Όψεις της μαζικής κουλτούρας

Ο καπιταλισμός γνωρίζει δραματικές μεταμορφώσεις τα τελευταία χρόνια, οι οποίες μπορούν να ανιχνευθούν εξίσου στη σφαίρα της μαζικής κουλτούρας, και κυρίως στα ηλεκτρονικά μέσα, με κυρίαρχη την τηλεόραση που παραμένει κεντρική ιδιαίτερα στην ελληνική πραγματικότητα.

Παρατηρείται καταρχήν μία κατακόρυφη αύξηση των εκπομπών μαγειρικής. Δημοφιλείς εκπομπές περιέχουν οπωσδήποτε εκτενή θέματα μαγειρικής. Αλλά, το κυριότερο, εκπομπές αποκλειστικά μαγειρικής πληθαίνουν. Συγχρόνως, αυξάνονται και οι εκπομπές που έχουν ως θέμα έναν συνδυασμό της μαγειρικής με άλλα θέματα (π.χ. ταξίδια) ή με ριάλιτι διαγωνισμούς πάσης φύσεως.

Εφόσον φθίνει ολοένα η πολιτική ζωή, και η υπόσχεση ελευθερίας που τη συνοδεύει, το έδαφος κερδίζει η αναγκαιότητα που διέπει παραδοσιακά τη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής. Στο μέτρο που το πεπρωμένο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής αποξενώνεται συνεχώς από τους ίδιους της τους φορείς, αυτοί μπορούν να στραφούν μονάχα στις μικροϋποθέσεις τους. Τι θα φάμε, τι θα πιούμε… Οδηγούμαστε σε μία απολιτική κατάσταση, στην οποία τον κεντρικό ρόλο καταλαμβάνει η επιβίωση, δηλαδή η αναγκαιότητα. Όλα τα άλλα δυσφημούνται ως παροδικά ή φαντασιοκοπίες. Όμως, πρέπει να φάμε. Αυτό δεν αλλάζει. Αυτή η βιαιότητα βαραίνει στη συνείδηση των ανθρώπων στο μέτρο που συνοδεύεται από την πλήρη υποτίμησή τους ως πολιτικών όντων. Συνεπώς, η αναγκαιότητα πρέπει να αποκτήσει ένα ωραίο ιδεολογικό περιτύλιγμα (δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν είναι συμπαθητικοί οι διάφοροι μαμαλάκηδες και βέφες).

Στο μέτρο που επιτείνονται οι καπιταλιστικές απαιτήσεις για υπακοή και προσαρμογή, οτιδήποτε διέπεται από ακριβείς κανόνες θεωρείται σύστοιχο της καθώς πρέπει ζωής. Στις συνταγές όλα είναι μετρημένα. Ακολουθούνται τυφλά κανόνες. Οι άνθρωποι βρίσκουμε τον εαυτό που η κοινωνία απαιτεί, μιμούμενοι τις συνταγές που μας υποδεικνύουν στο γυαλί. Αναπαράγεται έτσι ο ποθητός ανθρωπολογικός τύπος, χωρίς πολλές τύψεις. Η υπακοή είναι εύκολη, μαζί με το τέλος κάθε ενεργού διαμεσολάβησης. Από τη μία η ανάγκη να φας, από την άλλη το μέτρο και οι κανόνες που επιβάλλονται για ένα σωστό φαγητό, και ο ανήμπορος άνθρωπος έχει βρει μπροστά του το αυτόματο που αγωνίζεται να γίνει αν θέλει να λάβει την καθολική αναγνώριση.

Οι διαδικασίες στον σύγχρονο καπιταλισμό είναι αστραπιαίες. Απλά μπορεί να δει κανείς με τι ταχύτητα αυξάνεται το εθνικό χρέος των Η.Π.Α. Η διάρκεια δεν έχει θέση σε μία ζωή στην οποία μπορεί ξαφνικά να χάσεις το σπίτι σου μαζί με τους κόπους μιας ζωής (στο χρηματιστήριο, σε μία χρεοκοπημένη τράπεζα ή ασφαλιστική εταιρία). «Έσω έτοιμος» είναι το μόνιμο σύνθημα. Μπορεί εν τέλει να έρθει εκείνη η αναμενόμενη ευκαιρία. Πάντως είσαι μόνος σου και δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Τι πιο συμβατό μ’ αυτή την αλλοτριωτική σύλληψη του χρόνου από την προσωρινότητα του φαγητού. Όλα γίνονται με μία καταραμένη ομορφιά που προορίζεται σε λίγο να αφανισθεί. Η κάθε ενέργεια σηματοδοτεί απόγνωση. Πριν ολοκληρωθεί πρέπει να επαναληφθεί. Μετά το μεσημεριανό ακολουθεί το βραδινό.

Το φαγητό επίσης απευθύνεται στις αισθήσεις και μόνο. Δεν χωρούν εκεί κριτική δύναμη και έννοιες. Σ’ εμένα αρέσουν τα φασολάκια, και κάποιος άλλος τα μισεί. Τέλος της συζήτησης. Ο πιο ακραίος σχετικισμός και υποκειμενισμός αναδύεται μαζί με τη μυρωδιά που ευχαριστιόμαστε ή απεχθανόμαστε. Ο έλλογος εξοπλισμός των ανθρώπων υποβαθμίζεται, όπως θα έπρεπε εξάλλου σ’ έναν κόσμο που αποζητά συμβιβασμό και προσαρμογή. Μαζί εξατμίζεται η κοινωνικότητά τους, στη αυξανόμενη θερμότητα της ατομικής αρέσκειας. Κάτι βρίσκετα για όλα τα κατακερματισμένα γούστα.

Όμως χρειάζεται και η κατάλληλη ιδεολογία. Το μαγείρεμα είναι τέχνη σου λένε. Μπορείς να χαροποιείς τους γύρω σου ανθρώπους. Κάνει τη ζωή μας ομορφότερη η ενασχόληση μ’ αυτές τις εκπομπές γιατί το φαγητό είναι τόσο πολύ μέρος της ζωής μας. Το ίδιο με την καπιταλιστική ιδεολογία: οι παραγωγικές σχέσεις παρουσιάζονται ως αναγκαίες ή ως ενδεδυμένες τον μανδύα της ισότητας, ενώ οι παραγωγικές δυνάμεις είναι βουτηγμένες στη μεγαλύτερη ανισότητα. Παραγωγικές σχέσεις εδώ εννοούνται ως η βιτρίνα της κοινωνικής ζωής, και παραγωγικές δυνάμεις ως η πραγματικότητά της. Βεβαίως το μαγείρεμα δεν μπορεί να είναι τέχνη. Η τέχνη επικαλείται τόσο την έννοια όσο και τις αισθήσεις, σ’ ένα ελεύθερο παιχνίδι υπό την καθοδήγηση της φαντασίας. Η τέχνη έχει διάρκεια και μία απόσταση από την εμπειρική πραγματικότητα. Καμία σχέση με το μαγείρεμα. Αλλά αν και δεν είναι τέχνη, η μαγειρική μπορεί όντως να είναι όμορφη και δημιουργική, όπως τυπικά υπάρχει και ισότητα στον τρόπο συνάντησης των καπιταλιστικών ανθρώπων στην αγορά. Αυτό όμως στο κατάλληλο περιβάλλον δεν λειτουργεί παρά ως συγκαλύπτουσα ιδεολογία που συγχέει ολοφάνερα ψέματα με δυνητικές αλήθειες.

Στην ίδια επικράτηση του ιδιώτη ανθρώπου έναντι του πολιτικού, εδράζεται και η κυριαρχία των μεσημεριανών κουτσομπολίστικων εκπομπών. Όλη η κοινωνία παρουσιάζεται ως νοικοκυριό που πρέπει να αντιμετωπίσει τις καθημερινές υποθέσεις του. Διαζύγια, πτωχεύσεις, θάνατοι, γεννήσεις, επαγγελματική ανέλιξη και τραγωδίες, όλα υπό το έμβλημα μίας καθολικότητας που είναι το κουφάρι της ατομικότητας σε μία βάρκα ναυαγών.

Την ίδια στιγμή, τεράστια επιτυχία γνωρίζουν οι εκπομπές που δεν παράγουν κάτι πρωτογενές αλλά βασικά παρουσιάζουν βιντεάκια τηλεοπτικής κορύφωσης. Εδώ εντάσσονται, σε διαφορετικό βαθμό έκαστος, οι κάθε λαζόπουλοι, θέμοι, και κανάκηδες. Δεν ενδιαφέρει εδώ το ότι περιβάλλονται αυτά τα βιντεάκια με λιγότερα ή περισσότερα σχόλια (εύστοχα ή, τις περισσότερες φορές, άστοχα) αλλά ότι αποτελούν τον βασικό κορμό των εκπομπών αυτών (πολλές φορές με το πρόσχημα ότι κεντρικότερος είναι ο σχολιασμός τους ̶ κι όμως, το συνδετικό νήμα σ’ αυτές είναι η παρουσίαση των βίντεο). Εδώ βρίσκει το σύστοιχό της η καπιταλιστική παραγωγική στασιμότητα που αναζητά διέξοδο στη χρηματοπιστωτική σφαίρα, αναπαραγόμενη τρώγοντας τις σάρκες της. Τα «τοξικά» χρηματοπιστωτικά προϊόντα δεν είναι παρά συμπυκνώσεις της καπιταλιστικής λογικής της ανάπτυξης και εκμετάλλευσης στην εποχή των σύγχρονων κοινωνικών και οικολογικών αδιεξόδων. Η λύση για το σύστημα είναι η βαθύτερη καταβύθιση στις ίδιες διαδικασίες που καταστρέφουν κοινωνία και βιόσφαιρα. Έτσι και για τους τηλεοπτικούς ήρωες, η εποχή της δημιουργικής μηδαμινότητας, τούς οδηγεί στην αναπαραγωγή του τηλεοπτικού τέλματος σε απαστράπτον περιτύλιγμα.

Η αναπαραγωγή ως τέτοια, ως αυτοσκοπός, γίνεται τόσο σημαντική κοινωνικά (σε σημείο να τείνει να μετατρέψει την κοινωνία σε βιολογικό οργανισμό, σε μία άνευ προηγουμένου οπισθοδρόμηση), ώστε διακινούνται σήμερα μέσω διαδικτύου άπειρα ηλεκτρονικά αρχεία ταινιών και μουσικής, με προεξάρχον το youtube ή τα διάφορα torrents, χωρίς να διαμαρτύρεται κανείς για την, κατά κανόνα, κάκιστη μετάδοση και ποιότητά τους. Η διαδικασία χρήμα-εμπόρευμα-χρήμα απογειώνεται με τον μανδύα και πάλι της ισότητας όσον αφορά την υποτιθέμενη δυνατότητα κατοχής. Όλοι μπορούν να έχουν άλμπουμ και ταινίες, αυτό θεωρείται σημαντικό, όχι το περιεχόμενο αυτών των προϊόντων.

Όσον αφορά τις ακόμα πιο πρόσφατες εξελίξεις, παρατηρείται μία στροφή στις εκπομπές ριάλιτι. Σ’ αυτές παραδοσιακά συμμετείχαν άγνωστοι που αποτελούσαν ευκρινή αποκρυστάλλωση του απεγνωσμένου που δεν μπορεί να πουλήσει παρά μόνο την εργατική του δύναμη. Τώρα παρατηρούμε ότι στα ίδια ριάλιτι, ή σε καινούργια, παρουσιάζονται διάσημοι σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό (μια ακόμα εισαγόμενη μόδα). Εδώ επαναλαμβάνεται το μοτίβο της κενής αναπαραγωγής και του συστήματος που τρέφεται από τις σάρκες του. Δεν τρέφεται όμως, όπως θα υπέθετε κανείς, με τις καλύτερες, τις πιο άριστες πλευρές του. Δεν είναι ότι στρατολογεί τους πιο εκλεκτούς εκπροσώπους του για την καλύτερη ανάπτυξή του. Απλώς ακόμα και οι υποτιθέμενα ξεχωριστοί ισοπεδώνονται καθώς ο κυκεώνας της καπιταλιστικής ανάπτυξης γιγαντώνεται. Δεν υπάρχει πια, εδώ και καιρό, ο μορφωμένος αστός, ούτε ο αυστηρός πατέρας, για να κρατήσουν μερικά μέτρα εδάφους μακριά από τον κυκεώνα αυτό. Οι περίλαμπροι αστέρες αυτογελοιοποιούνται. Εκεί που όριζαν τους κανόνες με τις κριτικές τους επιτροπές για να προσαρμοστούν οι άλλοι, τώρα υποχρεώνονται να υπαχθούν πλήρως στους κανόνες που τείνουν να αυτονομηθούν ως περιεχόμενο. Ο κανόνας λέει: υπάγονται όλοι με αυστηρότητα στον κανόνα. Όλοι υποτάσσονται σ’ έναν κενό χρόνο και σε μία αποξενωμένη εργασία που πηγάζει από την κοινωνική κυριαρχία. Η ταξική πάλη υποβαθμίζεται σταθερά. Η κινητικότητα αυξάνεται αλλά βασικά προς τα κάτω. Ο καπιταλισμός ως κοινωνία σπάει όλες τις διαχωριστικές γραμμές.

Η αντίφαση εντούτοις παραμένει. Η ανισότητα πρέπει να έχει τον μανδύα της ισότητας. Τη μοναξιά και ανημπόρια πρέπει να καλύπτουν τα τηλεοπτικά λούσα και το κλάμα να καλύπτεται από το πιο αποκρουστικό γέλιο. Την επανάσταση δεν θα επιφέρουν ούτε οι απόλυτα εξαθλιωμένοι ούτε και οι συνειδητοποιημένοι λίγοι. Κοινωνικοί χώροι διανοίγονται και περιμένουν ένα πολιτικό κίνημα που να μη φοβάται να σκεφτεί την, και να υπαχθεί στην, αντίφαση.

Θοδωρής Βελισσάρης

3 σκέψεις στο “Όψεις της μαζικής κουλτούρας”

  1. Γεια σου Θοδωρή!
    Ειλικρινά σε συγχαίρω για το κουράγιο να ξεκινήσεις αυτή τη σταυροφορία ερμηνείας της μαζικής κουλτούρας. Είπα να καταθέσω και εγώ στο φιλόξενο ημερολόγιό σου την ταπεινή μου άποψη ως προς την εκρηκτική άνθιση της μαγειρικής φιλολογίας, η οποία, σημειωτέον, δεν αφορά μόνο τα καθ’ ημάς, αλλά και κάθε σύγχρονη δυτική κοινωνία που σέβεται τον εαυτό της.
    Απλουστεύοντας λοιπόν λίγο τα πράγματα, το φαινόμενο αυτό μοιάζει να συνδέεται με την ειδική φύση του φαγητού, η οποία διατηρεί πλέον σοβαρές ομοιότητες με τη φύση του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού. Γιατί, τι είναι, σε τελευταία ανάλυση, ένα πιάτο φαγητού; Είναι κάτι το οποίο δημιουργείται προκειμένου να καταβροχθιστεί, και το οποίο εν συνεχεία θα αποβληθεί από τον οργανισμό υπό τη μορφή μίας καφετί άμορφης μάζας.
    Είναι συνεπώς εξαιρετικά εντυπωσιακή, όσο και ενδεικτική της πνευματικής αυτοκατανόησης του σύγχρονου δυτικού, η σημασία που αποδίδεται σε κάτι τέτοιο, στο οποίο μάλιστα προσδίδονται πλέον τα χαρακτηριστικά ενός καλλιτεχνικού δημιουργήματος. Η στάση αυτή δεν προδίδει παρά την πικρή τροπή που έχει πάρει η συλλογική συνείδηση, εφόσον αντανακλά πλέον μία υποκειμενικότητα, η οποία θεωρεί ως πνευματικό δημιούργημά της κάτι το οποίο δεν μπορεί να της αντισταθεί, δεν μπορεί δηλαδή να συνυπάρξει μαζί της επί ίσοις όροις και να τεθεί απέναντί της σε μία διαλεκτική σχέση, σε μία σχέση εννοιακής διαπραγμάτευσης.
    Θεωρώ (και πιστεύω ότι υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι, όπως εσύ, που συμμερίζονται αυτή τη θέση) ότι ως πνευματικό δημιούργημα του ανθρώπου μπορεί να οριστεί μόνο το ανθεκτικό καθίδρυμα του ανθρώπου, εκείνο το οποίο ο άνθρωπος προικίζει με την απαραίτητη αυτονομία και βιωσιμότητα, προκειμένου να μπορεί να σταθεί απέναντί του ως η σύνθεση ή το «απόσταγμα» της κατανόησής του, της ελπίδας και των φόβων του όσον αφορά τον κόσμο. Το ανθρώπινο πνεύμα υποστασιοποιεί έτσι τον εαυτό του, κατά κάποιον τρόπο τον διπλασιάζει, τον θέτει απέναντί του και ξεκινά μία διαδικασία διαπραγμάτευσης ώστε εν τέλει να κατανοήσει τον ίδιο του τον εαυτό. Η τέχνη, όπως και η θέσμιση ή η πρακτική δημιουργία, είναι όλα φορείς αυτής της συνειδησιακής διαδικασίας. Ο άνθρωπος, με πολύ κόπο, δημιουργεί ένα κατά συνθήκη ψεύδος, δηλαδή την ακινητοποίηση σε ένα κατανοητικό είδωλο, εκείνου που στην πραγματικότητα αποτελεί κατ’ εξοχήν μία κινούμενη δύναμη: του ανθρώπινου πνεύματος.
    Μία κοσμοθεώρηση λοιπόν, η οποία ανάγει μία μερίδα φαγητού σε καλλιτεχνικό δημιούργημα, δεν είναι παρά η έκφραση μίας παρηκμασμένης και ανίσχυρης υποκειμενικότητας, η οποία φοβάται πια τα αυθεντικά δημιουργήματά της, διότι δεν αντέχει να αναλάβει το βάρος της αυτοσυνειδησίας της. Ως εκ τούτου, προτιμά να βαφτίζει ως «τέχνη» το απολύτως εφήμερο, αυτό το οποίο μπορεί απευθείας να καταναλωθεί χωρίς καμμία αντίσταση και να αποβληθεί ως νεκρή μάζα.
    «Τέχνη» είναι πλέον ό,τι μπορεί να καταναλωθεί εύκολα από τον άνθρωπο – και, εξίσου εύκολα, να καταναλώνει τον άνθρωπο.

  2. Πολύ εύστοχο το σχόλιό σου, “ερωτευμένο κυκλάμινο”.

    Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο για τα θέματα αυτά, είναι “Η ανθρώπινη κατάσταση”, της Χάννα Άρεντ.

    Εκεί διακρίνεται ρητά ο κόσμος του ανθρώπου ως βιολογικού οργανισμού από τον κόσμο των ανθρώπινων τεχνουργημάτων (ίσως υπερβολικά διακριτά, κι αυτό είναι ένα μειονέκτημα της ανάλυσής της).

    Παραπέμπω στην Άρεντ για να επισημάνω, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι η κριτική που γίνεται, τόσο από μένα όσο κι από σένα, δεν είναι σνομπ απόρριψη των βιολογικών λειτουργιών του ανθρώπου, απλά είναι προσπάθεια ερμηνείας κάποιων κεντρικών αναπτύξεων εντός του καπιταλισμού.

    Επιπλέον, πρέπει να γίνει περαιτέρω διάκριση και ανάλυση, γιατί και τα εργαλεία που κατασκευάζει ο άνθρωπος έχουν μία διάρκεια, μία υλικότητα. Και μια τσάπα ή ένα πλυντήριο έχουν “αντίσταση”, είναι “ανθεκτικά καθιδρύματα του ανθρώπου “. Όμως είναι ενταγμένα στην εργαλειακή λαίλαπα των μέσων και σκοπών. Γι’ αυτό δεν μπορούν να σημαίνουν όσα σημαίνει το έργο τέχνης το οποίο είναι, από τη βασική καπιταλιστική σκοπιά, άχρηστο (αυτή την πλευρά της τέχνης είχα σχολιάσει σ’ ένα παλιότερο άρθρο μου για την τέχνη στο περιοδικό Πανοπτικόν, στο οποίο εξηγούσα και γιατί κατά τη γνώμη μου είναι κομφορμιστικό το αίτημα για διάλυση της τέχνης στη ζωή, που ζητούσαν οι καλλιτεχνικές πρωτοπορίες).

    Ευχαριστούμε πολύ για το σχόλιο, μόνο μία διευκρίνηση. Το ημερολόγιο αυτό όπως το λες, δηλαδή το ιστολόγιο, δεν είναι δικό μου, αλλά διευθύνεται συλλογικά.

  3. Είναι η μαγειρική τέχνη;Τη δημοσίευση της ανωτέρω ανάρτησης ακολούθησε μία ανταλλαγή email μεταξύ του Θοδωρή και του Γιάννη σχετικά με τη μαγειρική ως τέχνη. Παραθέτουμε εδώ αυτή την ανταλλαγή μιας και θεωρούμε πως παρ’όλη την έκτασή της, είναι πιθανό να παρουσιάζει ενδιαφέρον για αναγνώστες του blog που τους έχει απασχολήσει το ίδιο ή συναφή ζητήματα. Ο διάλογος δεν καταλήγει σε σαφή συμπεράσματα αλλά καταγράφει σειρά επιχειρημάτων και των δύο πλευρών ενώ αναδεικνύονται γενικότερα ζητήματα σχετικά με τις τέχνες και την κοινωνική πραγματικότητα.Γιάννης 1

    Θοδωρή, θεωρώ πως το κομμάτι με την μαγειρική ως μη-τέχνη είναι προβληματικό όπως το διατύπωσες. Δεν δέχομαι τον αφορισμό σου πως “η μαγειρική δεν μπορεί να είναι τέχνη”. Πως είναι δυνατόν η μαγειρική να είναι “όμορφη και δημιουργική” και ταυτόχρονα να μην έχει “καμία σχέση με την τέχνη”. Απο μόνη η επαφή της με το βασίλειο της αναγκαιότητας εγώ δεν δέχομαι πως είναι ικανός παράγοντας για να της αποστερήσει τον μανδύα της τέχνης.

    Σε ποιους χώρους αναζητούμε την τέχνη αν όχι στην επίκληση στις αισθήσεις (που στην περίπτωση της μαγειρικής είναι μάλιστα σχεδόν όλες) και στην πρόθεση να κάνουμε ακριβώς αυτό; Και με ποια έννοια η πραγματική τέχνη έχει διάρκεια όπως λες; Η μουσική δεν έχει διάρκεια, η νότες χάνονται στον αέρα. Αυτό όμως που μένει είναι η παρτιτούρα-συνταγή που επιτρέπει την αναπαραγωγή την επόμενη μέρα όσο και τον επόμενο αιώνα.

    Ναι, η μαγειρική έχει αυστηρούς κανόνες οι οποίοι περιορίζουν την ελευθερία του “δημιουργού” σε κάποια πλαίσια. Ποια τέχνη όμως δεν έχει τέτοια όρια; Φυσικά και δεν θα έβγαινα να υποστηρίξω αύριο τις αρετές της μαγειρικής ως τέχνης, αλλά δεν δέχομαι την ξερή άρνησή πως μπορεί να είναι τέτοια.

    Θοδωρής 1

    Γιάννη, διαπιστωνεις μονος σου το προβλημα οταν γραφεις:

    Σε ποιους χώρους αναζητούμε την τέχνη αν όχι στην επίκληση στις αισθήσεις (πουστην περίπτωση της μαγειρικής είναι μάλιστα σχεδόν όλες) και στην πρόθεση να κάνουμε ακριβώς αυτό;

    Η τεχνη ομως ειναι αισθησεις και νους αδιαχωριστα, υπο την καθοδηγηση ομως οχι της διανοιας, οπως στην επιστημη, και την υπαγωγη στους κανονες της, αλλα υπο την καθοδηγηση του ελευθερου παιχνιδιου της φαντασιας, που δημιουργει δικους του νεους κανονες.

    Το πιο ουσιαστικο ειναι νομιζω το εξης. Στη μαγειρικη δεν χωραει καμια δυνατοτητα κρισης. Ισχυει το de gustibus non est duspitandum. Εμενα μ’ αρεσει αυτο το πιατο, εμενα οχι. Στην τεχνη ομως, στο μετρο που υπεισερχεται σε σημαντικο βαθμο ο νους και η διανοια, υπαρχει μια υποκειμενικη αναγκαιοτητα, οπως θα το εθετε ο Καντ, και μπορει να γινει ελλογη συζητηση για το ποσο καλο ή όχι ειναι ένα εργο. Μια περιπτωση που η τεχνη μοιαζει με τη μαγειρικη ειναι αν απεικονιζει η τεχνη εναν φρικτο πχ ακρωτηριασμο και αδυνατεις να την παρακολουθησεις. Εκει παραλυει η κριτικη δυναμη και ειναι σα να τρως ενα απαισιο φαϊ.

    Περι διαρκειας, το εργο τεχνης μενει ακεραιο οσες φορες κι αν αναπαραχθει μουσικα. Υπαρχει η ταδε συμφωνια και μενει στους αιωνες, απο την πλευρα της δημιουργιας της. Οταν την αναπαραγουμε την προσεγγιζουμε, δεν την καταναλωνουμε ωστε η συγκεκριμενη να παψει να υπαρχει. Ομως το εργο του μαγειρα το καταναλωνουμε και το αφανιζουμε.
    Το αυριανο παστιτσιο θα ειναι κατι αλλο.

    Το πιο σημαντικο επιχειρημα ομως ειναι αυτο περι κυριαρχιας των αισθησεων στη μαγειρικη, ενω στην τεχνη ειναι παιχνιδι νου και αισθησεων. Και φυσικα αυτο της κριτικης διαστασης απεναντι στην πραγματικοτητα που μπορει να εχει ενα εργο τεχνης. Ενα ομορφο που να τονιζει την ασχημια του κοσμου, ή ενα μελαγχολικο που να δειχνει την αυτοανατροπη της κοινωνιας. Αυτα ολα μπορουν να συνδηλωθουν μοναχα στην τεχνη που εχει και το αισθητικο και το διανοητικο στοιχειο, οχι στο φαγητο.

    Γιάννης 2

    Θοδωρή, νομίζω πως επιτίθεσαι σε ένα αχυροκατασκεύασμα. Αυτό το επιτυγχάνεις περιορίζοντας ασφυκτικά τον τρόπο που ορίζεις την μαγειρική. Το “περί ορέξεως…σπανακόπιτα.” πολύ απλά δεν ισχύει για τη μαγειρική με τον τρόπο που τη συζητάμε εδώ. Δεν μιλάμε εδώ για την μαγειρική στο επίπεδο του: “το χοιρινό πρέπει να ψήνεται πριν καταναλωθεί για να εξαλείφονται τα παράσιτα” ή ότι “τα αντίδια να βράζονται καλά για να ξεπικρίσουν”. Ναι, αυτές είναι οι απαρχές της μαγειρικής και η βάση της αναγκαιότητας στην οποία εδράζεται η μαγειρική όπως την εννοεί σήμερα ο περισσότερος κόσμος σαν δηλαδή τη διαδικασία του πως προετοιμάζεται ένα φαγητό με σκοπό να μεγιστοποιηθεί η αισθητική απόλαυση που μπορούμε να αντλήσουμε από αυτό. Αυτό έχει να κάνει (όπως φυσικά ξέρεις) τόσο με τη διαδικασία προετοιμασίας όσο και με παρουσίασης στην οποία συμβάλουν η οπτική εικόνα, η μυρωδιά και φυσικά η γεύση.

    Η συνειδητοποιημένη σκόπευση στην ικανοποίηση των αισθήσεων, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την συμμετοχή του νου όπως σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Και τα κριτήρια που είναι δυνατόν να εφαρμόσει κανείς για να κρίνει τα παραγόμενα της μαγειρικής νοούμενης με αυτό τον τρόπο είναι ακριβώς αυτά που θα χρησιμοποιούσαμε για να κρίνουμε οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Μπορεί να γίνει έλλογη συζήτηση πάνω σε αυτή, για να χρησιμοποιήσω τη δική σου ορολογία και δεν παραλύει καμία κριτική δύναμη, όπως μπορείς να διαπιστώσεις αν ανοίξεις ένα γαστρονομικό περιοδικό, όπου φυσικά οι κριτικές δεν περιορίζονται σε: “με αρέσει” – “δεν με αρέσει” όπως ισχυρίζεσαι.

    Δυσκολεύομαι επίσης πολύ να εντάξω στα κριτήρια για την αναγνώριση και ταυτοποίηση της τέχνης την “κριτική διάσταση απέναντι στην πραγματικότητα” όπως το λές. Ίσως λόγω της εξοικείωσής μου με τη μουσική περισσότερο από όλες τις τέχνες, η οποία δεν είναι εν γένει αναπαραστατική τέχνη. Είμαι ανοικτός
    σε διευκρινίσεις επ’αυτού.

    Επίσης, στο θέμα της διάρκειας, η μουσική παράγεται από κάποια όργανα που χειρίζονται κάποιοι καλλιτέχνες, ταξιδεύει στον αέρα, και μπαίνει στα αισθητήριά μας. Την “καταναλώνουμε” επομένως όπως ακριβώς καταναλώνουμε ένα παστίτσιο. Οι νότες χάνονται τη στιγμή που θα επιτελέσουν την “αποστολή” τους, να θέσουν δηλαδή σε κίνηση το τύμπανο στο αυτί μας, όπως και η μπουκιά παστίτσιο θα γλύψει τους γευστικούς μας κάλυκες. Που είναι ακριβώς εκεί που κολλάς δεν καταλαβαίνω. Σαν με κάποιο τρόπο να θεωρείς πως η μουσική δεν έχει υλική βάση και επομένως δεν μπορεί να ενταχθεί σε οποιοδήποτε καταναλωτικό πλαίσιο, το οποίο προφανώς είναι λανθασμένο.

    Θοδωρής 2

    Γιαννη, με ποια εννοια μπορει κανεις να σε πεισει για τη σπουδαιοτητα των αγκιναρων α λα πολιτα, οπως μπορει να σε πεισει για τη σπουδαιοτητα του εσωτερικου μονολογου, ειτε σ’ αρεσουν οι αγκιναρες και ο εσωτερικος μονολογος, ειτε οχι; Ειναι τυχαιο οτι πχ ο Μαρξ εβαζε επικεφαλιδες στα εργα του στιχους του Δαντη και οχι σειρες συνταγων; Για εργα οπως του Μπεκετ μπορει να γινει ολοκληρη συζητηση αν αποδεχονται ή απαρνουνται το παραλογο της εμπειρικης πραγματικοτητας. Τι παρομοια συζητηση μπορει να γινει για τη γαλλικη κουζινα; Η μηπως η γαλλικη κουζινα μπορει να δειξει με την ιδια σαφηνεια την αυτοαναιρεση της αστικης ταξης του 19ου αιωνα, οπως ο Μπωντλαιρ, υπο το μαυρο φως των στιχων του;

    Εχω ανοιξει γαστρονομικα περιοδικα. Δεν εχω δει καμια συζητηση που να συμπεριλαμβανεται ο νους με τις αισθησεις υπο τους νεους κανονες που θετει η φαντασια. Εχω δει κοινοτοπες διατυπωσεις, οτι καποια φαγητα ειναι για πιο σκληρους τυπους, αλλα για πιο ευαισθητους, ή το πολυ ανθρωπολογικες συζητησεις για το ποθεν προερχονται οι συνταγες και γιατι (εκει πχ κανει ζεστη και τρωνε πικαντικα). Ή, στην καλυτερη περιπτωση, σκληρες θετικιστικες φαντσιοκοπιες οτι με το ταδε κρασι χρειαζονται δυο κοκκοι αλατι παραπανω στο φαϊ. Ειναι τυχαιο που διπλα στη γνωσιοθεωρια, την ηθικη, την οντολογια και την αισθητικη, οι φιλοσοφοι δεν παρεθεταν και μια γαστριμαργικη (παρα μονο ισως στο πρωτολειο επιπεδο οπου συζητανε τις αισθησεις);

    Η τεχνη ειναι κατεξοχην κριτικη γιατι εχει μια αποσταση απο την πραγματικοτητα που δημιουργει φαινομενικα εναν χωρο απο τον οποιο μπορει να εκτοξευθει η κριτικη ματια. Βεβαια, αυτη ειναι και η καταρα της. Γιατι οσες Γκερνικες καταγγελιας κι αν δημιουργησω ο φασισμος δεν νικιεται μ’ αυτες. Ουτε θα γεμισω το στομαχι μου με νεκρες φυσεις. Παρολα αυτα, ο φασισμος εχει παρει μεσα μας το προσωπο της Γκερνικα. Ποια παρομοια διασταση μπορει να παρει η μαγειρικη; Ποιοι πρωτοποροι μπορουν να καταθεσουν εκει τα οραματα τους και με ποια μορφη; Η τεχνη εχει συμπεριλαβει θριαμβους του ανθρωπινου πνευματος προς την αφηρημενη και συμβολικη σκεψη. Η μουσικη ειναι μερος αυτου του θριαμβου της αφαιρετικης σκεψης. Κι εκει βρισκεται το μεγαλειο της.
    Καμια σχεση με παστιτσιο.

    Και πρεπει να δεις το μουσικο εργο απο τη σκοπια του δημιουργου. Όπους τάδε του τάδε. Αυτό έχει κερδίσει σε διάρκεια. Ή η τάδε ερμηνεία κονσέρτου του Ραχμάνινοφ θα μείνει στην ιστορία. Δεν νομιζω να γινει η ταδε εφαρμογη της συνταγης απο τον Ολιβερ, ουτε το οπους κεφτεδακια της Βεφας.

    Ξαναρωτάω, απανταω, ρωταω και κλεινω: Απο που ελκει την καταγωγη της η μαγειρικη; Απο τον ανθρωπο ως βιολογικο ον και ως κοινωνικο, με εμφαση στο βιολογικο. Απο που η τεχνη; Απο την ικανοτητα του ανθρωπου για αφαιρετικη σκεψη αλλα και αισθητικη δυναμη, συνδυασμενες. Τι πιστευεις, μπορει καποια μαγειρικη να ορθωσει μια αλλη πραγματικοτητα που να αμφισβητει την πρωτοκαθεδρια της εμπειρικης, οπως η τεχνη ανα τους αιωνες;

    Και ισως το πιο σημαντικο για να διαφανει η αποψη μου: οσο δημιουργικη κι αν ειναι η μαγειρικη, παντα θα συνοδευεται απο την απολυτη αναγκαιοτητα του “αν δεν φαω θα πεθανω”. Αυτο τη δενει απ’ ολες τις αποψεις στην εμπειρικη πραγματικοτητα. Η τεχνη δεν ειναι δεμενη με καποιον παρομοιο τροπο με την αναγκαιοτητα. Γι’ αυτο και εχει δωσει αριστουργηματα. Οχι οτι και το μαγειρεμα δεν ειναι ενδειξη πολιτισμου και δημιουργικο.
    Αλλα τεχνη δεν ειναι.

    Γιάννης 3

    Θοδωρή, η τέχνη έχει πολλές διαφορετικές μορφές και αυτός είναι ένας από τους λόγους που ελκύει τους ανθρώπους με διαφορετικούς τρόπους. Η επιμονή μου στη μουσική δεν είναι τυχαία. Εσύ δίνεις περισσότερη έμφαση σε παραδείγματα από τη λογοτεχνία και αυτό είναι λογικό γιατί εκεί η σημασία της νόησης αποκτά προεξάρχουσα σημασία και η απόσταση με τη μαγειρική γίνεται πιο εμφανής. Επίσης, θα επιμείνω πως υιοθετείς έναν πολύ περιοριστικό (το ξανατονίζω) και ταυτόχρονα ανομοιογενές πλαίσιο για την τέχνη, στο οποίο δυσκολεύεται κανείς να μείνει σε κάθε περίπτωση συνεπής.

    Κατ΄αρχάς, το τι έκανε και τι δεν έκανε ο Μαρξ θα κριθεί με βάση το Ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Ούτε οι τέχνες είναι κάτι στατικό, ούτε η αντίληψή μας για αυτές. Μπορείς βέβαια να υποστηρίξεις πως η μαγειρική είναι μία μπαρούφα της εποχής μας, δημιούργημα του καπιταλιστικού συστήματος και όχι αποτέλεσμα της ανάγκης του ανθρώπου για έκφραση σε όλους τους τομείς που έχει εμπειρική πρόσβαση. Αυτό όμως είναι ακριβώς αυτό που συζητάμε, επομένως δεν θα ήθελα να υπόθεσουμε κατ’αρχήν ακριβώς αυτό. Επομένως η μη αναφορά του Μαρξ (όπως και των υπολοίπων φιλοσόφων) στη μαγειρική θα μπορούσε να σημαίνει διάφορα πράγματα, μεταξύ των οποίων πως η μαγειρική δεν ήταν στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης και διάδοσης που είναι σήμερα, πως ο ίδιος δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικοιωμένος με αυτή ή πως δεν εξυπηρετούσε τους σκοπούς του. Γιατί δεν επέλεξε π.χ. να βάλει ένα απόσπασμα παρτιτούρας από μία τοκάτα του Μπουξτεχούντε στις επικεφαλίδες του, το έχεις αναρωτηθεί ποτέ;

    Για τον Μπέκετ, ναι, μπορεί να γίνει η συζήτηση που λές.
    Ας ξεκινήσουμε μετά όμως μία συζήτηση π.χ. και για αυτό το έργο (της φαντάζομαι απόδεκτής για σένα) τέχνης της μουσικής. Φυσικά και δεν θέλω να πω πως δεν μπορεί να γίνει έλλογη συζήτηση πάνω σε αυτό. Μπορεί, και προσωπικά θα χαιρόμουν να την κάνω ανά πάσα στιγμή. Αυτό που θέλω να πω είναι πως αυτή η συζήτηση θα είναι άλλης τάξης και με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτή που μπορεί να γίνει για το παράλογο της εμπειρικής πραγματικότητας στο έργο του Μπέκετ ή την αυτοαναίρεσης της αστικής τάξης του 19ου αιώνα στην ποίηση του Μπωντλέρ και πολύ πιο κοντά σε αυτή που μπορεί να γίνει για ένα πιάτο της haute cuisine.

    Για την κριτική σου στα περιοδικά νομίζω πως δείχνεις λίγο άκριτο ζήλο. Φυσικά και εκεί μέσα μπορεί να βρει κανείς ένα κάρο μαλακίες και ανθρωπολογικά τσουβαλιάσματα, όπως υπάρχουν και ζώδια στο τέλος. Δεν είναι το “Monthly Review”! Υπάρχει όμως και υλικό που αναφέρεται σε ανθρώπινα δημιουργήματα που έχουν χαρακτηριστικά που έχουν όλες οι τέχνες, δηλαδή τη σύλληψη, την υλοποίηση, την απεύθυνση στις αισθήσεις και φυσικά την κριτική τους. Το πόσο έλλογο στοιχείο και πόση φαντασιοκοπία εμπεριέχεται σε αυτές οι κριτικές ποικίλει, αλλά σε προκαλώ να μου υποδείξεις τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που κάνουν αυτές τις κριτικές να διαφέρουν από αυτές της μουσικής.

    Κατόπιν αναφέρεσαι σε μια σειρά προαπαιτούμενων για την τέχνη τα οποία εγώ δεν αντιλαμβάνομαι με ποιο τρόπο είναι τόσο παγκόσμια και διατρέχουν όλες τις τέχνες όσο εικάζεις. Η απόσταση από την πραγματικότητα για παράδειγμα. Πόσο μεγάλη είναι η απόσταση από την πραγματικότητα ενός ιστορικού μυθιστορήματος; Ή η κατάθεση σαφούς οράματος, ο συμβολισμός, η αφαίρεση. Αν και φοβάμαι πως θα είναι εξαντλητικό, νομίζω πως μπορώ να φέρω μία σειρά αντιπαραδειγμάτων.

    Θα το ξαναπώ και εγώ. Το γεγονός πως η μαγειρική εδράζεται στην αναγκαιότητα δεν μπορεί να σημαίνει πως υπάρχει κάτι που την κρατάει καθηλωμένη εκεί. Θα ήθελα να μου εξηγούσες γιατί πρέπει να συμβαίνει αυτό;

    Δηλαδή όλοι αυτοί που πάνε να φάνε σε ένα καλό εστιατόριο, το κάνουν μόνο και μόνο επειδή βαρέθηκαν να βάλουν τα μακαρόνια στην κατσαρόλα στο σπίτι τους και να κόψουν τις ντομάτες ή μήπως στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τη λιμοκτονία τους;

    Είμαστε βιολογικά όντα με ανάγκες σε διάφορα επίπεδα. Το ότι συνεχίζουμε να ανιχνεύουμε και να κατακτούμε νέους ορίζοντες στο πεδίο των τεχνών (διευρύνοντας ίσως ακόμη και τα ίδια τα χαρακτηριστικά που τους καθορίζουν) είναι ένδειξη της δυναμικής και ενσυνείδητης αντίληψής μας για τη δημιουργία και του ρόλου της στην ιστορική μας πορεία.

    Θοδωρής 3

    Γιαννη, εξισου πολλα παραδειγματα μπορω να δωσω για τη μουσικη. Και πολλοι φιλοσοφοι, οχι απλα παρεθεσαν ως σχετικο με το εργο τους ενα μουσικο εργο, αλλα ανελυσαν πολλα μουσικα εργα. Πχ τον ρολο της τζαζ στη μαζικη κουλτουρα ή της μουσικης του Σενμπεργκ εναντιον της. Θα μπορουσε να ειναι ο Μοτσαρτ εκφραστης του παιχνιδιου σε μια αταξικη κοινωνια; Ειναι ο Μπαχ συμβολο εγκοσμιας ή θεϊκης τελειότητας; Δεν μπορω να δωσω κανενα τετοιο παραδειγμα για τη μαγειρικη περα απο κοινοτοπιες. Και δεν μπορω να πιστεψω οτι ετυχε να γεννηθουμε προοωρα, προτου η μαγειρικη καταλαβει τη θεση που της αξιζει μεταξυ των υπολοιπων τεχνων. Δεν ξερω αν με παρεξηγεις: δεν ειναι η μαγειρικη μπαρουφα. Και βεβαιως είναι “απότελεσμα της της ανάγκης του ανθρώπου για έκφραση σε όλους τους τομείς που έχει εμπειρική πρόσβαση”

    Ομως αυτο το γενικο χαρακτηριστικο δεν την κατατασσει αυτοματα στις τεχνες. Δεν μπορω να τοποθετησω τον Ligeti στο ιδιο πλαισιο με την κουζινα. Μαλιστα, η συγχρονη μουσικη ειναι ακομα περισσοτερο διανοητικη, δηλαδη πολυ δυσκολα μπορει να οδηγησει σε αμιγως αισθητικη απολαυση.

    Γράφεις:

    Υπάρχει όμως και υλικό που αναφέρεται σε ανθρώπινα δημιουργήματα … κριτικές να διαφέρουν από αυτές της μουσικής.

    Και παλι, ολες οι τεχνες εχουν αυτα τα χαρακτηριστικα, αλλα αυτα δεν συνιστουν το διακριτικο γνωρισμα των τεχνων. Αυτο θα μπορουσε πχ να αφορα και τα δοκιμια ή τα αποσμητικα. Το θεμα ειναι αν μπορεις να δειξεις ενα ιδιαιτερο γνωρισμα των τεχνων και μετα να δειξεις οτι το εχει και η μαγειρικη. Εγω αυτο (δηλαδη το αντιθετο) προσπαθησα να κανω σε προηγουμενα μειλ. Νομιζω οτι θα ανταποκρινομουν στην προκληση σου αν μου υποδεικνυες ενα κριτικο κειμενο γαστριμαργιας που θα ηταν του επιπεδου της κριτικης του Αντορνο στον Τομας Μαν ή στον Σένμπεργκ. Ή, έστω, ένα συγκεκριμενο κειμενο οποιουδηποτε επιπεδου.

    Γράφεις:

    Η απόσταση από την πραγματικότητα για παράδειγμα. Πόσο μεγάλη είναι η απόσταση από την πραγματικότητα ενός ιστορικού μυθιστορήματος; Η κατάθεση σαφούς οράματος, ο συμβολισμός, η αφαίρεση. Αν και φοβάμαι πως θα είναι εξαντλητικό, νομίζω πως μπορώ να φέρω μία σειρά αντιπαραδειγμάτων.

    Καλοδεχουμενα τα αντιπαραδειγματα. Ενα ιστορικο μυθιστορημα, εαν ειναι μυθιστορημα, εχει τεραστια αποσταση απο την πραγματικοτητα (υπαρχει και εκει η ενοτητα και οι κανονες που δημιουργει ο συγγραφεας, με ορους αλλους απο αυτους της πραγματικοτητας, οι οποιοι θα τον δεσμευαν απολυτα αν εκανε επιστημη-ιστορια).

    Νομιζω ξαναλεμε τα ιδια πραγματα γιατι δεν μπορουμε να πεισουμε ο ενας τον αλλον: η μαγειρικη ως ιδιαιτερο ειδος ειναι δεμενη με την αναγκαιοτητα, γιατι παντα αποτελει μεσο για εναν σκοπο περαν του εαυτου της, δηλαδη την ικανοποιηση της πεινας. Η τεχνη ερχεται σε ενα διαφορετικο σημειο, οπου μπορουν ανθρωπινες δραστηριοτητες να γινουν σκοποι του εαυτου τους (η τεχνη ειναι, απο την πλευρα της καθαρης αναπαραγωγης της ζωης, αχρηστη). Αυτα τα βασικα χαρακτηριστικα δεν εχουν παψει να διεπουν μαγειρεμα και τεχνη.

    Δυστυχως η θεωρηση της μαγειρικης ως τεχνης, ειναι μερος μιας τασης που θελει να κανει ολη τη ζωή τέχνη (αυτο ζητησαν και οι πρωτοποριες, με κορυφωση τους καταστασιακους). Σε καποια φαση ολη η ζωη να ειναι τεχνη, και να μην υπαρχει καν αυτος ο διαχωρισμος. Αυτο για μενα θα ηταν το τελος της κριτικης δυναμης του ανθρωπου, ειδικα σημερα (δεν ξερω τι θα γινοταν στην αταξικη κοινωνια, αλλα ακομα κι εκει θα υπαρχει δυστυχια, αρα ευκταια θεωρω μια αποσταση απο την πραγματικοτητα). Συμβιβασμος με μια κακη πραγματικοτητα. Ισως βασικο χαρακτηριστικο της τεχνης ειναι ο αντικομφορμισμος της. Κατι αδυνατο να αποκρυσταλλωθει σε οποιαδηποτε συνταγη.

    Γιάννης 4

    Συμφωνώ πως πλησίαζουμε τα όρια της συζήτησης. Μερικές επιπλέον σκέψεις με βάση την απάντησή σου. Αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς, τη μαγειρική θα την κρίνουμε με βάση τη δυναμική της και τη δυνητική ανάπτυξη της, όχι απαραίτητα με βάση το σημερινό της στάτους. Υπήρχε μία εποχή που η ζωγραφική εξυπηρετούσε την κοινωνική ανάγκη για διήγηση των επικών κατορθωμάτων των πολεμιστών και των κυνηγών, δεν θα ήταν άδικο σαν κριτικοί της εποχής εκείνης να περιοριζόμασταν σε αυτά της τα χαρακτηριστικά και να θεωρούσαμε την απεικόνιση απλά και μόνο μέσο οπτικής τεκμηρίωσης και τίποτε παραπάνω;

    Φυσικά υπάρχουν (και υποψιάζομαι πως θα υπάρξουν περισσότερες στο μέλλον) φιλοσοφικές προσεγγίσεις της μαγειρικής, δες π.χ. αυτό ή αυτό, αν και δεν είμαι σίγουρος πως είναι του επιπέδου του Αντόρνο. Αλλά πάλι, πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για την ποιότητα της κριτικής του Αντόρνο στη τζάζ :-). Αν και το παράδειγμα ενός τέτοιου στοχαστή θα βοηθούσε εξυπηρετώντας ως παράδειγμα στο οποίο θα μπορούσαμε να προστρέξουμε, προφανώς το ζήτημα που μας απασχολεί εδώ (και διαφωνούμε) είναι η δυνατότητα ύπαρξής του.

    Για να κάνω και εγώ το κομμάτι μου μπας και καταφέρουμε να πείσουμε ο ένας τον άλλο με τη δύναμη της επανάληψης: Δεν υπάρχει κάτι που να κρατά τη μαγειρική ες αεί δεμένη στην αναγκαιότητα της σίτισης. Δεν εννοούμε το γέμισμα του στομαχιού όταν μιλούμε για μαγειρική τέχνη σήμερα.

    Η δυνατότητα της απεμπλοκής της μαγειρικής από την απαίτηση για ένα γεμάτο στομάχι, εγώ θα έλεγα πως ενυπήρχε σε αυτή, όπως και καμία άλλη τέχνη δεν γεννήθηκε ποτέ σαν καθαρή μορφή από το πουθενά χωρίς να έχει προϋπάρξει χρηστική πλευρά των μέσων άσκησής της ή του προϊόντος που παράγει. Αναλύσεις για τέχνες ως εκφάνσεις τάσεων την εποχής υπήρξαν υποψιάζομαι σε όλες τις εποχές και κρίνονται κατά περίπτωση.

    Και ένα άλλο που είχα παραλείψει να αναφέρω. Δεν σε ξενίζει καθόλου το γεγονός πως στη θεώρησή σου η γεύση αποκτά μία κατώτερη φύση από όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις. Έχουμε τέχνες που θεραπεύουν την όραση, την ακοή, ακόμη και την αφή και όταν προτείνεται να υπάρξει κάτι αντίστοιχο για τη γεύση, μάλλον χτυπάμε κάποιο ευαίσθητο νεύρο και το αρνούμαστε μετά βδελυγμίας. Τι συμβαίνει; Τι είναι αυτό που συνέχει τόσο πολύ την ακοή και την όραση με τη νόηση που επιτρέπει αυτό το παιχνίδι μεταξύ τους που δημιουργεί με βάση τον δικό σου ορισμό την τέχνη και δεν μπορεί να γίνει κάτι ανάλογο με τη γεύση; Ίσως βέβαια να θεωρείς πως η δυνατότητα υπάρχει αλλά δεν είναι η μαγειρική αυτή η τέχνη, κάποτε μπορεί όμως να την εφεύρουμε, μπορεί να είναι η φαγειρική. Θα με ενδιέφερε πως θα δικαιολογούσες ένα τέτοιο επιχείρημα.

    Θοδωρής 4

    Γιαννη, νομιζω οτι η δικαιολογηση της θεσης σου περιλαμβανει κατι που μου φαινεται πολυ τραβηγμενο. Δηλαδη, οπως ειπα και προηγουμένως, να δεχθουμε οτι ετυχε τοσους αιωνες να μην εχει εκτιμηθει η μαγειρικη οπως οι αλλες τεχνες, και απο δω και περα ισως αναγνωριστει. Για μενα ομως δεν ειναι τυχαιο οτι δεν ειχε αναγνωριστει ως τεχνη γιατι δεν ειναι τεχνη.

    Η ζωγραφικη εξαρχης δεν ηταν ποτε απλη εξιστορηση αλλα εφερε μαζι της σπερματικα μια ιδεατη μορφη των πραγματων. Η πραγματικοτητα επρεπε να σταθμιστει απο τον δημιουργο. Γι’ αυτο και μπορεσε να εξελιχθει. Και σημερα υπαρχει εργαλειακη ζωγραφικη αλλα δεν μιλαμε γι’ αυτο.

    Το οτι καποιοι φιλοσοφουν για τη μαγειρικη δεν σημαινει οτι η μαγειρικη ειναι τεχνη. Οπως τεχνη δεν ειναι και ο σκληρος μοχθος, αλλα καποιοι φιλοσοφουν γι’ αυτον. Εννουσα αν υπαρχουν βιβλια που να κρινουν τη μαγειρικη οπως ο Αντορνο την τεχνη, αφου αυτη η εξισωση μας προβληματιζει: τεχνη-μαγειρικη.

    Τα προϊόντα της μαγειρικης ερχονται για να καταναλωθουν, και μαλιστα αυτο πρεπει να γινει συντομα για να μη χαλασουν, ενω της τεχνης για να καταναλωνονται εσαει. Μια συμφωνια θα ειναι παντα αυτη η συμφωνια, κι ας παν οι ερμηνευτες να παιδευονται. Μια τουρτα σε τρεις μερες μπαγιατευει. Αυτα ειναι κεφαλαιωδεις δαφορες.

    Γραφεις:

    Δεν υπάρχει κάτι που να κρατά τη μαγειρική ες αεί δεμένη στην αναγκαιότητα της σίτισης.

    Κι ομως υπαρχει, οσο θα πρεπει να μαγειρεψουμε για να φαμε και να επιβιωσουμε. Εκτος αν ικανοποιουμε σε καποια φαση την αναγκη σιτισης με αλλο τροπο. Τοτε μενει το προβλημα της διαρκειας. Τα ανθρωπινα τεχνουργηματα γινονται για να μεινουν μαζι μας. Το ιδιο βεβαια ισχυει και για τα εργαλεια. Η διαφορα της τσαπας με το αγαλμα παρολα αυτα υπαρχει. Παροτι και τα δυο εχουν σχετικη διαρκεια (δεν σαπιζουν ή μπαγιατευουν), η τσαπα ειναι μεσο για εναν σαφη σκοπο, ενω το αγαλμα ειναι σκοπος του εαυτου του (για εναν σκοπο που η σαφηνεια του μενει να καθοριστει). Ουτε η τσαπα ουτε η τουρτα, καταφερνουν να σταθουν στο υψος του αγαλματος ως τεχνης. Για να μην παρεξηγηθω, δεν λεω οτι το μαγειρεμα κι οι τσαπες ειναι για τα σκουπιδια. Εξισου σημαντικες πτυχες του ανθρωπινου οντος ειναι η βιολογικη αναγκαιοτητα, το σωμα, το πνευμα κλπ.

    Υπαρχει μια μεγαλη διαφορα που δεν την εχεις σχολιασει: Αν δεν φαω θα πεθανω (αυτο συντροφευει παντα τη μαγειρικη) Αν δεν κανω τεχνη δεν θα γινει τιποτα (αυτο συντροφευει παντα την τεχνη).

    Εσυ λες α) οτι και η τεχνη καποτε εξυπηρετουσε μια παρομοια αναγκαιοτητα, και συνεπως β) η μαγειρικη μπορει να ακολουθησει την ιδια πορεια με την τεχνη και να γινει τετοια. Κι ομως το α δεν ισχυει, αρα ουτε και το β. Παντα η τεχνη ηταν μια πολυτελεια σε σχεση με την ακαταμαχητη αναγκαιοτητα της ευρεσης και προετοιμασιας της τροφης.

    Η γευση τωρα ειναι επισης συνδεδεμενη με την υποθεση της τροφης και την αναγκαιοτητα που τη συνοδευει. Με τις αναγκαιοτητες που διεπουν το ανθρωπινο σωμα ως βιολογικο οργανισμο. Μ’ αυτην την εννοια ειναι περισσοτερο ιδιωτικη, εσωτερικη αισθηση. Η γευση προϋποθετει και μια βιολογικη, αμεση, υλικη επαφη. Ενω οραση και ακοη αφηνουν το εργο ανεπαφο στην ακεραιοτητα του. Η γευση ρεπει επικινδυνα στην καταργηση της αναγκαιας αποστασης εργου-θεατη (οπως σ’ αυτο ρεπουν και κατι “πρωτοποριακα” θεατρα που βαζουν υποτιθεμενα τους θεατες ενεργα στην παρασταση, τεινοντας να γινουν αντικαλλιτεχνικα). Δεν μπορει να συλληφθει απο τον νου μεσω της γευσης καποια αφηρημενη μορφη, οπως η οραση σε φερνει με επαφη μ’ ενα αγαλμα ή ένα ποιημα. Για να το θεσω αλλιως. Η οραση σε φερνει σε επαφη με το αγαλμα, οχι με τα ιδια τα ματια σου. Ειναι ανοιχτη σ’ εναν κοινο κοσμο. Η γευση αντιθετως σε φερνει σε επαφη, μεσω του υποτιθεμενου καλλιτεχνηματος, με το σωμα σου, με τα αισθητηρια σου.

    Γιάννης 5

    Θοδωρή, σε μία απόπειρα να κλείσω (από τη δική μου πλευρά) το θέμα καταγράφοντας τις διαφωνίες μας και να κάνω κάποιες τελικές σκέψεις.

    Η διαφωνία μας έχει επικεντρωθεί σε τέσσερις νομίζω βασικούς άξονες. Ένας είναι το ζήτημα του ρόλου της αναγκαιότητας στη μαγειρική και στην τέχνη γενικότερα, ο άλλος είναι το ζήτημα τους στάτους της γεύσης ως αίσθησης και της ιεράρχησης των αισθήσεων, ο επόμενος είναι η μαγειρική ως καταναλωτικό προϊόν και ένα τελευταίο είναι της αξιολόγησης των τεχνών με βάση το σημερινό ή κάποιο υπεριστορικό τους στάτους.

    Ας αρχίσω με το τελευταίο θέμα. Μου φαίνεται πως η θέση σου προϋποθέτει στατικές θεωρήσεις για τις τέχνες και την αντίληψή μας για αυτές, κάτι το οποίο ξεκαθάρισα πως δεν αποδέχομαι και μάλιστα μου κάνει εντύπωση πως το υιοθετείς με τόσο απόλυτο τρόπο. Επικαλείσαι ένα εμπειρικό δεδομένο, το γεγονός πως ως τώρα η μαγειρική δεν είναι ευρέως αναγνωρισμένη σαν τέχνη, για να δικαιολογήσεις πως δεν μπορεί να είναι τέχνη; Είναι το είδος του επιχειρήματος που έχει διαψευστεί ξανά και ξανά στην ιστορία. Πρέπει να ξαναφέρω παραδείγματα για το στάτους «αναγνωρισμένων» τεχνών σε διάφορα ιστορικά σημεία; Θέλεις να σου θυμίσω τις αστείες (εκ των υστέρων) διαμάχες και κριτικές των αρχών του αιώνα για τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο;

    Σχετικά με τα ζητήματα που άπτονται της αναγκαιότητας τώρα, αν και μου λες πως δεν το σχολίασα επαρκώς, εγώ νομίζω πως δεν μπορώ να το κάνω πιο σαφές. Προφανώς δεν έπεισα. Ας πάμε μία ακόμη φορά.

    *Η μαγειρική που συζητάμε δεν έχει να κάνει με τη βιολογική ανάγκη για φαγητό.*

    Το πρότεινες ήδη και μόνος σου. Μπορείς μία φορά την εβδομάδα να πας στη λαϊκή και κατόπιν να βάζεις στο μίξερ φρούτα, λαχανικά και βραστά φασόλια και να κάνεις έναν θρεπτικότατο χυλό, πλούσιο σε ίνες, πρωτεΐνες και ιχνοστοιχεία, τον οποίο μπορείς να κρατάς στο ψυγείο για κατανάλωση όλες τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας. Σε διαβεβαιώνω πως αυτό θα καλύπτει καθημερινά πλήρως όλες τις βιολογικές σου ανάγκες. Αν αυτό είναι κατά την άποψή σου το ζήτημα με τη μαγειρική, δηλαδή ένα γεμάτο στομάχι, η αποφυγή της ασιτίας, τότε ιδού η λύση. Ή μήπως είσαι θαυμαστής των εκκεντρικοτήτων τύπου Wittgenstein που έλεγε πως δεν με νοιάζει καθόλου τι τρώω, αρκεί να είναι το ίδιο κάθε φορά;
    Εξάλλου μία αναγκαιότητα είναι και αυτή, όπως η τουαλέτα.

    Σε προκαλώ να ανοίξεις οποιοδήποτε βιβλίο ιστορίας της τέχνης για να διαπιστώσεις πως ενώ δεν είναι τελειωμένο θέμα, καταγράφονται και μπορούμε να ανιχνεύσουμε στοιχεία για το πώς όλες οι τέχνες επιτελούσαν κάποιο σκοπό πριν αυτονομηθούν από αυτόν και συνεχίσουν το δικό τους δρόμο. Για τη μουσική για παράδειγμα είναι αποδεδειγμένο πως απλά ρυθμικά σχήματα χρησιμοποιούνταν αρχικά για να διώχνουν τα άγρια ζώα κατά τις ομαδικές μετακινήσεις μέσα στις στέπες. Πως είναι μία επινόηση η οποία έπαιξε εξαρχής τεράστιο ρόλο στην ερωτοτροπία. Πως επειδή ακριβώς μιλάει σε ένα φυσικό ένστικτο, χρησιμοποιήθηκε και από τις μητέρες για να ηρεμήσουν και να κοιμίσουν τα μωρά τους.

    Αρνείσαι πραγματικά πως η ζωγραφική ξεκίνησε σαν αναπαραστατική εικαστική τέχνη με σαφέστατο ρόλο στη μαγεία της εποχής; Απ’ ό,τι καταλαβαίνω όχι. Σε ποια αναλλοίωτη από το πέρασμα του χρόνου φιλοσοφική διαπίστωση βασίζεις όμως τη διαπίστωση πως αν και αναπαραστατική η ζωγραφική εμπεριείχε σπερματικά μία ιδεατή και αφηρημένη μορφή των πραγμάτων και τι μας απαγορεύει να πούμε κάτι ανάλογο για τη μαγειρική; Η σύνδεσή της με την αναγκαιότητα; Κάνουμε κύκλους.

    Όπως σου ξαναείπα εγώ νομίζω πως είναι η προθετικότητα, μαζί με την ικανότητα του αναστοχασμού πάνω στο παρελθόν και το μέλλον που έδωσαν στις τέχνες τα χαρακτηριστικά που ξέρουμε και μπόρεσαν σταδιακά και ανήλθαν πάνω από πάνω από τους αρχικούς τους ρόλους, εισάγοντας σταδιακά όλο και περισσότερα αφηρημένα στοιχεία.
    Παρεμπιπτόντως, ενώ ακούγεσαι να εκτιμάς τόσο πολύ την αφαίρεση, είμαι σίγουρος πως στην πραγματικότητα θα την αρνηθείς σε μεγάλες δόσεις όπως προτείνεται από την avant garde που απορρίπτει την τέχνη ως μέσο για οποιαδήποτε ιδέα αλλά είναι σκοπός καθεαυτή. Τι θα έλεγες δηλαδή για μία τέτοιου είδους μεταμόρφωση της τέχνης και της αντίληψής μας για αυτή που ξεφεύγει από το κλασικό πλαίσιο όπως το περιέγραψες;

    Για το θέμα της κατανάλωσης σίγουρα δεν συνεννοούμαστε και ομολογώ πως δεν καταλαβαίνω γιατί. Νιώθω πως έχω κάθε δικαίωμα σε μία έξαρση πολεμικής στη μουσική να σε παραφράσω ως εξής:
    «Τα προϊόντα της μουσικής ερχονται μόνο (!) για να ακουστούν, και μαλιστα αυτο πρεπει να γινει αυτοστιγμεί για να μη χαθούν για πάντα, ενω της τεχνης για να καταναλωνονται εσαει… Μια νότα σε λίγα δευτερόλεπτα εξανεμίζεται.»
    Τι θα του αντέτεινες;
    Δεν είναι προφανές πως η μουσική ως performing art έχει μία τοπικότητα και μία στενή χρονικότητα που είναι πανομοιότυπη με τη μαγειρική; Πως άλλο είναι οι οδηγίες για την αναπαραγωγή (παρτιτούρα, συνταγή) και άλλο η εκτέλεση (που οδηγεί στο φαγητό και τους μουσικούς ήχους);

    Σχετικά με τη γεύση τώρα, νιώθω περήφανος που κατάφερα και σε έκανα να κατατάξεις τις αισθήσεις ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους. Αναμενόμενα, η κατάταξή σου αντανακλά μία εντελώς δυτική θεώρηση του πράγματος. Η προεξάρχουσα θέση της όρασης είναι όπως διαβάζω, (αρχαιο-)ελληνική προσέγγιση η οποία μάλιστα εκφράστηκε όπως πιθανότατα γνωρίζεις, ρητά από τον Αριστοτέλη.
    Τι είδους επιχειρήματα όμως έχουμε για να υποστηρίξουμε πειστικά κάτι τέτοιο σήμερα; Θα ένιωθα χαζός να εξηγήσω σε σένα πως όλες οι αισθήσεις προϋποθέτουν μία βιολογική, άμεση και υλική επαφή.
    Η ιδέα πως οι «ανώτερες» αισθήσεις (όραση, ακοή) λόγω της απόστασης οδηγούν σε μία αντικειμενικότητα ενώ η εγγύτητα των «κατώτερων» αισθήσεων (όσφρηση, γεύση, αφή) καθιστά προεξάρχουσα την υποκειμενικότητα, αντανακλά μία πρωτόγονη θεώρηση που δένει ωραία με την προ-επιστημονική άγνοια για τη λειτουργία των αισθήσεων. Μία θεώρηση που κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να κάνει κανείς πολλές ακροβασίες για να συνεχίζει να υποστηρίζει.

    Όσο τέλος για τη συσχέτιση της μαγειρικής με τον καπιταλισμό, είχα γράψει στο προηγούμενο μήνυμά μου πως “αναλύσεις για τέχνες ως εκφάνσεις τάσεων την εποχής υπήρξαν σε όλες τις εποχές και κρίνονται κατά περίπτωση”. Σε αυτή τη λογική, δεν βρήκα παράλογα αυτά που έγραφες στο κείμενο που όντως συνέδεαν επιτυχώς τη χρήση της μαγειρικής από τον καπιταλισμό. Το ζήτημα της τέχνης όμως, έθεσε το ζήτημα σε μία εντελώς διαφορετική βάση, που εκτός από το ότι διαφωνώ, δεν βρήκα και αναγκαία για να σταθεί το υπόλοιπο κείμενο.
    Το ότι μία τέχνη (ή οτιδήποτε) μπορεί να προβάλλεται από τον καπιταλισμό, δεν σημαίνει αναγκαστικά κάτι για το ποιόν της. Το ότι η μαγειρική χρησιμοποιείται από τον καπιταλισμό δεν συνιστά συνθήκη που την καθιστά μη-τέχνη.
    Ο καπιταλισμός έχει τη δυναμική του και απλώνεται σε όλα τα διαθέσιμα μέσα. Και η μουσική και ο κινηματογράφος γιγαντώθηκαν μέσα στον καπιταλισμό, αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να πάμε τόσο μακριά ώστε να απορρίψουμε τη μουσική επειδή οι μουσικοβιομηχανίες μας κάνουν πλύση εγκεφάλου για τα νέα CD; Ή εδώ είναι που γυρίζουμε το παραμύθι στο (κατά την άποψή μου) ελιτίστικο «ο καπιταλισμός προωθεί μόνο (!!) τη μαζική κουλτούρα και όχι την πραγματική τέχνη»; Αυτό μας πάει κατευθείαν στη λογική της παπαρολογίας του Αντόρνο για τη τζάζ.

    Αυτή η απόπειρα δαιμονοποίησης μίας τάσης επειδή σχετίζεται με κάτι “κακό” (εδώ, τον καπιταλισμό) μου θυμίζει την απέλπιδα προσπάθεια κάποιων αριστερών (και μαρξιστών) να απορρίψουν τη θεωρία της μεγάλης έκρηξης διότι, μεταξύ άλλων, είναι κάτι που γίνεται ολόκαρδα αποδεκτό από τη θρησκεία. Και αφού η θρησκεία είναι κακό πράγμα, άρα θα πρέπει να είναι και η μεγάλη έκρηξη, αυτά τα δύο πρέπει να πάνε μαζί. Αστεία πράγματα.

    Θοδωρής 5

    Γιαννη, καποια τελευταια σχολια και από μένα.

    Γράφεις:

    Επικαλείσαι ένα εμπειρικό δεδομένο,… έχει διαψευστεί ξανά και ξανά στην ιστορία.

    Νομιζω οτι αυτο ηταν το τελευταιο και πιο ασημαντο επιχειρημα μου. Αφου χρησιμοποιησα αρκετα αλλα επιχειρηματα, νομιζω ειπα κατι του στυλ, “ε, δεν ειναι και τυχαιο που δεν αναπτυχθηκε ως τεχνη ως σημερα η ζωγραφικη”, δηλαδη το ειπα σε συναρτηση με ολα τα αλλα. Πολυ πιο απιθανο μου φαινεται να μην καταφερε η μαγειρικη να γινει τεχνη ενω ειχε ολα τα φοντα.

    Σχετικα με το στατους “αναγνωρισμενων τεχνών”, η φωτογραφια και ο κινηματογραφος απαιτουσαν συγκεκριμενη αναπτυξη της τεχνικης. Γι’ αυτο αργησαν να εμφανιστουν (βεβαια εχω τις αντιρρησεις μου για τον κινηματογραφο, ο οποιος νομιζω οτι ειναι μια κιβδηλη μορφη τεχνης- ειναι και δεν ειναι). Βρισκω αστοχη λοιπον τη συγκριση γιατι οι δυνατοτηες για τη μαγειρικη ως τεχνη υπηρχαν εδω και πολλους
    αιωνες.

    Γράφεις:

    *Η μαγειρική που συζητάμε δεν έχει να κάνει με τη βιολογική ανάγκη για φαγητό.*

    Ρε συ, η διαφορα ειναι οτι στη βαση της μαγειρικης υπαρχει μια βιολογικη αναγκαιοτητα. Στη βαση των εργαλειων υπαρχει η εργαλειακοτητα. Ενω στη βαση της τεχνης μια αντιπαραθεση με τις αναγκαιες και χρηστικες πλευρες της ζωης. Ακριβως οπως και η τουαλετα που λες, αν θελησει κανεις να την κανει τεχνη, θα πρεπει να αντιπαρατεθει με το γεγονος οτι στη βαση της η πρακτικη της τουαλετας εχει μια βιολογικη αναγκαιοτητα.

    Φυσικα και τα παντα ξεκινησαν επιτελωντας καποιο ρολο στην κοινωνικη ζωη, αλλα η ζωγραφικη και η μουσικη που αναφερεις μαζι με τις χρηστικες πλευρες τους ηδη εγκαινιαζαν τον ρολο τους ως κομματια αυτου που ειναι η ομορφια καθεαυτη, ομορφια οχι οπως η φυσικη, αλλα ομορφια με καποια υποκειμενικη προθετικοτητα. Ηδη τα θεματα που αναφερεις (μαγεια, ερωτοτροπια, ηρεμια) ειναι πολυ διαφορετικης ταξης του “αν δεν φαω θα πεθανω”. Υπαρχει μια τεραστια διαφορα που δεν μπορεις να αποδεχτεις. Θα πρεπει πραγματικα να μπορεσεις να εξηγησεις γιατι, αφου ολα δενουν στο σχημα σου, η μαγειρικη δεν εγινε τεχνη επι τοσες χιλιετιες. Και γιατι μπορει να γινει απο δω και περα. Η ζωγραφικη και η μουσικη ειχαν τα “προσοντα” εξαρχης να προκυψουν ως τεχνες ενω η μαγειρικη οχι.

    Γράφεις επίσης:

    Παρεμπιπτόντως, ενώ ακούγεσαι να εκτιμάς τόσο πολύ την αφαίρεση… ξεφεύγει από το κλασικό πλαίσιο όπως το περιέγραψες;

    Η αληθεια ειναι οτι με τις πρωτοποριες το προβλημα δεν ειναι η αφαιρετικοτητα ή η τεχνη ως αυτοσκοπος. Αυτα τα επιδοκιμαζω. Προβληματικη ειναι η επιδιωξη τους να κανουν τη ζωη τεχνη, να διαλυσουν την τεχνη εντος της ζωης.

    Γράφεις

    Για το θέμα της κατανάλωσης … Τι θα του αντέτεινες;

    Μα η ενατη συμφωνια δεν εχει εξαφανιστει! Και μπορω να ακουσω σε σιντι αρκετες φορες μια μνημειωδη εκτελεση της. Ομως το ενατο παστιτσιο της μαμας μου εχει χαθει, και προοριζεται παντα να χαθει.

    Σχετικα με τη γευση και τον διαχωρισμο των αισθησεων, λες οτι ειναι πρωτογονη θεωρηση, προεπιστημονικη κλπ. Δεν εξηγεις ομως γιατι. Απλα μου λες οτι διαφωνεις. Εγω εξηγησα γιατι η γευση (την οποια δεν χαρακτηρισα ως κατωτερη αλλα ως διαφορετικη) διαφερει απο την οραση. Εσυ τι λες; Δεν διαφερουν; Γιατι;

    Και τελος σχετικα με τη σχεση μαγειρικης και καπιταλισμου.
    Κοιτα, ο Αντορνο ειχε υποψη του το μπιμποπ, και δεν ειχε και πολυ αδικο. Εξαλλου, δεν αρνουνταν οτι ειναι τεχνη, ελεγε οτι ειναι κακη τεχνη. Δεν ξερω τι θα ελεγε για τον Κολτρεϊν. Ο καπιταλισμος οδηγει σε κακη τεχνη, δεν σταματα η μουσικη να ειναι τεχνη. Το ιδιαιτερο γνωρισμα του καπιταλισμου ειναι οτι προσπαθει να περασει τη μαγειρικη ως τεχνη, ακριβως επειδη εκθειαζει ως ανωτατη μορφη ζωης αυτη που περιστρεφεται γυρω απο την αναγκαιοτητα και την επιβιωση. Αυτο ειναι το θεμα. Οποτε ειναι ασχετη η αναφορα και στη μεγαλη εκρηξη.

    Απο την πλευρα μου δεν εχω να πω κατι αλλο. Περιμενω να δω τις επομενες δεκαετιες να εξαπλωνεται η μαγειρικη ως τεχνη ισοδυναμη με τη μουσικη, την ποιηση, τη γλυπτικη, οπως ισχυριζεσαι οτι θα γινει. Ειναι φοβερο οτι παρα τις τασεις που προωθει ο καπιταλισμος για κατι τετοιο, κανενα μεγαλο μαγειρικο εργο δεν εχουμε δει ακομα. Περιμενω να μου το υποδειξετε εσεις που τοποθετειτε τη μαγειρικη στο ιδιο επιπεδο με τις κλασικες τεχνες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *