Στο πρόγραμμα του τηλεοπτικού σταθμού «Σκάι», υπάρχουν δύο ριάλιτι εισαγόμενες εκπομπές που προβάλλονται η μία μετά την άλλη. Η «Νταντά
πρώτων βοηθειών» και το «Εγώ ή ο Σκύλος». Και στις δύο εκπομπές, ειδικές «νταντάδες» επισκέπτονται οικογένειες που έχουν, στην μεν
πρώτη εκπομπή, πρόβλημα με την ανατροφή των παιδιών, στη δε δεύτερη, πρόβλημα με τη συνύπαρξη με τα κατοικίδια (κυρίως σκυλιά).
Αυτό που είναι σοκαριστικό είναι ότι οι δύο πρωταγωνίστριες νταντάδες χρησιμοποιούν εκπληκτικά παρόμοιες μεθόδους με αξιοσημείωτη επιτυχία, παρότι στην μεν πρώτη εκπομπή έχουμε να κάνουμε με παιδιά, ενώ στην
άλλη με σκυλιά. Βασικά ακολουθείται ένα μονοδιάστατο αυστηρό πρόγραμμα αμοιβών και τιμωριών, ανάλογα με τις συμπεριφορές που επιδιώκουμε ή θέλουμε να αποφύγουμε αντίστοιχα από τα παιδιά και τα σκυλιά.
Η Χάννα Άρεντ έλεγε ότι το πρόβλημα με τον συμπεριφορισμό (στον οποίο εντάσσονται οι τακτικές αυτών των νταντάδων) δεν είναι η εγκυρότητα των θεωρητικών προκείμενών του, αλλά το γεγονός ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν καταντήσει κατάλληλοι για την εφαρμογή των μεθόδων του.
Δεν μπορώ να φανταστώ κοινωνία, στα χιλιάδες χρόνια σταδιοδρομίας της ανθρωπότητας, στην οποία οι άνθρωποι να χρειάζονται ειδικές οδηγίες σχετικά με το πώς να φερθούν στα παιδιά και στα κατοικίδιά τους. Η ίδια η κοινωνικοποίησή τους φρόντιζε αυτονόητα για κάτι τέτοιο.
Αυτό επιβεβαιώνει τις απόψεις του Καστοριάδη, που τόνιζε ως βαθύ σύμπτωμα της καπιταλιστικής κρίσης την ανικανότητα και έλλειψη νοήματος που χαρακτηρίζουν τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου. Οι θεσμοί δηλαδή έχουν διαβρωθεί και η τρέχουσα κοινωνικοποίηση μάς εγκαταλείπει σ’ έναν κόσμο χωρίς συνοχή. Αυτό δεν σημαίνει ότι λύση θα ήταν η επιστροφή σε ιεραρχικές νοοτροπίες τύπου θρησκευτικής πίστης, οι οποίες προσέφεραν μία επιφανειακή συνοχή αλλά ταυτόχρονα και αλλοτρίωση. Όπως θα το έθετε ο Μπούκτσιν, άλλο πράγμα είναι η ατομική ηθικότητα, η οποία παίρνει συνήθως τη θρησκευτική αποξενωτική μορφή των δέκα εντολών, κι άλλο ο ηθικός κοινωνικός βίος, η ηθική συνυφασμένη με την πολιτική σ’ ένα κόσμο κοινωνικής ελευθερίας και δημοκρατίας.
Επιβεβαιώνουν οι εκπομπές αυτές και τις εκτιμήσεις του Μπούκτσιν για τον καπιταλισμό, όταν συμπέραινε ότι ο τελευταίος δεν είναι απλά μία «οικονομία», αλλά έχει γίνει «κοινωνία», διεισδύοντας διαβρωτικά σ’ όλες τις πτυχές του κοινωνικού βίου. Εξάλλου, δεν μαθαίνουμε απ’ αυτές ότι η αγάπη και ο σεβασμός είναι κάτι που «κερδίζουμε», κατά βάση «επενδύοντας» σε συναισθήματα και κανόνες;
Δεν θέλω να αμφισβητήσω τη βελτίωση της ζωής των οικογενειών αυτών από τις παρεμβάσεις των νταντάδων, όπως μας παρουσιάζεται μετά το απαραίτητο μοντάζ. Θυμίζω μόνο ότι, παρά το τί θα πίστευε η εκάστοτε Θάτσερ και οι όμοιοί της, η κοινωνία δεν αποτελείται από άτομα και οικογένειες. Ο κομφορμισμός και η τεχνητή προσαρμογή στο οποιοδήποτε μικροεπίπεδο, μεταθέτει συχνά τις συγκρούσεις και τις παθογένειες σε άλλα επίπεδα.
Για παράδειγμα, τα πειθήνια χαμόγελα και οι αγκαλιές μπροστά στην κάμερα δεν είναι άσχετα με τα πειθήνια χαμόγελα και τις υποκλίσεις μπροστά στις αγορές, στους επαγγελματίες πολιτικούς ή τους αξιωματικούς και στους κατεστημένους θεσμούς, ακόμα κι όταν αυτοί είναι εξόφθαλμα ανορθολογικοί.
Το μάθημα που μας προσφέρουν αυτές οι εκπομπές είναι η ιδεολογία μίας ελαστικής προσαρμογής σε οτιδήποτε υπάρχει, και όχι η αναζήτηση του έλλογου και η κοινωνική ελευθερία. Προσαρμογή σε οτιδήποτε εμπειρικό, και στους επιφανειακούς κανόνες του, καθώς αυτό που απλά υπάρχει μπροστά μας ντύνεται με τον μανδύα της αναγκαιότητας. Αυτός ο κόσμος είναι ο καλύτερος δυνατός, δεν αλλάζει, κοιτάξτε να προσαρμοστείτε.
Ακόμα και το επιτυχημένο σύμβολο του καπιταλιστικού κόσμου, η Κόκα Κόλα, μας το καταδεικνύει εμμέσως πλην σαφώς, όταν το πιο πρόσφατο διαφημιστικό της σλόγκαν λέει: «χρειαζόμαστε να απολαμβάνουμε
περισσότερο». Ακόμα και η ηδονή και η απόλαυση, εμβληματικές μεταξύ των ελευθέριων και των καλών, απορροφήθηκαν, σε πείσμα του Αριστοτέλη, από τα αναγκαία και τα χρήσιμα.
Θοδωρής Βελισσάρης