της είναι και κρίση του μαρξισμού. Ο μαρξισμός δεν βλέπει την επανάσταση ως τέλος του καπιταλισμού αλλά ως τη μεγαλύτερη όξυνση των καπιταλιστικών αντιφάσεων που αναδεικνύει τη σημασία του υποκειμενικού παράγοντα. Ο μαρξισμός ονόμασε την περίοδο μετά την επανάσταση δικτατορία του προλεταριάτου γιατί παρά την απαλλοτρίωση των μέσων παραγωγής το «αστικό δίκαιο» και η εμπορευματική μορφή της εργασίας θα παρέμενε ενεργή. Αυτή είναι μια περίοδος έντασης της πάλης με άλλους όρους, και όχι τέλος της. Το μάθημα που πήραμε από τον σταλινισμό, είναι ότι αν αγνοήσουμε την ιστορική συνείδηση στην καρδιά του μαρξισμού και «βιάσουμε» την ιστορία, τότε οι επαναστάτες θα γίνουν οι χειρότεροι καταπιεστές. Αυτή είναι και η ιστορία του 20ου αιώνα στον Τρίτο Κόσμο για παράδειγμα με τους ηγέτες τύπου Καντάφι που νόμιζαν, όπως ο Στάλιν, ότι ο σοσιαλισμός και το πέρασμα στην αταξική κοινωνία είναι θέμα διαταγμάτων.

    Οι μεγαλύτεροι μαρξιστές δεν είχαν αυτή τη στάση: ο Λένιν ήδη έβλεπε πως η επανάσταση είχε υποχωρήσει σε βαθμό που κανείς δεν είχε προβλέψει και μιλούσε για επιμόρφωση, κρατικό καπιταλισμό, και πολλά άλλα, αλλά όχι τα αίσχη ότι είμαστε κοντά ή και φτάσαμε στον σοσιαλισμό ή ακόμα και την αταξική κοινωνία. Η σκέψη των Μαρξ, Λούξεμπουργκ, Λένιν και Τρότσκι ήταν βαθιά ιστορική και γι’ αυτό μαρξιστική. Αν στο περιθώριο της δράσης και του θεωρητικού έργου τους υπάρχουν πράγματα από τα οποία πιάστηκε ο Στάλιν, αυτό πρέπει να είναι μέρος της αμείλικτης κριτικής που οφείλουμε να κάνουμε σ’ αυτούς. Αλλά τον πυρήνα της σκέψης και δράσης τους, δηλαδή τον μαρξισμό τους, δεν βλέπω πώς μπορούμε να την εγκαταλείψουμε επειδή ο Στάλιν έκανε ό,τι έκανε.

    Ο Μαρξ αγκάλιασε την Κομμούνα και ο Λένιν τα σοβιέτ. Τα αγκάλιασαν όχι ως αφηρημένα ιδεώδη αλλά ως μέρη επαναστατικής πάλης. Η παρακμή τους δεν οφειλόταν στους Μαρξ και Λένιν αλλά στην πορεία της ίδιας της επανάστασης και άρα της κρίσης της αστικής κοινωνίας που ήταν τότε Νίκο παγκόσμιο φαινόμενο και όχι ρωσικό (άρα και οι παράγοντες που σου θέτω δεν είναι απλά “εξωτερικοί” όπως λες). Θυμίσου ότι η κρίση του καπιταλισμού τότε είναι ένας παγκόσμιος πόλεμος και οι επαναστάσεις γεγονός σε Ρωσία, Γερμανία, Ουγγαρία και Ιταλία. Υπάρχει μια ενιαία ιστορική διαδικασία που ο μαρξισμός προσπαθεί να συλλάβει κριτικά και όχι αποκομμένες πρωτοβουλίες ανθρώπων που επηρεάστηκαν από μια θεωρία με ετερόνομα στοιχεία.

    Κάποια στιγμή στο μέλλον μπορούμε να συζητήσουμε και τη σημασία όλων αυτών των θεμάτων ως προς τα πρακτικά προβλήματα: η αγνόηση του πυρήνα της μαρξικής και λενινιστικής σκέψης και η θεώρησή τους ως ετερόνομων μπορεί να μας κάνει για παράδειγμα την κρίσιμη επαναστατική στιγμή να κάνουμε στατιστικές έρευνες αν είναι μαζί μας το 50+1% της κοινωνίας αλλιώς δεν θίγουμε την εξουσία (η στάση των αναρχικών το ’36 που δεν έχει στιγματιστεί εξ όσων γνωρίζω από τον Καστοριάδη – ούτε από τον Φωτόπουλο).

    Αλλά νομίζω ότι ο συγκεκριμένος διάλογος ως προς την υποσημείωση αυτή σε μεγάλο βαθμό εξαντλήθηκε.

  34. Ο “μαρξισμός” που καταδικάζει ο Καστοριάδης είναι κατ’ ουσίαν ο λενινισμός. Ίχνη ενός μαρξισμού πέρα και αντιθετα από λενινισμό έχουν τις ρίζες τους στον Γκέοργκ Λούκατς (Ιστορία και Ταξική Συνείδηση) και συνεχίζουν να ανιχνεύονται έκτοτε ιστορικά σε διάφορους σχηματισμούς και άτομα, ενδεικτικά αναφέρω την Σχολή της Φραγκφούρτης, την Καταστασιακή Διεθνή και τον Γκυ Ντεμπόρ κ.α. Είναι γεγονός ότι ένας τέτοιος μαρξισμός υπήρξε “σκόρπιος” για πολύ καιρό…Για πρώτη φορά στην ιστορία, κάποιος – αναφέρομαι φυσικά στον ντόκτωρ Postone- εφοδιάζει με μια “συστηματοποιημένη” μορφή (και μ’ ένα οπλοστάσιο) αυτόν τον ριζοσπαστικό μαρξισμό…Φυσικά, η συστηματοποίηση – όπως και ο ελιγμός στον πόλεμο – “ενέχει το πλεονέκτημα και τον κίνδυνο” (Καρλ Βον Κλαούζεβιτς). Όσοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο και όχι απλά να τον εξηγήσουν , θεωρώ, οφείλουν να ρισκάρουν…

  35. Ενδιαφέρον σχόλιο. Θα άλλαζα μόνο τη λέξη ‘λενινισμός’ με τη φράση ‘σχηματικός λενινισμός’ ή ‘αποστεωμένος λενινισμός’. Επιχειρηματολόγησα εκτενώς ως προς αυτό παραπάνω.

  36. Θα μου επιτρέψεις, αλλά δεν υπάρχει αυτο που λες. Ένας είναι ο λενινισμός και είναι μια ιδεολογία της εργασίας, δηλαδή μια καπιταλιστική ιδεολογία. Δεν λέει τίποτα παραπάνω από την επιγραφή στην είσοδο του Άουσβιτς: “η εργασία απελευθερώνει”. Σηματοδοτεί δε, μια φάση της παγκοσμιοποίησης όπου ο καπιταλισμός αρχίζει να επεκτείνεται σε καθυστερημένες αγροτικές οικονομίες όπως ήταν η Ρωσία του ’17, και μια αφομοίωση της επαναστατικής σκεψης του Μαρξ από τον καπιταλισμό προς όφελος του τελευταίου.
    Δεν υπάρχει εργασία πριν τον καπιταλισμό ή πραγμα που είναι το ίδιο δεν υπάρχει παραγωγή αξίας (η αξία ως αφηρημένη καθολική μορφή κοινωνικής διαμεσολάβησης έχω την εντυπωση ότι βρίσκεται πίσω από την “φαντασιακή” ορολογία του Καστοριάδη παρόλο που ο ίδιος αποκρύπτει τις πηγες του με τον καλύτερο τρόπο, κατηγορώντας τον Μαρξ – δεν θέλω να πιστεψω ότι το κάνει για να δώσει την εντύπωση ότι ο ίδιος έκανε μια σπουδαία ανακάλυψη, μάλλον δεν θέλει να δώσει μασημένη τροφή και να προάγει έτσι την κριτική ικανότητα των αναγνωστών του ορισμένοι εκ των οποίων τον είχαν-και τον έχουν- φετιχοποιήσει ). Η εργασία και η παράγωγη αξία είναι ιστορικά χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού συστήματος και η άρνησή τους είναι το κλειδί για να προχωρήσουμε μπροστά και πέρα από τον καπιταλισμό. Στην πρώτη γραμμή αυτής της άρνησης είναι η πρωτεύουσα παραγωγική δύναμη σήμερα, το μικρο-τσιπ. Ας μην είμαστε ουραγοί…

  37. Συμφωνώ σε σημαντικό βαθμό με όσα γράφεις, είναι εξάλλου πράγματα που έχουν γράψει κι άλλοι, π.χ. ο ίδιος ο Postone.

    Προσπάθησα όμως να δείξω παραπάνω ότι ο λενινισμός είναι στιγμή ιστορικής κορύφωση αυτής της προσπάθειας, σίγουρα μέρος της. Αυτό έδειξαν και οι Κορς και Λούκατς περί το 1923, όπως και γενικότερα ο Αντόρνο. Αυτή η έννοια του λενινισμού ξεπερνά και εμπειρικά δεδομένα από τη ζωή του ίδιου του Λένιν.

    Θεωρώ τον σύγχρονο αντιλενινισμό μέρος του προβλήματος. Μ’ αυτή την έννοια είμαι αντι-αντιλενινιστής, όχι λενινιστής.

  38. Όλα μέρος του προβλήματος είναι, αν είχε βρει κανείς τη λύση θα τον κάναμε και θεό. Το βέβαιο είναι ότι κάποιες συνταγές του παρελθόντος απέτυχαν, οπότε το λιγότερο που έχουμε να κάνουμε είναι…πρωτοχρονιά στη Νάπολη…

  39. Για να γίνω λίγο σαφέστερος. το ξεπέρασμα όσων περιγράφεις δεν μπορεί να γίνει με ένα χτύπημα. Μετα την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών ο Μαρξ έλεγε ότι διατηρείται το αστικό δίκαιο, ακόμα και η εμπορευματική μορφή της εργασίας — στόχος είναι σαφώς η κατάργηση της ίδιας της εργασίας (καμιά δημοκρατία δεν μπορεί να είναι δημοκρατική χωρίς αυτό το στοιχείο αγώνα). Η μάχη δεν σταματά, συνεχίζεται σε ένα άλλο επίπεδο. Η επανάσταση δεν απαντά στην κρίση της αστικής κοινωνίας. Είναι η επίταση της κρίσης της αστικής κοινωνίας. Από εδώ προκύπτει η μαρξιστική θεώρηση περί της δικτατορίας του προλεταριάτου. Πολλοί μαρξιστές (συμβουλιακοί, καταστασιακοί κ.α.) παραγνωρίζουν αυτή τη διάσταση και καταλήγουν αναρχικότεροι των αναρχικών. Ο λενινισμός είναι η συγκεκριμένη μορφή που πήραν τα προβλήματα αυτά. “Καταστρέφοντας” τον λενινισμό αντί να εμπλακούμε σοβαρά στη συζήτησή του συσκοτίζει σοβαρά τη μαρξιστική ανάλυση του καπιταλισμού και της επανάστασης. Αποκρύπτει τον πλούτο της υποκειμενικής διάστασης του μαρξισμού. Το ότι αναπροσανατολίζω τη σκέψη στον Λένιν δεν το κάνω για να υιοθετήσουμε κάποιες συνταγές του παρελθόντος. Το κάνω επειδή ακριβώς αυτή η αποφυγή παγιωμένων συνταγών, η τεταμένη σχέση θεωρίας και πράξης, είναι το κεντρικό νήμα του λενινισμού (αυτό δεν το βλέπουν ούτε οι λενινιστές ούτε οι αντιλενινιστές). Ιδού και μια στριφνή αλλά αποκαλυπτική αποστροφή του Αντόρνο για τη σχέση Μαρξ και Λένιν:

    “I always wanted to produce a theory that would be faithful to Marx, Engels and Lenin. . . . Marx was too harmless; he probably imagined quite naïvely that human beings are basically the same in all essentials and will remain so. It would be a good idea, therefore, to deprive them of their second nature. He was not concerned with their subjectivity; he probably didn’t look into that too closely. The idea that human beings are the products of society down to their innermost core is an idea that he would have rejected as milieu theory. Lenin was the first person to assert this”.
    Max Horkheimer and Theodor Adorno, “Diskussion über Theorie und Praxis” (1956), in Horkheimer, Gesammelte Schriften (GAS) Vol. 19 (Nachträge, Verzeichnisse und Register) (S. Fischer, 1996), 69–71; quoted in Detlev Claussen, Theodor W. Adorno: One Last Genius (Cambridge: Harvard University Press, 2008), 233.

  40. Μπορεί ο Μαρξ να μην είχε απεγκλωβιστεί πλήρως από το αστικό φαντασιακό. Άλλωστε και ο Λακάν κάτι παρόμοιο λέει αναγνωρίζοντας την αξία της έννοιας της υπεραξίας τονίζοντας όμως ότι, όσο ο Μαρξ εμμένει σε οικονομικές αναλύσεις, εγκλωβίζεται στο θετικισμό των οικονομικών αναλύσεων. Ο Ντερριντά από τη δική του πλευρά βλέπει ένα λογοκεντρισμό στα γραπτά του Μαρξ, που ίσως και να χει δίκιο κατά τη γνώμη μου.
    Από την άλλη, πόσο ο ίδιος ο Καστοριάδης είναι απεγκλωβισμένος από το αστικό φαντασιακό; Αν το φαντασιακό ιδωθεί ως μια πρώτη αρχή που διαρκώς παράγει, δεν εντάσσεται σε έναν θετικισμό η σκέψη του; Τα πάντα ανάγονται σε μία Πρώτη Αρχή. Αν μείνουμε στον Λακάν, τότε δε χάνεται κάθε ελπίδα επαναστατικότητας; Παρόμοια κριτική θα ίσχυε και για τον Ντερριντά.
    Από την άλλη ο Μπαντιού, ξαναμιλά για το υποκείμενο και τη συγκρότησή του σε σχέση με το συμβάν με όρους όπου διασώζεται η αλήθεια, η επανάσταση, ο κομμουνισμός.

    Αναφέρθηκα σε κάποια ονόματα για να δείξω πως κανένας δεν είναι πανάκεια. Αλλά σε αντίθεση με αναλύσεις μεταμοντέρνες ή σχετικιστικές οφείλουμε να ζωντανέψουμε την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου, ή αν το “καλύτερου” φαντάζει ρεφορμιστικό, ενός άλλου κόσμου με ένα λόγο που να εμπνέει. Για αυτό θέλω να προτείνω(όπως έκανα αλλού) ως κατακλείδα τα λόγια του Διονύσιου του Αλικαρνασσέα:

    ” Η τέχνη του πολιτικού λόγου είναι μια μουσική. Ξεχωρίζει από τη φωνητική ή την οργανική μουσική λόγω διαφοράς βαθμού, όχι φύσης”

  41. Ο Μαρξ δεν θα έθετε νομίζω έτσι το θέμα, όπως προσπάθησα να δείξω παραπάνω. Μόνο εντός του καπιταλιστικού ‘φαντασιακού’ μπορούμε να υπάρχουμε.

    Μ’ ενδιαφέρει πολύ κι εμένα Ράκη η ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου, αλλά θέλω να δώσω έμφαση στο γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς μία έλλογη σχέση με το παρελθόν — γι’ αυτό επέμεινα στη σχέση μας με τους Μαρξ και Λένιν. Ούτε οι νεκροί δεν είναι ασφαλείς, έλεγε ο Μπένγιαμιν. Η δική μας λύτρωση θα είναι και δική τους. Είμαστε στον ορίζοντα των αποτυχιών τους.

    Αυτό το έκανα με μια αποφασιστική επιμονή στη συγκεκριμένη ιστορία της αστικής κοινωνίας, και όχι υπερασπιζόμενος κάποιον μεγάλο ως πανάκεια.

    ΥΓ1: Μια πολύ ενδιαφέρουσα κριτική στον Μπαντιού
    http://chriscutrone.platypus1917.org/?p=1144

    ΥΓ2: Και μια κριτική στον Καστοριάδη και την ομάδα Socialisme ou Barbarie στα πλαίσια ενός πάρα πολύ ενδιαφέροντος κειμένου
    http://www.marxists.org/history/etol/writers/slaughter/1960/10/leadership.html

  42. Δε διαφωνώ, ούτε και πρόθεσή μου ήταν να κατηγορήσω κάποιον.

    Φυσικά και το παρελθόν μας στοιχειώνει και δεν μπορούμε απλώς να το παραβλέψουμε. Έχεις δίκιο.
    Ευχαριστώ για τις κριτικές θα τις διαβάσω, κι αν κάπου θα διαφωνώ πολύ , θα επιστρέψω.

  43. Λοιπόν,

    Για τον υποτιθέμενο καντιασμό του Μπαντιού εδώ:
    http://radicaldesire.blogspot.com/2010/12/bruno-bosteels_29.html
    Για την υπεριστορικότητα κτό :
    http://radicaldesire.blogspot.com/2010/08/blog-post.html
    Για τη Δημοκρατία εδώ:
    http://www.epohi.gr/portal/theoria/8763-%CE%9C%CE%95-%CE%91%CE%A6%CE%9F%CE%A1%CE%9C%CE%97-%CE%A4%CE%97%CE%9D-%CE%95%CE%A0%CE%99%CE%9A%CE%95%CE%99%CE%9C%CE%95%CE%9D%CE%97-%CE%95%CE%A0%CE%99%CE%A3%CE%9A%CE%95%CE%A8%CE%97-%CE%A4%CE%9F%CE%A5-%CE%91-%CE%9C%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%A4%CE%99%CE%9F%CE%A5-%CE%A3%CE%A4%CE%97%CE%9D-%CE%91%CE%98%CE%97%CE%9D%CE%91

    Εν ολίγοις εκτιμώ πως τέτοιες κριτικές είναι στη βάση μιας “μαρξιστικής ορθοδοξίας” πράγμα που ακριβώς κριτικάρει ο Μπαντιού και κατά τη γνώμη μου καλά κάνει.

  44. Όσο για το 2ο κείμενο κατά του Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, η θέση είναι εξουσιαστική – απολυταρχική και δε βλέπω πώς κολλάει και στο εν λόγω μπλογκ όταν διατείνεται μια άμεση Δημοκρατία.
    Εν πάση περιπτώσει, αλλού είχα γράψει τα εξής: “Στη σημερινή εποχή εκτιμώ πως η κοινωνία είναι πολύ πιο περίπλοκη και ποικίλη για να την εγκολπώσει ένα επαναστατικό κόμμα. Παράλληλα, προκαλεί καχυποψία απέναντι στον κόσμο από την ιδέα που έχει για τα κόμματα γενικά. Το βέβαιο είναι πως κανένας σκηνοθέτης δεν μπόρεσε ποτέ να προβλέψει και να προγραμματίσει οτιδήποτε πέρα από την πρώτη πράξη του ανοίγματος. Αν είναι βέβαιο ακόμη και αυτό. Ο Λένιν το αναγνώριζε και αυτή νομίζω πως είναι η βασική διαφορά με τον Στάλιν.

    Το επαναστατικό κόμμα δεν αποφεύγει το ζήτημα της αρχής, της έναρξης, ως υποτιθέμενου ενεργήματος αυθεντίας εξουσιοδοτείται ή αυτοεξουσιοδοτείται να έχει μια δύναμη/εξουσία. Σε αυτά τα πλαίσια της δύναμης, ποιος καλεί, ποιος καλεί τον εαυτό του, ποιος συγκαλεί, ποιος συγκαλεί ποιον, τη στιγμή που περιμένει ήδη μια διαθέσιμη απάντηση; Και τι συμβαίνει με την ιεραρχία και την ετερονομία; Ή τι είναι αυτό που αποιεραρχείται από την κυρίαρχη δικτύωση; ”

    Ας πούμε ότι η ιστορία μας δίδαξε πώς να πάρουμε την εξουσία. Επίδικο παραμένει όμως ποιος εξουσιάζει εν ονόματι τίνος, πράγμα που δυσκολεύει τα πράγματα αν αναλογιστούμε ότι η αντιπροσώπευση είναι ολοκληρωτισμός.

  45. Η κριτική στον Μπαντιού που παρέθεσα όντως αντιπαραβάλλει στην ‘κομμουνιστική υπόθεση’ του Μπαντιού μια ‘μαρξιστική υπόθεση’. Αυτό όχι εν ονόματι μιας μαρξιστικής ορθοδοξίας αλλά εν ονόματι της συγκεκριμένης ιστορίας και της ιστορικής συνείδησης. Δηλαδή εν ονόματι της υποκειμενικής διάστασης του μαρξισμού που αρνείται να παγιωθεί σε ένα δόγμα ή μια ορθοδοξία ως σωστή διϊστορική συνταγή.

    Το επιχείρημα γίνεται επίσης αρκετά συγκεκριμένο εδώ:
    http://platypus1917.org/2010/11/06/the-marxist-hypothesis-a-response-to-alain-badous-communist-hypothesis/

    Ευχαριστώ πάντως για τα λινκς, θα τα δω εν ευθέτω χρόνο.

    Για το 2ο κείμενο:
    Εννοείται ότι το κείμενο το γράφει ένας ορθόδοξος μαρξιστής και διαφωνώ με αρκετά απ’ όσα γράφει. Επί της ουσίας όμως της διαφωνίας με τον Καστοριάδη και την ομάδα του, συμφωνώ, και συμφωνώ εγώ ως Θοδωρής, όχι αναγκαστικά όλοι οι διαχειριστές του μπλογκ αυτού.

    Διάβασε όμως ένα κείμενο του Μπούκτσιν που αναρτήσαμε πρόσφατα και θα καταλάβεις πόσο σχέση έχει.

    http://dimotismos.gr/2011/01/10/%CE%B7-%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CF%83/

    Ο Μπούκτσιν επιμένει στη σημασία της συγκροτημένης δράσης επαναστατικών οργανώσεων ΜΕΤΑ την επανάσταση, ενώ εδώ ο Καστοριάδης και η ομάδα του προωθούν την ιδέα ότι στόχος της οργάνωσης είναι η μετεπαναστατική διάλυσή της.

    Το κείμενο δεν το έβαλα για να προτείνω τη δημιουργία ενός κόμματος ή μιας οργάνωσης. Το έβαλα για να δείξω την πολύ σωστή κριτική στον ‘δημοκρατισμό’ πολλών ομάδων. Ο δημοκρατισμός αυτός θέλει να χτυπήσει υποτίθεται τον μαρξιστικό ντετερμινισμό αλλά σ’ έναν τέτοιο ντετερμινισμό καταλήγει εμπιστευόμενος τον αυθορμητισμό της εργατικής τάξης (ή της κοινωνίας γενικά). Ο δημοκρατισμός αυτός αγνοεί το γεγονός ότι το αστικό δίκαιο και η εμπορευματική μορφή της εργασίας δεν καταρρέουν με ένα χτύπημα.

    Το κείμενο του Σλώτερ βλέπει την οργανωμένη επαναστατική δράση όχι ως αποτέλεσμα ιστορικών δυνάμεων, αλλά την ίδια τη δράση αυτή ως ιστορική δύναμη. Διαλεκτική σύμφωνα με το άρθρο δεν είναι η αναγωγή της πολιτικής στην οικονομία αλλά η γνώση του πότε, πού και πώς θα δράσεις. Μια σημαντική υποκειμενική διάσταση που διατηρεί την έννοια της γνώσης στην ενεργητική της διάσταση και δεν την κάνει τυχαία διαδικασία η θέμα τυφλής εμπιστοσύνης σε έναν ιστορικό παράγοντα. Που διατηρεί επίσης τη σημασία του πολιτικού αγώνα.

    Η βασική διαφορά Λένιν και Στάλιν δεν είναι η μετεπαναστατική υποτίμηση του ρόλου του κόμματος. Είναι η αντίληψη για το πώς βλέπανε το κόμμα, την εξουσία, την επανάσταση, τον μαρξισμό και την ιστορία (επ’ αυτού έγραψα αρκετά παραπάνω).

    Έχουμε πολλά να κερδίσουμε αν αμφισβητήσουμε την ταύτιση κειμένων όπως αυτό του Κλιφ Σλώτερ με τον σταλινισμό. Πρέπει να δούμε πολύ σοβαρά τη διαφορά των Λένιν, Τρότσκι και Λούξεμπουργκ από τον Στάλιν. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μεταφέρουμε αφηρημένα τις αρχές τους στο σήμερα για να τις κάνουμε δόγματα (όπως κάνουν πολλοί ‘μαρξιστές-λενινιστές’). Αλλά σημαίνει ότι θα τοποθετηθούμε καλύτερα απέναντι στην πραγματικότητα σήμερα που είναι σε μεγάλο βαθμό ακόμα συνάρτηση των αποτυχιών αυτών των ανθρώπων. Ζώντας εντός διαφόρων προκαταλήψεων με τον φόβο διαφόρων μπαμπούλων, φοβάμαι ότι σε μια πιθανή επαναστατική στιγμή θα παγώσουμε και δεν θα ξέρουμε τι να κάνουμε (όπως οι άλλες οργανώσεις το ’17). Ο φόβος του σταλινισμού και ολοκληρωτισμού θα ταυτίσει κάθε επανάσταση με τον σταλινισμό και ολοκληρωτισμό.

    Καμία επανάσταση δεν έγινε από την πλειοψηφία της κοινωνίας. Υπήρξαν όμως επαναστάσεις που έδωσαν (ή προσπάθησαν) να δώσουν την εξουσία στην πλειοψηφία. Διάφοροι δημοκρατιστές και πλειοψηφιστές όπως ο Καστοριάδης πιστεύω ότι στη θέση των ισπανών αναρχικών του 1936 θα έκαναν τα ίδια λάθη και θα αρνιόντουσαν την εξουσία επειδή δεν είχαν την απόλυτη πλειοψηφία στην κοινωνία. Δες πόσο διαφορετική είναι η στάση του Μπούκτσιν επί του θέματος αυτού (ή άλλων ελευθεριακών όπως οι ‘Φίλοι του Ντουρρούτι’).

    http://workersolidarity.org/?page_id=175

    Το θέμα της ηγεσίας είναι πολύ σύνθετο και πρέπει να πάψει να είναι ταμπού για δημοκράτες και ελευθεριακούς. Ο προβληματισμός όχι μόνο κολλάει αλλά παρακολλάει! Φοβάμαι όμως ότι για να το σκεφτεί σοβαρά ένας ελευθεριακός θα χρειαστεί να κλονίσει αρκετές απολυτοποιημένες βεβαιότητες πάνω στις οποίες έχει χτίσει το διϊστορικό του (κατ’ ουσίαν ηθικιστικό) οικοδόμημα.

    ΥΓ: η αντιπροσώπευση δεν είναι δημοκρατία αλλά δεν είναι και ολοκληρωτισμός. Η αντιπροσώπευση είναι σε μεγάλο βαθμό αναγκαία σε κάθε μορφή πολιτικής, απλά προσπαθούμε εδώ να τονίσουμε πολύ σωστά τη διάσταση της ανακλητότητας, του εντολοδόχου και τα τοιαύτα. Αυτά όμως προϋποθέτουν ενεργή δράση των ανθρώπων και όχι απλά διατάγματα και απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών.

  46. Thanks για το λινκ θα το δω εν ευθέτω χρόνω.
    Τελικά όντως έχεις δίκιο ότι κολλάει και παρακολλάει.
    Για αυτό και τα ερωτήματα που έθεσα “Σε αυτά τα πλαίσια της δύναμης, ποιος καλεί, ποιος καλεί τον εαυτό του, ποιος συγκαλεί, ποιος συγκαλεί ποιον, τη στιγμή που περιμένει ήδη μια διαθέσιμη απάντηση; Και τι συμβαίνει με την ιεραρχία και την ετερονομία; Ή τι είναι αυτό που αποιεραρχείται από την κυρίαρχη δικτύωση;” δε νομίζω ότι μπορούν να απαντηθούν καθαρά θεωρητικά.
    Εκτός αν θέλει κάποιος να το προσπαθήσει.

  47. Πράγματι τα ερωτήματα αυτά θα ήταν σχολαστικισμός να τα απαντήσουμε εξαντλητικά σήμερα. Και να τα απαντούσαμε, θα ήμασταν υπερεπαναστάτες χωρίς επανάσταση.

    Πρέπει όμως να δούμε σοβαρά τις απαντήσεις που έδωσαν πράγματι επαναστάτες του παρελθόντος, όχι για να τις μιμηθούμε αλλά για να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε. Ποια αποτυχία συγκροτεί ακόμα την πραγματικότητά μας. Πώς μια πιθανή επιτυχία μπορεί να ολοκληρώσει κάτι που κάποιοι άλλοι ξεκίνησαν και γκρεμίστηκαν.

    Σίγουρα πάντως η επανάσταση σημαίνει οργάνωση και ηγεσία (εκτός αν την επανάσταση διεκπεραιώσουν άνθρωποι που θα έρθουν από το μέλλον ή το διάστημα).

    Κείμενα σαν αυτό του Cliff Slaughter (με την οικειοποίηση σπουδαίων ιδεών των Γκράμσι και Λούκατς) προσπαθούν να απαντήσουν σε βάθος, όχι από ντετερμινιστική αλλά από υποκειμενική σκοπιά, και πρέπει παρά τις όποιες διαφωνίες να το λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη, και να μην το παραμερίσουμε με μια απλή χειρονομία λέγοντας: ‘αυτοί είναι εξουσιαστές’. Αυτός ο τρόπος σκέψης μας κρατά νομίζω μακριά από έναν τεράστιο θεωρητικό πλούτο, αναγκαίο για οποιονδήποτε επαναστατικό αναπροσανατολισμό.

  48. Μπορείς να με παραπέμψεις σε κείμενα του Cliff Slaughter ;

    Συμφωνώ μαζί σου. Πάντως η περίπτωση του El Alto μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα μη-εξουσίας με την έννοια ότι δημιουργήθηκαν αμεσοδημοκρατικές συνήθειες από ανθρώπους της γης.
    🙂

    Καλές γιορτές.

  49. Αρχείο κειμένων του Slaughter:
    http://www.marxists.org/history/etol/writers/slaughter/index.htm

    Νομίζω ότι η περίπτωση του El Alto ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση που μπορούμε κάποια στιγμή να κάνουμε, και μάλιστα γενικότερα για τη Λατινική Αμερική.

    Καλές γιορτές!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *